Πού πήγαν οι γυναίκες του Αφγανιστάν;

Από τη Σοφία Γουργουλιάνη

Με την ιστορία να ρίχνει πάντα τις προειδοποιητικές της βολές πριν τις μεγάλες κοινωνικές κι ανθρωπιστικές καταιγίδες, οι γυναικοκτονίες στο Αφγανιστάν ξεκίνησαν, ήδη, από το 2015 να αυξάνονται ραγδαία. Με τους ιθύνοντες να δηλώνουν πως τα βήματα για την πρόοδο και την ισότητα είναι πελώρια κι απόλυτα σταθερά, η αστυνομία, το 2015 κινήθηκε νομικά -μόλις- εναντίον 72 από τους 241 θύτες. Και απέδειξε στην πράξη πως οι πολιτικές ρητορείες δεν ήταν παρά πολιτικά προσχήματα για την απόκρυψη της οδυνηρής αλήθειας.

Την επόμενη πενταετία τα όποια βήματα προς την ισότητα των γυναικών, ανακόπηκαν βίαια και μετατράπηκαν (μάλλον) ακούσια σε ταχεία οπισθοχώρηση. Μία οπισθοχώρηση που είχε, φυσικά, ως αναπότρεπτο κι οδυνηρό αποτέλεσμα την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν. Και τον βομβαρδισμό της συλλογικής συνείδησης με τον απόλυτο μισογυνισμό ως κατεστημένο κι αυτονόητο μέτρο.

Οι ίδιοι οι Ταλιμπάν, μετά την κατάληψη της Καμπούλ, δηλώνουν πως προτίθενται να σεβαστούν απόλυτα τα δικαιώματα των γυναικών. Όμως, προς επίρρωση του γνωστού ρητού, ο Μανωλιός- Ταλιμπάν μπορεί να έβαλε τα ρούχα του αλλιώς, δεν κατάφερε, βέβαια, να αλλάξει την ίδια του τη φασιστική φύση.  Η ιστορία, λοιπόν, του 2020 τους διαψεύδει ηχηρά κι απόλυτα. Και «χαρίζει» -φυσικά- τους χειρότερους οιωνούς σε μια «διακυβέρνηση» έτοιμη κι αδίστακτη να πλημμυρίσει ψέμα και συντηρητισμό μια ολόκληρη γενιά και κοινωνία.  Με τις δολοφονίες κι εξαφανίσεις γυναικών να εντείνονται μέσα στο 2020, μέσα σε μία ενδεικτική εβδομάδα του περασμένου έτους, μία γυναικολόγος ανέβηκε ένα πρωί στο μηχανάκι της για να πέσει -ακαριαία- θύμα εκρηκτικού μηχανισμού. Ενώ, τρεις Αφγανές γυναίκες δημοσιογράφοι στην πόλη Jalalabad βρέθηκαν δολοφονημένες. Δολοφονημένες από σφαίρα. Εξ’ επαφής.

Λίγες μέρες πριν την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν σημειώθηκε και η πρώτη «συμβολική» απουσία γυναικών στην Καμπούλ ως ένδειξη της νέας φασιστικής τάξης πραγμάτων. Οι ίδιοι, λοιπόν, οι Αφγανοί πολίτες μετρώντας μέρες και ώρες για την «υποδοχή» των Ταλιμπάν ξεκόλλησαν όλες τις διαφημιστικές αφίσες για γυναικεία προϊόντα ομορφιάς από τους δρόμους των πόλεων. Λίγο, λοιπόν, πριν την εγκαθίδρυση της νέας «εξουσίας», οι κάτοικοι των πόλεων έσπευσαν , μόνοι, να ξεκολλήσουν και να βάψουν με σπρέι όσες αφίσες απεικόνιζαν γυναίκες να χρησιμοποιούν καλλυντικά και άλλες μεθόδους καλλωπισμού.

Η επόμενη απουσία, ήταν (και είναι ακόμα) αυτή της «εξαφάνισης» των γυναικών από το δημόσιο χώρο των πόλεων. Σύμφωνα, λοιπόν, με την Αφγανή πολιτική δημοσιογράφο και αναλύτρια Zarmina Kakar οι γυναίκες, μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν εξαφανίστηκαν ξαφνικά από τους δρόμους. Κι απέμειναν οι λίγες και θαρραλέες να καλύπτονται ολόκληρες με μαντήλες για να αγοράσουν κρεμμύδια. Και ψωμί. Αν, λοιπόν, θέλει τόλμη κι αρετή η ελευθερία, οι σύγχρονες Αφγανές αναδεικνύονται ξαφνικά -κι απόλυτα οριστικά- σε ηρωίδες των δύσκολων καιρών για την χώρα.

Ως απάντηση στην Kakar, ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν, Zabiullah Mujahid, αναγνωρίζει την «εξαφάνιση» αυτή, δηλώνοντας ,όμως, πως αυτή θα αποβεί σε όφελος των γυναικών, καθώς οι ίδιοι οι Ταλιμπάν χρειάζονται χρόνο προκειμένου να εμφυσήσουν στα μέλη τους τον σεβασμό της γυναίκας. Θεωρώντας, λοιπόν, πως οι γυναίκες θα αρχίσουν και πάλι να ξεπηδάνε στους δρόμους και στην δημόσια σφαίρα μόλις οι «απλοί» στρατιώτες Ταλιμπάν περάσουν από κάποια εκπαίδευση για την εξάλειψη του μισογυνισμού, διατυμπανίζει πως για το «καλό» τους, αυτές θα έπρεπε για λίγο να χωθούν στις σκοτεινές κουζίνες των σπιτιών τους. Ένα «καλό», όμως, που λαμβάνεται και πάλι με γνώμονα τον υπαρκτό μισογυνισμό των «αρχόντων» και την (ίσως) επικείμενη προσπάθεια για τον μετριασμό του.

Η επίσημη πολιτική των Ταλιμπάν δείχει για την ώρα να ακολουθεί μια μετριοπαθή πολιτική στο ζήτημα των γυναικών δηλώνοντας, επίσης, πως, μέσα στα πλαίσια του Ισλάμ, θα αναγνωρίσει δικαιώματα στις γυναίκες. Παραβλέποντας, όμως, τον ασφυκτικό χαρακτήρα των κανόνων της Saria οι υποσχέσεις της νεότευκτης εξουσίας μοιάζουν απόλυτα ανεδαφικές. Ενώ, χρησιμοποιώντας για όπιο του γυναικείου λαού της χώρας το ίδιο τους «το καλό» επιδιώκουν συνοπτικά κι οριστικά την εγκατάσταση τους μέσα στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού. Και παρουσιάζοντας εαυτούς ως σύγχρονους ανθρώπινους σκύλους του Παβλόφ, υποστηρίζουν ακράδαντα πως μια κάποια εξαρτημένη μάθηση (κι όχι ανεξάρτητη παιδεία) μπορεί να τους αλλάξει τα φασιστικά μυαλά.

Shamsia Hassani, η πικραλίδα του Αφγανιστάν

«Εσύ Ταλιμπάν , μού απαγορεύεις το σχολείο. Δε θα μπορέσω να γίνω γιατρός . Σκέψου όμως  : Μια μέρα κι εσύ θ’ αρρωστήσεις»

«Να ξαπλώνεις στο κρεβάτι μ έναν γέρο , σα να κάνεις έρωτα με καλαμπόκι μαλακό και μουχλιασμένο»

Η ποίηση LandaI, είναι  «ένα ξίφος που τρυπά την καρδιά». LandaI, στη διάλεκτο των Αφγανών Παστούν ( Pashtun) σημαίνει μικρό, δηλητηριώδες φίδι . Οι  Αφγανές γυναίκες , δεν έχουν άλλο τρόπο να αντισταθούν, να εκτονωθούν, να κραυγάσουν,  να επαναστατήσουν, να βγάλουν  γλώσσα. Γλώσσα που ακόμα και τιμωρημένη,  κομμένη δηλαδή κυριολεκτικά, μπορεί  και  κόκαλα  τσακίζει.
LandaI:Η ποίηση των Αφγανών  γυναικών. Η Magna Carta τους.  Χάρτα διακήρυξης των δικαιωμάτων τους και της καθημερινής ζωής τους. Σύντομοι, περιεκτικοί ,  ομοιοκατάληκτοι  στίχοι . Εύκολα απομνημονεύονται , εύκολα διαδίδονται  και το προσωπικό γίνεται συλλογικό. Κι εκεί που η δύναμη των Ταλμπάν επάνω στις  γυναίκες έμοιαζε να γίνεται σιγά σιγά παρελθόν , εδώ και λίγες ημέρες  επανέρχεται δραματικά στο προσκήνιο. Τότε, σ εκείνο το μακρινό 1996,  όταν οι Ταλιμπάν είχαν καταλάβει την Καμπούλ , η αληθινή  ιστορία της Παρβάνα ( The Bread winner ) γραμμένη από την Καναδή ακτιβίστρια συγγραφέα Deborah Ellis,   είχε συγκλονίσει . Η μικρή Παρβάνα,  είχε τότε αφηγηθεί στη συγγραφέα, πώς έζησε τον εμφύλιο πόλεμο, πώς  κλείδωσαν τη δασκάλα μητέρα της  σ ένα δωμάτιο και την άφησαν εκεί ζωντανή νεκρή, πώς η ίδια, η μικρή ηρωίδα  έκοψε τα μαλλιά της , ντύθηκε αγόρι και άρχισε να μαζεύει τα  κόκκαλα των νεκρών από το νεκροταφείο της πόλης της- δουλειά που της απέφερε κάποια χρήματα  για να μη πεθάνουν από πείνα –  και  πώς ο ακρωτηριασμένος πατέρας της, ανάπηρος πολέμου πούλησε το ξύλινο πόδι του σε μια εξευτελιστική τιμή. Ένας σύγχρονος Αμάλ σάμπως, για να θυμηθούμε το γνωστό λυρικό έργο του G. Menotti, « Ο Αμάλ και οι νυχτερινοί επισκέπτες», μόνο που στη ζωή της Παρβάνα, ούτε αίσιο τέλος είχε η πράξη του πατέρα, ούτε οι τρεις καλοί μάγοι της φανερώθηκαν ποτέ. Στη δική της ζωή  και στην  κλεμμένη της παιδική ηλικία  που βουτήχτηκε μέσα στη βία και στην οδύνη, μοναδικός, φρικτός επισκέπτης  ήταν  ο φονταμενταλισμός.

Σήμερα, το Αφγανιστάν μετράει περίπου 15 εκατομμύρια γυναίκες . Από αυτές, τα 11 περίπου εκατομμύρια ζουν φυλακισμένες, ενώ όπως υπολογίζεται μόνο οι 700.000  γυναίκες έχουν πρόσβαση στη μάθηση και μπορούν να φτάσουν ως το λύκειο. Ένα τραγικό ποσοστό του σχεδόν 5%.

Η πλειοψηφία είναι λογοδοσμένη από τη βρεφική ηλικία, πουλημένη σα δούλα από την οικογένειά της  σ ένα άνδρα ,  συνήθως  πολύ μεγαλύτερης ηλικίας, γιατί αυτός ξέρει . Έχει πείρα! Στην κακομεταχείριση , στον ξυλοδαρμό, στο μαστίγωμα , στον βιασμό  και στον εξευτελισμό.  Έτσι , για  προκαταβολικό σωφρονισμό. Για να μάθει η καριόλα να γεννιέται γυναίκα!

« Μικρή τουλίπα, πεθαίνει πριν ανθίσει , κι ο άνεμος στην έρημο σκορπίζει τα  εύθραυστα πέταλά της…»

Μέσα σε αυτό το ζοφερό  κλίματου σκοταδισμού , ανθίζει  η εικαστικός η  Ommolbahni Shamsia Hassani,που επιλέγει να αντισταθεί, να υψώσει τη φωνή και τη γροθιά της με τη δύναμη  της τέχνη της . Καθηγήτρια γλυπτικής η ίδια στο Παν/μιο της Καμπούλ, γεννήθηκε στην Τεχεράνη το 1998  από γονείς πρόσφυγες πολέμου με καταγωγή από την επαρχία  Κανταχάρ. Το 2005 επιστρέφει στον τόπο της και σπουδάζει στο Παν/μιο της Καμπούλ.  Λίγο αργότερα, σ ένα σεμινάριο που οργανώνεται στο πλαίσιο της δράσης Η  Επικοινωνία ως Αντίσταση,συναντιέται στην Καμπούλ με τον  Βρετανό «καλλιτέχνη του δρόμου» Chu, και η Hassani,έρχεται σε επαφή με την Street Art. Έκτοτε , με την πίστη ότι η τέχνη ημερώνει τα ένστικτα , καθώς ενώνει τους ανθρώπους στη χαρά, στη θλίψη,στον πόνο , αποφασίζει να αφηγηθεί την περιπέτεια των γυναικών της χώρας της  επάνω στα κτήρια της Καμπούλ, τα πληγωμένα από  τις σφαίρες και τις αναμνήσεις του  πολέμου. Η ίδια λέει : « Είμαι από το Αφγανιστάν . Μια χώρα πολέμου. Ας φέρουμε λοιπόν Eιρήνη με την Τέχνη». Γίνεται έτσι η πρώτη «καλλιτέχνις δρόμου»που τολμά να εκθέσει σε δημόσια θέα, σκέψεις  γνώμη, θέσεις .. “ Θέλω να υπενθυμίσω στους ανθρώπους πως οι γυναίκες υπάρχουμε» μας  λέει  . Στις τοιχογραφίες της,  γυναίκες μαυροφορεμένες,  γυναίκες πρόσφυγες , γυναίκες ονειροπόλες, γυναίκες στοχαστικές , γυναίκες μοναχικές , γυναίκες ελπιδοφόρες, γυναίκες καλλιτέχνες , γυναίκες μητέρες . Γυναίκες, που αξίζει να αγαπηθούν  και να λάβουν τόσα, όσα  όλοι οι άνθρωποι δικαιούνται, διαδηλώνουν στους τοίχους της πρωτεύουσας, τον πόνο και την ελπίδα των γυναικών του Αφγανιστάν και  όχι μόνο. Γυναίκες της κραυγής χωρίς στόμα! « Δεν κάνω Ισλαμική τέχνη» διευκρινίζει , πώς άλλωστε,  αφού η τέχνη απευθύνεται  σε όλους μας και στον καθένα μας ξεχωριστά, μιλώντας κυρίως για  όσα ενώνουν τους ανθρώπους μεταξύ τους.Με το σύνθημα « Η τέχνη αλλάζει το μυαλό των ανθρώπων και οι άνθρωποι τον κόσμο» η  Shamsia Hassani, στις 14 Ιουνίου του 2013 δημιουργεί  στην Γενεύη ,  επάνω στο κτίριο της Ένωσης των Εργατών μια σύνθεση  προσφύγων γυναικών. Η ημερομηνία αυτή είναι συμβολική. Αναφέρεται στην  Απεργία των Γυναικών του 1991. Τότε , 500.000 γυναίκες διαδήλωναν,  με  αίτημα την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών εργατών. Σήμερα η S. Hassani μπροστά στον κίνδυνο των Ταλιμπάν αφηγείται στους τοίχους της Καμπούλ, τον τρόμο, τον σκοταδισμό, κυρίως τη ματαίωση της ελπίδας. Στο Πολιτιστικό  Κέντρο της πρωτεύουσας, στη μια πλευρά του τοίχου,  μια γυναίκα καθισμένη κάτω από μια σκάλα. Είναι καλυμμένη με την Μπούργκα.  Από κάτω διαβάζουμε: « Το νερό,  ίσως να ξανατρέξει στο στεγνό ποτάμι, μα τι θα το κάνεις το ψόφιο ψάρι»;  Εργάζεται γρήγορα και με φθηνά υλικά. Μέσα σε δέκα λεπτά , το πολύ ένα τέταρτο το έργο πρέπει να τελειώνει. Αλλιώς κινδυνεύει  να προπηλακιστεί, να συλληφθεί, να  ξυλοκοπηθεί, να βιαστεί. Σήμερα με τους Ταλιμπάν άρχοντες  στην πόλη της Καμπούλ,  η ζωή της κινδυνεύει. Ελπίζουμε μόνο να έχει προλάβει να φύγει. Θέλει και αρετή, αλλά και πολλή  τόλμη η ελευθερία. Και η τόλμη της Hassani κάνει σήμερα τον γύρο του κόσμου. Μαζί και η αρετή της στην πίστη, πως η τέχνη είναι πράξη πολιτική και βαθύτατα ουμανιστική .  Μια street artist, πικραλίδα σε πεδίο βολής, η  γυναίκα, η εικαστικός. Ommolbahni Shamsia Hassani. Σαν την πικραλίδα μέσα στη γλάστρα, ένα από τα πιο πρόσφατα έργα της . Την  προσφέρει  στον θηριώδη  μαυροφορεμένο Ταλιμπάν ,  το  κορίτσι  με το γαλάζιο φόρεμα  και το κόκκινο μαντήλι στο κεφάλι. Το κορίτσι  χωρίς στόμα . Με ένα φόρεμα σαν το γαλάζιο του ουρανού και ένα μαντήλι, κόκκινο σαν το αίμα . Ο φονταμενταλιστής,  μαχητής Ταλιμπάν, στέκει  μπροστά της σε στάση προσοχής, και  την κοιτά αμήχανος . Δε ξέρω στη γλώσσα τη δική της , στη δική μου όμως γλώσσα,  πικραλίδα  είναι το άγριο ραδίκι, το ανυπότακτο. Το λέμε και ταραξάκο, γιατί  θεραπεύει λέει τις ταραχές  …

Εύχομαι ετούτο το αγριοράδικο του Αφγανιστάν , να φυτρώνει τώρα σε πιο γόνιμα εδάφη .

Από το Creators project

Θέατρο σκιών για ενήλικες στο Παρίσι; Κι όμως υπάρχει.

Το 1881, 10 μόλις χρόνια από την Κομμούνα του Παρισίου, η Μονμάρτη έχει, ήδη, μετατραπεί από επίκεντρο αιματοχυσίας σε πόλο έλξης ριζοσπαστικών καλλιτεχνών. Με την ιστορία να μαρτυρά ότι, ενδεχομένως, η καλλιτεχνική αυτή «μάζωξη» να χρηματοδοτήθηκε από το κράτος σε μια προσπάθεια προσφοράς στον λαό φθηνού και γρήγορου θεάματος ως αντίδοτο στις σφαγές της Κομμούνας, η τέχνη βρέθηκε ασυγκράτητη να ανοίγει τα φτερά της προς νέους επαναστατικούς δρόμους.

Με τον Rodolphe Salis να οσμίζεται της καλλιτεχνικές ζυμώσεις της εποχής και περιοχής και να εγκαινιάζει το -μετέπειτα περίφημο- καμπαρέ «Le chat Noir», οι προοδευτικοί καλλιτέχνες της περιόδου βρήκαν το απόλυτο στέκι και την νέα δημιουργική τους πατρίδα στην καρδιά του Παρισιού. Ανάμεσα λοιπόν στους θαμώνες βρίσκονταν μεταξύ άλλων οι: Jane Avril, Claude Debussy, Jules Laforgue, Yvette Guilbert, Charles Moréas, Emile Goudeau, Aristide Bruant, Paul Signac, August Strindberg, George Auriol, Marie Krysinska και Henri de Toulouse-Lautrec. Με την επιτυχία να διαγράφεται αλματώδης, το «Le Chat Noir»  μετακομίζει σε λίγα μόλις χρόνια, το 1885, σε έναν νέο μεγαλύτερο χώρο που έμελλε να αποτελέσει εύφορο έδαφος για την μεγαλύτερη καινοτομία και προσφορά του στην παγκόσμια τέχνη.

Με το άνοιγμα του νέου αυτού χώρου, ο ζωγράφος Henry Sommer και ο ποιητής George Auriol εγκαινιάζουν μία νέα σκηνή αφιερωμένη στην δημιουργία παραστάσεων κουκλοθέατρου για ενήλικες. Όταν ο Henri Riviere θα απλώσει ένα πανί επάνω σε μία από τις κούκλες φωτίζοντας την από πίσω, θα φυτευτεί το ζιζάνιο της δημιουργίας ενός θεάτρου σκιών αποκλειστικά για ενήλικες.

Κι αν, λοιπόν, το κουκλοθέατρο φέρνει παιδικές μνήμες από ανήσυχα απογεύματα στην αγκαλιά κάποιας μαμάς και το θέατρο σκιών, μνήμες από απογεύματα με Καραγκιόζη στο χωριό την ώρα του ηλιοβασιλέματος με μυρωδιά από μαλλί της γριάς, ο Riviere υπηρετώντας τον σκοπό της τέχνης ως ανατρεπτικής tour de force ανανέωσε πλήρως το είδος. Ξεφεύγοντας από τις οικείες χάρτινες κούκλες, δημιούργησε αιχμηρές κούκλες από τσίγκο. Ενώ, ικανοποιώντας τον διακαή πόθο της συνεργατικής καλλιτεχνικής παραγωγής χρησιμοποιεί για τις παραστάσεις του κείμενα γνωστών συγγραφέων της εποχής. Δημιουργεί, λοιπόν, κατά την διάρκεια των επόμενων ετών, έως το 1897, πάνω από 40 διαφορετικές παραγωγές θεάτρου σκιών για την κάθε μια από τις οποίες απασχολούνταν τουλάχιστον 20 διαφορετικοί καλλιτέχνες.

Το αποτέλεσμα ήταν, λοιπόν, μια σειρά παραγωγών διαφορετικού ύφους, που εκτείνονταν από το επικό ναπολεονικό δράμα «L Epopée», στο φαντασιακό «La Tentation de saint Antoine» έως το ποιητικό «La Marche à l’Étoile» σε κείμενο και μουσική του Georges Fragerolle. Με τους κριτικούς της εποχής να συρρέουν στο «Le chat noir» και να χαρίζουν την απόλυτη συγκατάθεση τους στην νέα αυτή τεχνοτροπία, το θέατρο σκιών του Riviere βρήκε αποδοχή στο σύνολο σχεδόν της γαλλικής κοινωνίας, αφήνοντας συχνά το «Le chat noir» και περιοδεύοντας ανά την επαρχία.

Κι αν η καλλιτεχνική αχλή που περιέβαλε την Μονμάρτη, περί τα τέλη του 19ου αιώνα, έχει περιοριστεί, κι αν ο θάνατος του Salis θα σφραγίσει την πόρτα του «Le chat noir», η τέχνη απέδειξε έμπρακτα, εδώ, πως διαθέτει μια δικιά της κι απόλυτα ενιαία ψυχή και διαδρομή. Το 1895, λοιπόν, οι αδερφοί Λουμιέρ θα «εγκαινιάσουν» στην ουσία την 7η τέχνη παρουσιάζοντας την εφεύρεση τους, το λεγόμενο «Cinematographe», και πάλι στο Παρίσι. Και η κινούμενη εικόνα του Riviere μοιάζει να βγαίνει έξω από τα νερά της Μονμάρτης για να βουτήξει, όμως, στα άδυτα μιας απόλυτα νέας και νεότευκτης τέχνης.

Rodolphe Salis

Ο ποτάμιος θεός Αχελώος και η αρχαία πόλη των Οινιαδών

Κατέβαινα με το αυτοκίνητο και κοιτούσα το επιβλητικό αυτό ποτάμι , το παιδί του Ωκεανού που εξακολουθεί να ρέει  με την παντάνασσα ορμή του, όπως και χθες, όπως και σήμερα( 1) . Ο θαυμαστός  ποτάμιος θεός, ο Αχελώος , που είχε για κόρες του Νύμφες και πηγές , μα πόθησε με έρωτα σφοδρό  την όμορφη Δηιάνειρα,  την κόρη του Οινέα, κι έγινε αιτία για πάλη με τον ημίθεο Ηρακλή . Ο έρωτας και πάλι ο έρωτας , σκληρός  μέσα στον κόσμο των αρχαίων, τους  καίει τους ανθρώπους , πότε με ένα πουκάμισο που έπεσε από λάθος σ αγαπημένα χέρια , και  πότε με ένα φουστάνι νυφικό, δώρο μιας βάρβαρης στου υμέναιου το τραγούδι. Θεοί , θνητοί κι ημίθεοι, κανένας δε γλιτώνει «amor asculo significatur, necessitas nodo» θα πουν οι Λατίνοι , με άλλα λόγια , «ο έρωτας δηλώνεται με το φιλί , η ανάγκη με τον κόμπο». Δυο στρόγγυλες εικόνες σκέφτομαι,  το στόμα κι η θηλιά για να τυλίγουν ό, τι υπάρχει… Συχνά, ανάμεσα στον έρωτα και την ανάγκη, μια σκοτεινή ομοιότητα , όπως ανάμεσα, φιλί και  κόμπος . Άλλωστε, ο έρωτας νικητής και ανίκητος, ορμάει  πάνω από θάλασσες, ως τους πιο απόμερους τόπους και  μήτε θεός τού ξεφεύγει , μήτε θνητός, μοναχά τρελός όποιον κατέχει , λέει ο σοφός Σοφοκλής  δια στόματος Αντιγόνης , για να το δηλώσει και πάλι  με την Δηιάνειρα,  ο Έρωτας κυβερνά θεούς κυβερνάει  κι εμένα(2)

Φιδίσιο σώμα, ο  Αχελώος ποταμός ως εραστής ,  σα δράκος του παραμυθιού δίπλα σε ωραία πριγκίπισσα , φιδίσιο σώμα , όπως κι ο μικρός Εριχθόνιος που η Αθηνά τον δέχτηκε κι έγινε η προστάτις του, και κεφαλή βοδιού ή  ταύρου άλλοτε,  σαν τη μορφή που πήρε ο Δίας κλέβοντας την Ευρώπη.  Πόσο αγαπούν αλήθεια  οι Έλληνες τις μεταμορφώσεις στον θεικό έρωτά τους , άλλοτε κύκνος και αιθέρας, κι άλλοτε ταύρος δίκερως , χρυσόκερως κι αμφίκερως και ανδρόγυνο φεγγάρι. Γνώριζαν φαίνεται καλά οι αρχαίοι,  ότι υπερβολή είναι ο θεός,  και ο θεός μπορεί να  ανατρέπει τη ζωή , όπως κι ο έρωτας . Να τος  λοιπόν πώς φιδοσέρνεται ο ποταμός,  κει κάτω στη στροφή του δρόμου , πριν στο Ιόνιο πέλαγος με ορμή να ξεχυθεί , και σκέφτομαι τον τρόμο της Δηιάνειρας έτσι όπως τον περιγράφει :

Γιατί σα ζούσα ακόμα στα παλάτια
του πατέρα μου Οινέα στην Πλευρώνα,
δοκίμασα εξαιτίας της παντρειάς μου
τέτοια φριχτή αγωνία, καθώς άλλη
καμιά γυναίκα από την Αιτωλία.
Γιατ᾽ έναν ποταμό μνηστήρα μου είχα,
τον Αχελώο, που σε τρεις μορφές
ήρθε και με ζητούσε απ᾽ το γονιό μου·
τη μια ταύρος πραγματικός, την άλλη
σα στριφτοπαρδαλό γιγάντιο φίδι,
και ξανά πάλι με το σώμα ανθρώπου
και βοδιού κεφαλή κι απ᾽ τη δασιά του
γενειάδα όλο νερά κυλούσαν βρύσες.
Τέτοιος μνηστήρας να με περιμένει,
παρακαλούσα η άθλια να πεθάνω
πριν το κρεβάτι αυτό να πλησιάσω·
ώσπου στερνά και με πολλή χαρά μου
ήρθ᾽ ο τρανός του Δία και της Αλκμήνης
ο γιος, και μπαίνοντας σε αγώνα μάχης
με κείνον, με λευτέρωσε·(3)

Τάχατες θα τον χαρεί η Δηιάνειρα  αυτόν τον άλλο γάμο ; Σίγουρα όχι για πολύ , αφού για να τον πάρει από την κλίνη της Ιόλης τον Ηρακλή , και πάλι δικό της να τον έχει , με τα δικά της χέρια δίχως να το θέλει  τον σκοτώνει, στέλνοντας  τού Κένταυρου τού Νέσσου το  χιτώνα . Εκείνη φυσικά άλλο ποθεί, όμως θαρρείς κι αυτή είναι η εκδίκηση του τέρατος,  ή αλλιώς  της δυσμορφίας . Το τέρας μπορεί να συγχωρήσει εκείνον που τον σκότωσε,  ίσως  κι εκείνον  που το πλήγωσε . Μα δε θα συγχωρήσει ποτέ εκείνον που δε θέλησε να το αγγίξει.

 Ο Ηρακλής για λίγο κέρδισε τη μάχη , νίκησε τον ποτάμιο θεό , κόβοντας το δεξί του κέρατο, την ώρα που ο θεός έπαιρνε μορφή ταύρου .Από το αίμα τού Αχελώου γεννήθηκαν  μας λέει ο μύθος οι Σειρήνες. Και καθώς ο ήρωας έχει ανάγκη το τέρας για να υπάρξει , ο ποτάμιος θεός,   επιβραβεύει τον ημίθεο  , χαρίζοντάς του το κέρας της Αμάλθειας, που ο Ηρακλής με τη σειρά του θα το δώσει στον Οινέα επισφραγίζοντας με τον τρόπο αυτό ,  την ένωσή του με την κόρη. 

Μήπως το κέρας  δεν είναι άλλο,  παρά συμβολισμός για την  εύφορη εκείνη γη , που κατά πως λένε καλλιεργούνταν το αμπέλι;  Τον τόπο εκείνο όπου μια πόλη, πολύ  ισχυρή ως μαρτυρούν τα τείχη, ήκμασε φέροντας το όνομα του βασιλιά της; Εκεί, στην νοτιοδυτική Αιτωλοακαρνανία, λίγο πριν καταλήξει ο ποταμός Αχελώος στο Ιόνιο Πέλαγος και τις Εχινάδες νήσους, βρισκόταν η αρχαία πόλη, Οινιάδες , με αγορά και θέατρο που είναι λαξευμένο πάνω σε φυσικό βράχο, να εποπτεύει   τον κάμπο  και τις εκβολές του Αχελώου. Μα κι ένα  θαυμαστό νεώριο, ναυπηγείο συντήρησης κι επισκευής των πλοίων,   το αρχαιότερο, ίσως, καλύτερα  σωζόμενο. Ένας ναύσταθμος 3.000 χρόνων. Εκεί , σε αυτή τη στρατηγική θέση-με πρόσβαση στη θάλασσα μέσω του πλωτού Αχελώου και δυνατότητα ελέγχου  για την είσοδο στον Πατραϊκό κόλπο και στα περάσματα σε Λευκάδα , Ιθάκη και Κεφαλλονιά- μια αρχαία πόλη άνθισε κάποτε , δημιουργώντας  προϋποθέσεις για εμπόριο και πολιτιστική ζωή, μια πόλη, που έδωσε τροφή σε μύθους. Άλλοι είπαν πως ιδρυτής ήταν  ο Οινέας , ο βασιλιάς της Αιτωλίας που είχε βοσκό τον Στάφυλο.  Άλλοι πως ιδρυτής της ήταν ο μητροκτόνος Αργείος  Αλκαίων , που έφτασε ως εκεί  τις Ερινύες, να γλιτώσει, κι άλλοι,  πως μια αποικία των Κορινθίων ήταν, σα τόσες άλλες,  που  ιδρύθηκε τον 6οπ.χ  αιώνα .

Το αυτοκίνητο έχει σταματήσει . Φαρδιά μεγάλη η  γέφυρα  και  κάτω από τα πόδια μου ο Αχελώος. Στις όχθες του,  ψηλά  πυκνόφυλλα δέντρα, ίσα που θροΐζουν, λες χαιρετούν το πέρασμά του.  Ένα φως καλοκαιρινό , ανελέητα δυνατό , κοφτερό , περνάει  ανάμεσα στα φύλλα  και  βυθίζεται στο ποτάμι.  Φωτίζει  τους μύθους , τους περιλούζει , τους ξεδιαλύνει,  τους περιπλέκει,   φανερώνοντας τις  πολύσημες συνδέσεις τους . Πού είναι η  αλήθεια μέσα στον μύθο; «Ίσως τελικά ο μύθος δεν είναι παρά μια αφήγηση που γίνεται κατανοητή μονάχα καθώς την αφηγείσαι , ίσως τελικά  ο αμεσότερος τρόπος για να συλλογιστούμε τους μύθους είναι να διηγηθούμε και πάλι τα παραμύθια»(4) από Αύγουστο χειμώνα, άλλωστε …

Ποτάμι εσύ αδέκαστο(5)
(της αιωνιότητας αρχαία μεταφορά)
που τις διαρκείς του σώματος μεταμορφώσεις
τα νερά σου με φθόνο καθρεφτίζουν
της αντοχής και της αδιαλλαξίας την τέχνη δίδαξέ μου
ώστε τέλος αντάξιο ν’ αξιωθώ του μίσους που μας δένει
στο ερωτικό σου δέλτα μέσα
στο άγιο αυτό τρίγωνο του τίποτα για πάντα να χαθώ.

Ανδρέας Εμπειρίκος Αμούρ- Αμούρ/ Γραπτά ή Προσωπική Μυθολογία
3. Σοφοκλή , Τραχίνιαι  μετφ. Ι. Γρυπάρης
4. Ρομπέρτο  Καλάσσο / Οι Γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας
5.Χάρης Βλαβιανός , Cryme a river / Η Νοσταλγία των Ουρανών

Περί λογοκρισίας η είναι ο Πήτερ Παν ρατσιστής;

 

 

Ξεκινώντας από την θεμελιώδη αρχή ότι η ιστορία οφείλει να αναθεωρείται και από το θεμελιώδες χρέος της κάθε επόμενης γενιάς να αμφισβητεί τα πεπραγμένα της προηγούμενης, η κριτική στο περιεχόμενο και στο σημαινόμενο ταινιών προηγούμενων δεκαετιών μοιάζει με αυταπόδεικτο καθήκον. Το πρόβλημα ξεκινά όταν το αυταπόδεικτο αυτό καθήκον προσπαθεί να συνδυαστεί με την ελευθερία και ελευθεριότητα των εκφραστικών μέσων του καλλιτέχνη θέτοντας φραγμούς στην ίδια την καλλιτεχνική δημιουργία. Η αδιαμφισβήτητα, λοιπόν, προοδευτική αρχή της αναθεώρησης της ίδιας της ιστορίας, συμπλέκεται, εδώ, με την ιδιότητα του πραγματικού καλλιτέχνη να εξωτερικεύει το αιρετικό του μέσα, μακριά από κάθε φύσεως αυτολογοκρισία, καταλήγοντας τα τελευταία χρόνια σε μια σφοδρή σύγκρουση. Λόγω λοιπόν αυτής της αυξανόμενης επικράτησης της λεγόμενης πολιτικής ορθότητας, ταινίες στηλιτεύονται, επανακυκλοφορούν συνοδευόμενες από προειδοποιητικά μηνύματα για ρατσιστικό περιεχόμενο ή -ως έσχατη λύση- αποσύρονται προσωρινά.  

Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα που κατάφερε με τον «ντόρο» του να παρασύρει στην δίνη της ιδιαίτερης αυτής λογοκρισίας ( ; ) πλήθος ταινιών, υπήρξε αυτή του «Όσα Παίρνει ο Άνεμος». Μία, λοιπόν, από τις πλέον εμβληματικές και πολυβραβευμένες ταινίες του Χόλιγουντ φιλοξενήθηκε για μικρό χρονικό διάστημα στην πλατφόρμα του HBO. Το ζήτημα του ρατσιστικού περιεχομένου της ταινίας ανακίνησε ο John Ridley ,παραγωγός της ταινίας «12 Χρόνια Σκλάβος», με επιστολή του στους Los Angeles Times. Αναφερόμενος στην εξιδανίκευση των συνθηκών εργασίας και διαμονής των μαύρων σκλάβων στην μετεμφυλιακή Αμερική ζήτησε την απόσυρση μιας ταινίας όπου το σημαινόμενο δεν ρέπει επ ουδενί στην κατάφωρη εκμετάλλευση των μαύρων από τους λευκούς αλλά στην δουλική τους αφοσίωση. Η ταινία «κατέβηκε» πάραυτα από την πλατφόρμα, με το HBO να αποφασίζει, όμως, την επανακυκλοφορία της με προειδοποιητικό μήνυμα σχετικά με τις όποιες ρατσιστικές αναπαραστάσεις.

Η πολιτική ορθότητα «χτύπησε» στην συνέχεια την πόρτα της Disney, η οποία με απόφαση της επανακυκλοφόρησε μία σειρά από παιδικές ταινίες στο συνδρομητικό της κανάλι με σχετικό μήνυμα το οποίο αναφέρει «Αυτό το πρόγραμμα περιλαμβάνει αρνητικές απεικονίσεις ή / και κακομεταχείριση ανθρώπων ή πολιτισμών. Αυτά τα στερεότυπα ήταν λάθος τότε και είναι λάθος τώρα». Επιχειρώντας, λοιπόν, να απεκδυθεί κάθε ευθύνης για τα όποια ρατσιστικά στερεότυπα αναπαράγονται αλλά και να επισημάνει την προφανή εξέλιξη των ηθών από την ημερομηνία κυκλοφορίας των ταινιών, οι «Αριστόγατες», ο «Πίτερ Παν», ο «Ντάμπο», το «Βιβλίο της Ζούγκλας», η «Λαίδη και ο Αλήτης» και άλλες ταινίες συνοδεύονται πλέον από το χαρακτηριστικό μήνυμα. Αποδελτιώνοντας μερικές από τις σχετικές καταγγελίες, αναφέρεται ότι οι «Αριστόγατες» περιλαμβάνουν σκηνή όπου γάτος με Ασιατικά χαρακτηριστικά παίζει πιάνο με chopsticks ενώ στον «Πίτερ Παν» οι ιθαγενείς αποκαλούνται Redskins.

Στην εμπορικά επιτυχημένη μεταφορά του μυθιστορήματος του Truman Capote στην μεγάλη οθόνη το 1961 από τον Blake Edwards, σκηνοθέτης και παραγωγός επέλεξαν να εντάξουν στην ιστορία ένα πρόσωπο ανύπαρκτο στο βιβλίο, αυτό ενός Ασιάτη γείτονα της πρωταγωνίστριας. Ενός γείτονα ο οποίος παρουσιάζεται ενοχλητικός και αφελής, ενώ ερμηνεύθηκε από λευκό ηθοποιό (Mickey Rooney) με πρόσθετα χαρακτηριστικά Ασιάτη. Η προσθήκη αυτή βρήκε εύφορο έδαφος κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών για να φυτρώσει ο σπόρος του αντιρατσιστικού μένους και ενάντια στο «Πρωινό στο Τίφανις». Κι αν η ταινία δεν έχει ακόμα αποσυρθεί, αλλοιωθεί ή επανακυκλοφορήσει συνοδευόμενη από σχετικό μήνυμα, τα πυρά συνεχίζονται αδιάκοπα.

Η πολιτική ορθότητα και ο κινηματογράφος μοιάζουν πια να αναλώνονται σε ένα μπρα ντε φερ που αδυνατεί να βγάλει νικητή με τα εκατέρωθεν επιχειρήματα να ταξιδεύουν παγκοσμίως με την ταχύτητα του διαδικτύου διαμορφώνοντας αναπόφευκτα συνειδήσεις και πολώσεις. Εμείς, ως υπέρμαχοι της προοδευτικής αναθεώρησης της ιστορίας αλλά και ως απόλυτοι εραστές της τέχνης, προσβλέπουμε κι ελπίζουμε στην ες αει αναγνώριση του «καλού» κινηματογράφου μακριά από σχηματικές βραβεύσεις στο βωμό κάποιας πολιτικής ορθότητας. Ενός βωμού που παρά την άδικη βράβευση της ταινίας «Green Book» με το Όσκαρ καλύτερης ταινίας το 2018, μοιάζει με τις επόμενες βραβεύσεις του να δίνει φωνή και βήμα σε πραγματικά ποιοτικές ταινίες ενσωματώνοντας παραγωγικά την έννοια της πολιτικής ορθότητας και κατευθύνοντας την προς τον δρόμο της αναγνώρισης της πραγματικής τέχνης.

Ο ΦΟΒΟΣ του ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ μπροστά στην ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

Από την εποχή του «Από μηχανής θεού» και του εκκυκλήματος έχει τρέξει πολύ νερό στο αυλάκι. Αν και δεν ξεχνάμε την συμβολή της αρχαίας Ελληνικής τραγωδίας και τις συμπαντικές αλλαγές και αξίες που έφερε σ΄ αυτό που μέχρι σήμερα ισχύει και ονομάζεται ΘΕΑΤΡΟ, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε με σεβασμό σε μύρια άλλα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Η μηχανική, ο ηλεκτρισμός, η ακουστική, τα ηλεκτρονικά, στο πέρασμα των αιώνων έκαναν την ζωή των ανθρώπων του θεάτρου πιο εύκολη και  την θεατρική σύμβαση και ψευδαίσθηση να πλησιάζει την πραγματικότητα, τόσο που η σύμβαση να μπερδεύεται με την αλήθεια πάνω στη σκηνή ουκ ολίγες φορές.

Πράγματι, οι Περίακτοι, το εκκύκλημα, η εξώστρα είναι οι σκηνικοί πρόγονοι των σύγχρονων ψηφιακών μέσων που έχουν στα χέρια τους οι άνθρωποι του θεάτρου, όπως ο Αισχύλος , ο Σοφοκλής ο Ευριπίδης και ο Αριστοφάνης είναι οι πρόγονοι του Σαίξπηρ, του Μολιέρου, του Γκαίτε, του Λόρκα, του Μπρεχτ, του Ιψεν και του Τσέχωφ.

ΤΟ ΧΤΕΣ ΠΟΥ ΞΕΜΑΚΡΑΙΝΕΙ

Από τον καιρό που ο Ευριπίδης κλεισμένος σε μία σπηλιά έγραφε την Μήδεια και τις Βάκχες, μας χωρίζουν αιώνες. Ο σκηνοθέτης επινοούσε με την φαντασία του οράματα, που για να υλοποιηθούν απαιτούσαν νέους μηχανισμούς.  Πρόθυμοι μηχανικοί και εφευρέτες  έσπευδαν να ικανοποιήσουν το όραμα του, επινοώντας απίθανες μηχανές και εκμεταλλευόμενοι τα επιτεύγματα των επιστημόνων.
Συμπαντικές αλλαγές έγιναν στη σκηνή όταν ανακαλύφθηκε ο ηλεκτρισμός. Τα κεριά που τοποθετούνταν περιμετρικά της σκηνής, για να φωτίζουν τον Μολιέρο και τον θίασο του και που έκαναν το παχύ μακιγιάζ να λιώνει από την ζέστη αντικαταστάθηκαν πρώτα από τις λάμπες ασετιλίνη και μετά από τις ηλεκτρικές λυχνίες πυρακτώσεως. Εκεί συνέβη μια επανάσταση,  η φαντασία οργίασε. Μπορούσε ο σκηνοθέτης να φωτίζει από πάνω και να πλησιάσει περισσότερο το φως της μέρας. Στη συνέχεια βρέθηκαν ειδικά διαμορφωμένα μεταλλικά κυλινδρικά σώματα  για να τοποθετηθούν οι λάμπες, ώστε το φως τους να μην διαχέεται παντού, αλλά μόνο από μπροστά, που το μεταλλικό πλαίσιο άφηνε ένα κυκλικό άνοιγμα.  Η οπτική στη συνέχεια έβαλε το χεράκι της και προμήθευσε στους κατασκευαστές ειδικούς φακούς που μπήκαν μπροστά στο κυκλικό άνοιγμα και έκαναν το φως να κατευθύνεται πιο συγκεντρωτικό εκεί που πρόσταζε και έδειχνε το δάχτυλο του σκηνοθέτη.
Η επιστήμη των θεατρικών φωτισμών είναι τεράστια. Συνειδητά χρησιμοποιώ των όρο επιστήμη. Διότι είναι επιστήμη. Από τις λάμπες πυρακτώσεως μέχρι τα σημερινά ρομποτικά, και  moving heads όλα συγκλίνουν στην υλοποίηση σκηνοθετικών οραμάτων και την φόρτιση της θεατρικής σκηνής και δράσης με δραματικότητα, ρομαντισμό, ποίηση. Μια άλλη επίσης επιστήμη είναι η ακουστική και όλη η συμπεριφορά του ήχου. Προενισχυτές , Ενισχυτές, μικρόφωνα και ηχεία είναι στην υπηρεσία του θεάματος για να κάνουν την φωνή του ηθοποιού να φτάσει και καλύψει μεγάλα πλήθη θεατών και με compresors και φίλτρα που βελτιώνουν το φωνητικό αποτέλεσμα ειδικά στην όπερα και στις συναυλίες.Η μηχανική έδωσε στο θέατρο την σχεδόν άμεση και με πολλούς τρόπους εναλλαγή σκηνικών. Περιστροφικές σκηνές, βαγονέτα, τραμπουκέτα κάνουν τους ηθοποιούς να εμφανίζονται από τα έγκατα των θεάτρων, και τα σκηνικά όσο ογκώδη και αν είναι μπορούν να αλλάζουν εύκολα, να παριστούν θάλασσες, βουνά, καράβια, γίγαντες και τέρατα.

ΤΟ ΑΓΝΩΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ

Το σήμερα είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό.
 Ενώ όπως αναφέραμε  το θέατρο χρησιμοποιεί όλα τα είδη των εφέ – από φωτισμό έως ήχο – για εκατοντάδες χρόνια για να κάνει την εμπειρία πιο συναρπαστική για το κοινό, οι νέες πρωτοποριακές τεχνολογίες προσφέρουν έναν μοναδικό τρόπο προσθήκης μιας επιπλέον διάστασης στις παραστάσεις.
Η βιομηχανία του θεάτρου πειραματίζεται με συναρπαστικές τεχνολογίες. Virtual Reality (VR), Augmented Reality (AR) και Mixed Reality (MR) (εικονική πραγματικότητα , Eπαυξημένη πραγματικότητα  και Mικτή πραγματικότητα αντίστοιχα)  στρεφουν   τη μορφή της τέχνης σε νέες, πρωτόγνωρες κατευθύνσεις με στόχο άντα το ενδιαφέρον του θεατή.
Θα ήταν λάθος να σχηματίσει την γνώμη ο αναγνώστης ότι η τεχνολογία ήρθε μονομερώς για να εξυπηρετήσει το εκάστοτε σκηνοθετικό όραμα.  Η σχέση είναι αμφίδρομη. Η σκηνοθεσία με τη σειρά της προσαρμόστηκε και συνεργάστηκε με την τεχνολογία φέρνοντας νέα στοιχεία στην ψυχολογία, στην κίνηση, στην φωνή και στον ήχο και σε ότι εν πάση περιπτώσει εκπέμπεται από την σκηνή προς την πλατεία. Εκεί που προηγουμένως ο ήχος μιας καταιγίδας γινόταν με μία μεγάλη λαμαρίνα που την κουνούσαν βίαια, μπήκε το μαγνητόφωνο που απέδιδε την καταιγίδα με μαγνητοφωνημένους φυσικούς ήχους. Το ίδιο έγινε με τον αέρα, την βροχή κλπ αλλά και με την μουσική. Ενώ δηλαδή μια αρκετά μεγάλη ορχήστρα με φυσικά όργανα έμπαινε στο προσκήνιο και σε ένα βάθος 1,5 περίπου μέτρου, με το μαγνητόφωνο και με την εξέλιξη του (κασέτα, cd και τελικά computer με το κατάλληλο software) η ορχήστρα καταργήθηκε και την θέση της πήραν ογκώδη ηχεία και ενισχυτές.
Οι παραστατικές τέχνες όμως δεν είναι μόνο θέατρο και χορός. Δεν είναι μόνο σκηνή που αναγκάζει τον θεατή να παρακολουθεί έχοντας μια μετωπική σχέση με τους χορευτές και ηθοποιούς. Είναι κινηματογράφος και τηλεόραση. Και ο χώρος είναι τα πλατό και τα φυσικά τοπία. Φωτισμός και ήχος αναγκάστηκαν να βάλουν στην παρέα τους το φιλμ, στη συνέχεια το βίντεο και το μοντάζ.

Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος

 

Η  ψηφιακή τεχνολογία έφερε τα πάνω κάτω. Αν παλιότερα είχαμε μία τεχνολογική επανάσταση κάθε περίπου 30 χρόνια τώρα έχουμε σχεδόν κάθε μέρα.
Οι ικανότητες του σκηνοθέτη πρέπει να είναι τεράστιες και να έχει γνώση πάρα πολλών πραγμάτων και όχι μόνο την λειτουργία του ηθοποιού πάνω στη σκηνή. Αν προηγουμένως είχαμε μία η περισσότερες συμβατικές κάμερες, που άφηναν την παρακολούθηση του θεατή και πάλι στη μετωπική σχέση και στις δύο διαστάσεις της όποιας οθόνης (κινηματογράφου η τηλεόρασης), τώρα υπάρχουν οι 360Ο κάμερες που σαρώνουν με το «βλέμμα» τα πάντα σε όλες τις διαστάσεις (πίσω μπρός, δεξιά, αριστερά πάνω και κάτω).
Αν προηγουμένως ο σκηνοθέτης έπρεπε να οργανώσει την δράση πάνω στη σκηνή για να παρακολουθήσει ο θεατής από απέναντι, τώρα τι πρέπει να κάνει όταν ο θεατής (η κάμερα) είναι στη μέση της σκηνής και οι ηθοποιοί κινούνται και μιλούν από παντού?
Ναι, η σκηνοθεσία εγκατέλειψε τις ευθείες κατευθύνσεις και κινήσεις για χάρη του κύκλου

Οι ηθοποιοί τώρα θα κινηθούν γύρω από τον θεατή (την 360Ο κάμερα) και θα ανεχτούν πάνω στην σκηνή άλλον ένα ενεργό άτομο και μάλιστα με αρκετές απαιτήσεις. Γιατί αυτός τώρα όχι μόνο τους βλέπει από παντού και δεν μπορούν να του κρυφτούν αλλά μπορεί και δρα κιόλας, μπορεί και επιλέγει ποιόν θα παρακολουθήσει. Ο πρωταγωνιστής που έπαιρνε την μερίδα του λέοντος στην προσοχή και το ενδιαφέρον του θεατή κατεβαίνει από το θρόνο του, γιατί μπορεί να μιλάει και να πάσχει, αλλά ο θεατής επιλέγει να κοιτάξει αλλού. Μπορεί ο Αμλετ να λέει τον διάσημο μονόλογο του, αλλά ο θεατής είναι ελεύθερος να κοιτάει πίσω,  τα κάστρα της Δανιμαρκίας ακούγοντας τον μεταλλικό ήχο της πανοπλίας του  ταπεινού φρουρού που πάει και έρχεται, φορώντας περικεφαλαία και κρατώντας ακόντιο. Στην περίπτωση αυτή το ερώτημα «να ζει κανείς η να μην ζει» παίρνει μία επιπλέον υπαρξιακή σημασία όχι μόνο για τον Αμλετ αλλά και για τον ηθοποιό που τον υποδύεται.

ΚΑΙ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ…ΠΟΥ ΠΑΕΙ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ?

Το θέατρο χρησιμοποιούσε  πάντοτε την τεχνολογία, αλλά αυτό που έχουμε τώρα είναι ένα εντελώς νέο κύμα τεχνολογιών που φέρνει μαζί τους τις δυνατότητες για νέα είδη θεάτρου και αφήγησης γενικότερα. Και αυτό συμπαρασύρει όλους τους παράγοντες και την λειτουργία τους. Συγγραφείς σκέφτονται και φαντάζονται σε 360Ο και οι σκηνοθέτες, σκηνογράφοι, costume designers, light designers κλπ δουλεύουν με story board. Είναι συναρπαστικό να βλέπει κανείς συγγραφείς, σκηνοθέτες και σχεδιαστές να δουλεύουν με τους Creative Technologists και να ενθουσιάζονται καθώς εξερευνούν νέους τρόπους για να μεταφέρουν την τέχνη της αφήγησης στο κοινό.

ΤΟ ΚΟΙΝΟ ? ΤΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΠΟΘΟΥ-Ο ΑΙΩΝΙΑ ΑΓΝΩΣΤΟΣ

Αν όλες αυτές οι τεχνολογίες λειτουργούν στο παρόν αλλά προοιωνίζουν και το μέλλον, τότε σε ποιο κοινό έχουν σκοπό να απευθυνθούν? Ποιο είναι το «Κοινό του μέλλοντος»? Τι προσδοκά και πως ψυχ-αγωγείται? Πόσο ζωντανή μπορεί να γίνει η παράσταση (παράσταση: εκ του παριστάνω μεν αλλά δεν είμαι).
Μέσα από την ψηφιακή καινοτομία στις τέχνες, μέχρι που μπορεί να φτάσουν  οι νέοι τρόποι με τους οποίους το κοινό μπορεί να βιώσει ζωντανή απόδοση χρησιμοποιώντας νέες και αναδυόμενες τεχνολογίες? Οι τέχνες και δει οι παραστατικές αναπτύσσονται  καθώς η τεχνολογία εξελίσσεται, και υπάρχουν όλο και περισσότερες ευκαιρίες που μπορούν να πειραματιστούν οι καλλιτέχνες για να φέρουν αυτήν την τεχνολογία στο παγκόσμιο κοινό. Αυτό το κοινό θα δείξει τι μπορεί να επιτευχθεί. Τι θα μείνει  και τι θα σβήσει, τι θα εξελιχθεί ακόμη περισσότερο και τι θα μείνει στάσιμο, τι θα εξαφανιστεί και τι θα ενσωματωθεί στην ήδη υπάρχουσα εμπειρία αιώνων. Αυτό κοινό περισσότερο άγνωστο και απρόβλεπτο από ποτέ, δεν μετριέται και δεν καθορίζεται με τους γνωστούς δείκτες από την κοινωνική θέση, την ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο, η την οικονομική επιφάνια. Τώρα πια τα κριτήρια και οι δείκτες μέτρησης,  είναι παγκόσμιοι και συμπεριλαμβάνουν λαούς, και γενεές ολόκληρες. Ένα κοινό αποξενωμένο από την τεχνολογία, την τέχνη και την δημιουργία δεν είναι κάτι που θέλει κανείς. 
Είμαστε στο μέσον της διαδρομής. Μιας διαδρομής που μάλλον δεν έχει τέλος. Καλλιτέχνες και creative technologists εργάζονται σε διάφορες πτυχές τομείς και κάθε τρελό project διαγράφεται στις οθόνες των computers. Ο καιρός που θα βγει για να συναντήσει το ευρύ κοινό που δεν έχει δει ποτέ κάτι ανάλογο δεν αργεί και είναι εξαιρετικά συναρπαστικό.
Μια μικρή έρευνα στο «πανταχού παρόν και τα πάντα πληρών» διαδίκτυο είναι αρκετή για να μας εντυπωσιάσει.

Το περιβόητο Royal Shakespeare Company για παράδειγμα, το …μακρινό 2016 στην ΤΡΙΚΥΜΙΑ του Σαίξπηρ, χρησιμοποιώντας την τεχνολογία της intel, παρουσίασε το καλό ξωτικό του Πρόσπερο, τον Ariel,  ως ψηφιακό είδωλο, ζωντανά και σε πραγματικό χρόνο. Ο ηθοποιός Mark Quartley φόρεσε ένα κοστούμι με σένσορες κίνησης, κάνοντας το  «avatar» του Ariel να εμφανίζεται στα πιο απρόβλεπτα μέρη του θεάτρου Σφαίρας και οι θεατές να εντυπωσιάζονται με τις πτήσεις του από την μία μεριά στην άλλη. Το The Imaginarium Studios και η Intel έδωσαν με την τεχνολογία και την τεχνογνωσία τους μια ιδιαίτερη και πανηγυρική αίγλη στην επέτειο των 400 χρόνων από το θάνατο του μεγάλου βάρδου.

Η πλατφόρμα επαυξημένης πραγματικότητας ARShow στο Τελ-Aβιβ επιτρέπει στο κοινό να βιώσει τη μικτή πραγματικότητα χρησιμοποιώντας ένα λειτουργικό σύστημα, που μπορεί να συγχρονιστεί με απεριόριστο αριθμό συσκευών/χρηστών προσφέροντας μία μοναδική συλλογική εμπειρία.

To “Κόσμος μέσα μας» (Cosmos Within Us) είναι ένα πείραμα VR. Οι συμμετέχοντες μπαίνουν στο μυαλό του Aiken, ενός 60χρονου άνδρα με Αλτσχάιμερ, ο οποίος προσπαθεί απεγνωσμένα να κρατήσει τις παιδικές του αναμνήσεις. Με την παρέμβαση μουσικών και τραγουδιστών οι συμμετέχοντες βοηθούν τον Aiken να συνειδητοποιήσει διαφορετικούς ήχους και να ξεπεράσει το πρόβλημα και την ασθένεια του.

Το Under Presents project ξεκίνησε για πρώτη φορά στο Sundance Festival  το 2017, και είναι πλέον διαθέσιμο στο Oculus Quest για οποιονδήποτε θέλει να το δοκιμάσει. Εάν το κάνει πρέπει να είναι έτοιμος  για κάτι μοναδικό: Το  ζωντανό θέατρο είναι παρόν και πραγματικοί ηθοποιοί αντιμετωπίζουν τους θεατές  τους οδηγούν στη σκηνή για interactive activities και επιβάλουν ποινές σε περίπτωση κακής συμπεριφοράς τοποθετώντας τους παίκτες/θεατές σε ένα κλουβί.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΜΕ ΕΝΑ ΧΑΜΟΓΕΛΟ (γεμάτο νόημα)

Ο κατάλογος είναι μεγάλος και εντυπωσιακός για την λειτουργία των συστημάτων και τις νέες εμπειρίες που προσφέρουν. Το μέλλον υπόσχεται πολλά. Εκείνο που δεν μπορεί να υποσχεθεί είναι η ποίηση που υπάρχει στο ζωντανό κορμί του ηθοποιού, μπροστά στη ζωντανή οντότητα και το βλέμμα του θεατή, που βιώνουν μαζί την ίδια δημιουργική εμπειρία,  σε παρόντα χρόνο επιστρατεύοντας την φαντασία, τον ψυχικό και πολιτισμικό ορίζοντα και την ευαισθησία και των δύο, ηθοποιού και θεατή. Αν ο Ζενέ αναβίβαζε τον ηθοποιό στο ύψος του αγίου, που στεκόμασταν με δέος μπροστά του καθώς αυτός «μαρτυρούσε» πάνω στο ξύλινο πατάρι, τώρα μέσα στα δαιδαλώδη και χαοτικά κυκλώματα των ηλεκτρονικών υπολογιστών, ψάχνουμε απεγνωσμένα να βρούμε ένα εικόνισμα να ανάψουμε ένα κεράκι.
Το θέατρο ήταν και είναι ένας χώρος (και χρόνος) στοχασμού. Φιλοσοφικού, πολιτικού, υπαρξιακού. Ο διάλογος σκηνής πλατείας ήταν το πεδίο που συναντούσαμε τον πολιτισμό και τον ανθρωπισμό μας. Τώρα ο μασκοφορεμένος θεατής με ποιόν θα συνομιλήσει? Με ποιόν θα στοχαστεί? Θα βρει κάποιες απαντήσεις στα δικά του πολιτικά και υπαρξιακά ερωτήματα?
Βλέπετε είναι και η τεχνολογία που πρέπει να απαντήσει σε κάποια προβλήματα και ανάγκες του παντοδύναμο κοινού. Δεν  ξέρω αν το έχουν αντιληφθεί οι κοινωνοί της.
H  απόλυτη δημοκρατία που επικρατούσε τόσο στο κοίλο της Επιδαύρου όσο και στο πιο σκοτεινό Black Box του Soho και του Off-off Broadway ζητάει να έχει μία θέση στην μοναξιά του σύγχρονου θεατή που έχει όλο τον κόσμο στην μάσκα που φοράει και στο remote control που κρατάει. Θα την βρει?
Προσωπικά -αν μου επιτρέπετε- πιστεύω πως οι ανύποπτες πλατφόρμες και τα ανέμελα ευδαιμονισμένα λογισμικά θα κάνουν πολλά χρόνια να την κατακτήσουν.

Antonin Artaud και το θέατρο της σκληρότητας

Η τρικυμιώδης ζωή, που χάρισε στη θεωρία του σύγχρονου θεάτρου μια μεγάλη κληρονομιά.

Ο Artaud γεννήθηκε στη Μασσαλία της Γαλλίας το 1896. Ήταν ένα από τα πέντε παιδιά της οικογένειάς του. Η μητέρα του είχε άλλες τέσσερις αποτυχημένες εγκυμοσύνες και δυο από τα αδέλφια του δυστυχώς έχασαν τη ζωή τους σε παιδική ηλικία. Ο ίδιος ο Artaud σε ηλικία μόλις τεσσάρων ετών πέρασε μια βαριά αρρώστια που επιβίωσε, όμως τον άφησε με εύθραυστη υγεία. Αργότερα αντιμετώπισε μια σειρά καταθλιπτικών επεισοδίων, και πέρασε μέρος της εφηβείας του σε σανατόριο. Μπήκε στο γαλλικό στρατό, αλλά αποστρατεύτηκε επειδή υπνοβατούσε.

Στη συνέχεια ο Artaud ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου και ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τον σουρρεαλισμό. Οι σουρρεαλιστές όμως κατέληξαν να τον απορρίψουν, καθώς ο ίδιος δε δέχτηκε να αποκηρύξει το θέατρο ως μια μπουρζουά εμπορική μορφή τέχνης. Ο Artaud τότε άρχισε να ταξιδεύει τον κόσμο, ενώ παράλληλα είχε μια δύσκολη ζωή, με βαριές καταχρήσεις. Λόγω μιας σειράς ψυχωτικών επεισοδίων κατέληξε σε ένα σανατόριο, όπου ήταν αναγκασμένος να κάνει θεραπεία με ηλεκτροσόκ. Τελικά, πέθανε από καρκίνο το 1948.

Όμως η ταραχώδης ζωή του, δεν τον εμπόδισε από το να συλλάβει και να καταγράψει ιδέες που έχουν επηρεάσει και επηρεάζουν τη σύγχρονη δραματουργία και θεωρία του θεάτρου. Μεταξύ πολλών και τη δουλειά των Jean Genet, Samuel Beckett, Peter Brook, Jerzy Grotowski, καθώς και τη θρυλική ομάδα The Living Theater, της Νέας Υόρκης – την πρώτη πειραματική εταιρεία θεάτρου στις ΗΠΑ.

Μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα, στο θέατρο κυριαρχούσε ο νατουραλισμός και το αστικό δράμα. Έτσι ο Artaud, ορμώμενος από τις σουρρεαλιστικές του επιρροές, ήρθε να υπενθυμίσει πως το θέατρο έχει τις ρίζες του βαθιά μέσα στο μύθο, την τελετουργία και τη μαγεία. Πίστευε πως o ρεαλισμός και το τετριμμένο είχαν αρχίσει να καταβροχθίζουν τους ανθρώπους, και πως η τέχνη και το θέατρο – ως καθαρή δημιουργία – οφείλουν να προσφέρουν έναν ‘μαγικό εξορκισμό’, καθώς τον αποκαλεί, που θα βοηθήσει τους ανθρώπους να απεγκλωβιστούν από την ασφυκτική σφαίρα της κανονικότητας και του καθημερινού. Με το μανιφέστο του για το θέατρο της σκληρότητας, υποστηρίζει πως ο σκοπός του θεάτρου είναι να αφυπνίσει τον άνθρωπο ώστε να εντάξει στη ζωή του τη μαγεία, τη μεταφυσικότητα, την ποίηση.

Όλα ξεκίνησαν το 1931, όταν ο Artaud παρακολούθησε μια ομάδα χορευτών από το Μπαλί, να παρουσιάζουν στο Παρίσι ένα θέαμα που συνδύαζε το τραγούδι, το χορό και την παντομίμα, μέσα από ένα τελετουργικό και παραισθητικό πρίσμα τρόμου. Ένα θέαμα που θόλωνε τις γραμμές ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό. Αυτό το θέαμα ήταν που πυροδότησε την ιδέα του Artaud για το θέατρο της σκληρότητας, και πάνω στην οποία βασίστηκε το βιβλίο του ‘Το θέατρο και το είδωλό του’ (Le theatre et son double, 1938).

Το θέατρο της σκληρότητας (theatre of cruelty) ορίζεται από τον Artaud σαν ένα θέαμα, πέρα από τη λογική και τον λόγο. Ένα θέαμα όπου ΄βίαιες εικόνες συντρίβουν και υπνωτίζουν τη λογική του θεατή, που γραπώνεται από το θέατρο σαν από έναν ανεμοστρόβιλο υψηλότερων δυνάμεων΄. Ο Artaud δεν εννοούσε απαραίτητα τη σωματική βία, αλλά την πηγαία παρόρμηση, την αιφνίδια – σχεδόν αντανακλαστική – ορμή για δράση, που γεννάει ένα έργο. Ο Artaud βάζει το θέαμα και τα mise-en-scène (=π.χ. φωτισμούς, κοστούμια, σκηνικά αντικείμενα, σκηνογραφία) πάνω από το κείμενο, αλλά ταυτόχρονα απορρίπτει τη σκηνογραφία και τα σκηνικά αντικείμενα. Έτσι, η εστίαση παραμένει πάνω στον ηθοποιό, ενώ η επιφόρτιση του θεατή ενισχύεται με έντονη χρήση των φωτισμών, υπερβολικά κοστούμια, καθώς και δυνατούς, απότομους ήχους.

Κάθε έργο ξεγυμνώνεται από το κείμενό του, οι χαρακτήρες αποδομούνται και η πλοκή κατακερματίζεται. Ο Artaud οραματίστηκε ένα θέατρο όπου οι θεατές τοποθετούνται στο κέντρο ενός μη θεατρικού χώρου (π.χ. μια μεγάλη αποθήκη ή ένα εργοστάσιο), ενόσω η δράση εκτυλίσσεται γύρω τους σε διαφορετικούς, σαφώς ορισμένους, σκηνικούς χώρους. Καθώς αναφέρει και ο ίδιος στο μανιφέστο του: ‘Η δράση θα ξετυλίγεται σε όλα τα επίπεδα και προς όλες τις διευθύνσεις της προοπτικής, σε ύψος και σε βάθος’. Το θέατρο της σκληρότητας βασίζεται στην ιδέα πως ωμές ‘επιθέσεις’ στο ένστικτο του θεατή, μπορούν να τον φέρουν σε μια ευάλωτη κατάσταση, η οποία τον βοηθά να μυηθεί στη μαγεία του θεάτρου, αγνοώντας κοινωνικά φίλτρα και περιορισμούς.

Το θέατρο και το είδωλό του. Όμως, τί εννοεί ως είδωλο ο Artaud; Αν και δεν ορίζεται σαφώς στις εκθέσεις και επιστολές του, μάλλον το είδωλο του θεάτρου είναι τελικά η ίδια η ζωή. Ή μάλλον η νέα ζωή, νέα πραγματικότητα και αντίληψη, στην οποία το θέατρο μπορεί να μας μυήσει, αν εμείς καταφέρουμε να αφεθούμε αληθινά

 

Πατρίδες

Μία γοητευτική παραλλαγή του μύθου του Οδυσσέα λέει ότι πήρε ένα κουπί και είπε θα ριζώσει εκεί που δεν θα αναγνώριζαν το περίεργο αντικείμενο. Κάπου μακριά από τη θάλασσα.

Και τον φαντάζομαι να περιπλανιέται μέχρι να φτάσει στα ευλογημένα μέρη που δεν θα ήξεραν από σχεδίες, σκαριά και βάρκες.
Και εκεί να ακουμπά σε μια άκρη το κουπί και να αναπαύεται. Να αφηγείται ωραίες ιστορίες , πρωτάκουστες στους ανθρώπους που δεν είχαν δει ποτέ τη θάλασσα. Για ταξίδια και φουρτούνες, ιστορίες του έρωτα και του πολέμου…
Να περιγράφει ηρωικά κατορθώματα και πώς έφτιαξε το άλογο και πήρανε την Τροία… Πώς γέλασε τον Φιλοκτήτη, πώς κέρδισε από τον Αίαντα τα όπλα του Αχιλλέα κι ύστερα για την Κίρκη και την Καλυψώ και πώς βρέθηκε ολομόναχος χωρίς συντρόφους να παλεύει…
Βασιλιάς θα ήταν ο Οδυσσέας σε κείνα τα μέρη! Θα μαζεύονταν γύρω του παιδιά θαμπωμένα από τα λόγια του και γέροι που θα ‘στεκαν αμίλητοι μπροστά στη σοφία του…
Και θα τον άκουγαν οι νεοφερμένοι, θαυμάζοντάς τον!
Και αυτός ξανά και ξανά θα έλεγε τις ίδιες ιστορίες, στην αρχή ψάχνοντας κάθε φορά και λόγια διαφορετικά και εξηγώντας, στη συνέχεια όλο και με λιγότερη πρωτοτυπία, ώσπου μια μέρα απλά να κουραστεί.
Και τον φαντάζομαι πάλι να κοιτάζει το ξεχασμένο κουπί στη γωνία και να νιώθει νοσταλγία για τη θάλασσα και τους ανθρώπους της. Να σκέφτεται: “Τι νόημα έχει να περνιέμαι για σοφός στους αδαείς;”
Κι έτσι να παίρνει τον δρόμο του γυρισμού. Να κατεβαίνει στη θάλασσα και τ’ ακρογιάλια και κει πια να σμίγει με τους δικούς του.
Οι δικοί του… Οι θαλασσινοί … Αυτοί που ξέρουν τις ίδιες ιστορίες με κείνον! Γνώρισαν τα ίδια πρόσωπα και θα αναγνώριζαν σημάδια του κορμιού και της ψυχής, ουλές στο γόνατο και τη σκληράδα των χεριών. Θα ήξεραν για τον Λαέρτη και την Πηνελόπη κι άλλα πολλά για τους ήρωες της Τροίας. Και ίσως να αφηγούνταν διαφορετικές εκδοχές της ίδιας ιστορίας, ραγίζοντας την πολυμήχανη παντογνωσία του : “Οδυσσέα, αυτή η ιστορία ίσως συνέβη αλλιώς”. Αν του το έλεγαν με τρυφερότητα και σεβασμό, θα τη δεχόταν αυτήν τη μικρή αμφισβήτηση! Από τους θαλασσινούς σαν και κείνον όλα θα τα δεχόταν.

Πατρίδα του τελικά πάντα εκεί και πάντα εκείνοι που θα αναγνωρίζουν τα κουπιά…

Μέρα που έπεσε η Αυλαία

Αυτό που έγινε στις 12 Μαρτίου 2020 για τους ανθρώπους του θεάτρου δεν το έχουμε ακόμα χωνέψει. Κοιτώντας στο παρελθόν δεν το πιστεύουμε ότι συνέβη και κοιτώντας το μέλλον δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει. Κοιτώντας το παρόν είναι η απόλυτη αμηχανία που το ανησυχητικό είναι ότι επικίνδυνα συνεχίζεται. . Αυτή η αναγκαστική παύση έβγαλε στην επιφάνεια παθογένειες που ταλανίζουν το θέατρο και μην αναρωτηθείτε τι εννοώ, ξέρετε.

Προτείνω η 12 Μαρτίου να ονομαστεί « Μέρα που έπεσε η Αυλαία» και 15 μέρες αργότερα να γιορταστεί η ημέρα θεάτρου που θεσμικά γιορτάζετε πάντα στις 27 Μαρτίου.

Η 12η Μαρτίου δεν πρέπει να ξεχαστεί σαν ένα κακό όνειρο. Οι άνθρωποι του θεάτρου δεν μπορούν να πετάξουν από πάνω τους μια τέτοια εμπειρία διάρκειας ενός ολόκληρου χρόνου. Ενός χρόνου πολύ σημαδιακού διότι εκεί που κυνηγούσαν 3-5  παραγωγές τον χρόνο σε διάστημα 8 μηνών περίπου αναγκάστηκαν σε μηδενική συμμετοχή για 12 μήνες. Στη συνέχεια γνώρισαν κάποιες καινούργιες λέξεις και πρακτικές όπως αναστολή, επίδομα ειδικού σκοπού, μητρώο καλλιτεχνών, κώδικας δεοντολογίας, επιδότηση άδειας θέσης και άλλα πολλά που ελπίζουμε ο ιστορικός του μέλλοντος να τα αναλύσει πιο εμπεριστατωμένα  από τον Hamlet. Αυτός (ο Hamlet) προτίμησε να ψάξει και να βρει τις πιο ιδιαίτερες και ενδιαφέρουσες παραστάσεις και να σας τις κοινοποιήσει.

Πριν όμως δεν απέφυγε να σκεφτεί ότι εκείνη την μέρα (την 12η Μαρτίου 2020 ντε) εμφανίστηκε μια ανώτερη δύναμη –όμοια με εκείνη που του εμφάνισε το φάντασμα του πατέρα του κάποτε στα κάστρα της Δανιμαρκίας. Αυτή λοιπόν η μορφή πήρε με τα κοκαλιάρικα χέρια της μία τράπουλα στα χέρια και σαν ατζαμής  ταχυδακτυλουργός της ‘φυγαν τα φύλλα απ΄ τα χέρια, σκόρπισαν και μπερδεύτηκαν.  Τώρα, όταν με το καλό ανοίξουμε, θα βγάλουμε εμείς το φίδι από την τρύπα και θα ξαναμοιράσουμε την τράπουλα.  Θα ξαναορίσουμε τον εαυτό μας, τις σχέσεις μας, τον ρόλο μας, τις τεχνικές, την εμπειρία, τις ικανότητες μας.

Τα πράγματα πια δεν είναι αυτά που ξέρατε και να τα ξεχάσετε.  Δεν γίνονται έτσι πια οι παραστάσεις. Θέατρο δεν γίνεται πια με τον τρόπο που ξέρατε. Κάντε κάτι άλλο. Κάντε το κάπως αλλιώς.

Τον περασμένο Ιούνιο βγήκαμε από την σπηλιά του COVID-19 και προσπαθήσαμε τρεκλίζοντας και παραπαίοντας  να κάνουμε μερικά βήματα στα επαρχιακά θέατρα κατά την συνήθεια μας.  Παραστάσεις που οι πρόβες έμειναν μετέωρες τον Μάρτιο ολοκληρώθηκαν όπως-όπως και βγήκαν στην γύρα. Χωρίς μπούσουλα χωρίς σημεία αναφοράς χωρίς πυξίδα. Φεστιβάλ που ήταν πράγματι σημεία αναφοράς ακυρώθηκαν με πρώτα και καλύτερα τα Φεστιβάλ Επιδαύρου και Αθηνών. Οι υπόλοιποι μείναμε θεατές να προσπαθούμε να καταλάβουμε τι μας κρύβει ο Σεπτέμβρης, ο Οκτώβρης. Σαν Δον Κιχώτες κάναμε μερικές παραστάσεις τον Οκτώβριο όταν το καθ΄ όλα σεβαστό υπουργείο εδέησε να βγάλει υγειονομικά πρωτόκολλα  και αφού έβγαλε κάτι αξιοθρήνητα μέτρα (60% των θέσεων, απολυμάνσεις, θερμομετρήσεις, ηλεκτρονικά εισιτήρια και άλλα αξιοθρήνητα, μας έκλεισε τον Νοέμβριο και μας αποκάρωσε –που λέει και ο Καραγάτσης- με κάτι επιδόματα και Σταϊκούρια μέτρα. Ας είναι.   

Μέχρι τότε ας δούμε τι έγινε στον κόσμο η μάλλον τι δεν έγινε. Ο Hamlet έκανε μια βόλτα και είδε τις προθήκες μερικών κλειστών θεάτρων είδε τις βιτρίνες με τις φωτογραφίες παραστάσεων που ματαιώθηκαν απότομα και έσκυψε στο τζάμι των θεάτρων να δει αν μέσα υπάρχει καμιά κίνηση

 

Στη φωτογραφία η Γεωργιάνα Νταλάρα. Μια παράσταση που δεν έγινε (ΑΙΜΑΤΙΝΟ ΦΕΓΓΑΡΙ-Νίκολας Καζάν σε σκηνοθ. ΝΙΚΟΥ ΚΑΜΤΣΗ στο ΤΟΠΟΣ ΑΛΛΟύ

Γυναίκα σημαίνει “δύναμη και ελευθερία”

“Είσαι γυναίκα” άκουγα από μικρό κορίτσι, αλλά σε αντίθεση με τα περισσότερα ελληνικά σπίτια, σε μας η λέξη “γυναίκα” σήμαινε “δύναμη και ελευθερία”… Και δεν ήταν αυτά που μου έλεγαν, ήταν οι υπέροχες γυναίκες που έβλεπα: μάνα, θείες…Αλλά και οι νεότερες: ξαδέλφες, οικογενειακές φίλες…

Τα κορίτσια που ερωτεύονταν, σπούδαζαν, χώριζαν, δούλευαν, συνέχιζαν και με μάθαιναν να περνάω καλά και με τον εαυτό μου .. Έπειτα και κείνος ο άγαρμπος Ρουμελιώτης που όλο αγωνιούσε: “Να ξέρεις να φεύγεις: όπου δεν σ αγαπάνε να φεύγεις, όπου δεν αγαπάς να φεύγεις πάλι… Να είσαι γενναία και έντιμη”… Και τούτες δω οι παραινέσεις μπορεί να φαίνονται τσιτάτα ή όπως έλεγε η μάνα μου “Καλά, ας την να μείνει και πουθενά, μαραθωνοδρόμο θα την κάνεις;” αλλά παρ’ όλα αυτά κάτι ήθελε να μου πει, κάτι πολύ δικό του και θα μου το ‘λεγε κι αν ήμουν αγόρι… Δεν έχει τόσο σημασία το πώς μεγάλωσα, ωστόσο, ούτε τα πρότυπά μου, εξάλλου θα μπορούσα να είχα επιλέξει και τα αντίθετα. Νομίζω σημασία έχει το τι θέλησα να γίνω… Θα μπορούσε και αυτό το μοντέλο να μου φαινόταν ασφυκτικό: να πρέπει να αποδεικνύεις συνέχεια τη δύναμή σου κι αυτό σε ψυχαναγκασμό καταλήγει… Αλλά τουλάχιστον μπόρεσα να επιλέξω! Ας πούμε ότι ξεκίνησα μια διαδρομή με συγκριτικό πλεονέκτημα.. Δεν ξέρω αν οδηγεί στη χαρά και την ευτυχία! Ούτε θα πω τα γνωστά για τη μοναξιά των δυναμικών γυναικών κλπ… Έχω δει δυναμικές και ανεξάρτητες γυναίκες μια χαρά συντροφευμένες και πιο παραδοσιακές και συντηρητικές μόνες και το αντίστροφο…

Οπότε ας μείνουμε στο πολιτικό και ιστορικό πλαίσιο της επετείου: τη χαρά δεν μας την εξασφαλίζει κανείς, την ισονομία και τα δικαιώματά μας όμως μπορούμε και έχουμε υποχρέωση να τα διεκδικούμε…

Scroll to top