SALMAN Quichotte & Sancho RUSHDIE

Της Λαμπρινής Θάνου, 23 Αυγούστου 2020

Το Quichotte, το 14ο μυθιστόρημα του Salman Rushdie, αναδεικνύεται ως «ο Δον Κιχώτης της σύγχρονης εποχής». Αλλά το βιβλίο – ένα πραγματικά μεγάλο έργο, παγκοσμίου ενδιαφέροντος, τρυφερό ποιητικό και κωμικό μαζί – είναι ένα πολύ πιο φιλόδοξο εγχείρημα από έναν απλό φόρο τιμής στον ιππότη, στον ρομαντισμό του η στον Θερβάντες .
Ο κεντρικός ήρωας του Rushdie που δανείζει και το όνομά του στον τίτλο (Κισότ προφέρεται στα αγγλικά) γεννήθηκε με διαφορετικό όνομα, σε μια πόλη με επίσης παραλλαγμένο όνομα: Μιλάμε για την Βομβάη που τώρα είναι «Μπουμπάι». Ο Ινδός μετανάστης, που ταξιδεύει πουλώντας φαρμακευτικά προϊόντα, πρόσφατα απολυμένος από τη δουλειά του, χαμένος μέσα σε μια ιερή ανοησία που επιβάλλεται από ένα τηλεοπτικό lifestyle (το οποίο ο ίδιος λατρεύει) υιοθετεί το όνομα «Κισότ». Κλείνει έτσι το μάτι στον διάσημο ιππότη του Cervantes.
Με το ψευδώνυμό του, ξεκινά μια επεισοδιακή αποστολή σε ολόκληρη την Αμερική για να κερδίσει την καρδιά της δικιάς του Δουλτσινέας, μιας όμορφης διασημότητας που ζει στην πόλη της Νέας Υόρκης ονόματι Salmar. Την γνωρίζει μόνο μέσω της τηλεοπτικής οθόνης. Για ακόλουθο στην εκστρατεία του, έχει τον πιστό του «Σάντσο». Ο Quichotte χαίρεται που ανακαλύπτει ότι ο κόσμος, παρ΄ όλη την καταπιεστική του δομή, φαίνεται να λυγίζει κάτω από τη δύναμη της δικής του πεποίθησής, που δεν είναι άλλη από το φαινομενικά αδύνατο όνειρό του.  Βρισκόμαστε στην εποχή του «όλα- είναι δυνατά» η «Όλα-να- τα-περιμένεις» άλλωστε.
Πόσο χαρούμενος ήταν ο Quichotte μέσα του, πόσο ευγνώμων ήταν που ζούσε σε τέτοιους καιρούς!». Στην εποχή του «όλα-να- τα-περιμένεις»  ένα ολόκληρο έθνος μπορεί να πηδήξει από έναν γκρεμό σαν ελεύθερη πεταλούδα. Οι άνδρες που έπαιζαν τους προέδρους στην τηλεόραση στις πολυώνυμες ταινίες και σήριαλ του Χόλυγουντ και του Netflix θα μπορούσαν πράγματι να γίνουν πρόεδροι. Το νερό όπου γης μπορεί να εξαντληθεί …Και με αυτά τα δεδομένα ένα τηλεοπτικό αστέρι θα μπορούσε κάλλιστα να αγαπήσει έναν ανόητο παλιόγερο, κάνοντας τον να γευτεί ένα απίθανο ερωτικό θρίαμβο που θα του εξασφάλιζε στην εναπομείνασα  μικρή ζωή του , μια μεγαλειώδη ακτινοβολία».

Αλλά μη βιάζεστε να βγάλετε συμπεράσματα. Ο Rushdie, πονηρούτσικα κρύβει ένα άσσο στο μανίκι του. Μαθαίνουμε φερ’ ειπείν ότι οι Quichotte και Sancho είναι τα φανταστικά υποκείμενα ενός βιβλίου που γράφτηκε από έναν μέτριο συγγραφέα της μέτριας αστυνομικής λογοτεχνίας. Ονομάζεται Sam DuChamp και ο οποίος ελπίζει να δημιουργήσει επιτέλους ένα μεγάλο έργο με «ένα βιβλίο ριζικά αντίθετο από οποιοδήποτε άλλο που είχε προσπαθήσει μέχρι τότε”. Όπως και ο πρωταγωνιστής του, είναι και αυτός ένας Ινδός μετανάστης που λειτουργεί με ψευδώνυμο, διάγει το τελευταίο στάδιο της ζωής του , και σέρνει πίσω του ένα επιβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό, προσπαθώντας να βουτήξει σε ένα άγνωστο και αβέβαιο μέλλον. Εάν ο Quichotte έχει εκτροχιαστεί από την κατανάλωση των μέσων ενημέρωσης, ο άνθρωπος που τον γράφει στην πραγματικότητα, έχει διαταραχθεί από την ίδια τη δημιουργία του.
Ο DuChamp περιγράφει και τοποθετεί το βιβλίο εκεί που και ο Salman Rushdie τοποθετεί το δικό του: Εναντιώνεται στον πολιτισμό-σκουπίδι της εποχής του  όπως και ο Θερβάντες της δίκης του εποχής. Επιχειρεί να θίξει και να αναπτύξει θέσεις και απόψεις για τον παθιασμένο και  εμμονικό έρωτα,  για τις σχέσεις πατέρα-γιου, για εκλεκτικές συγγενικές και έχθρες, αλλά και για τους Ινδούς μετανάστες, τον ρατσισμό απέναντί τους, τους κάθε είδους κατεργαράκους και απατεώνες, για τους κατασκόπους στον κυβερνοχώρο, για την επιστημονική φαντασία, για τα παράλληλα σύμπαντα, τη συνύπαρξη φανταστικών και πραγματικών πραγματικοτήτων, για το θάνατο του συγγραφέα, για το τέλος του κόσμου και ένα σωρό άλλα θέματα.
Θα είχατε δίκιο να πιστεύετε ότι για έναν συγγραφέα – το να ασχοληθεί σε ένα μυθιστόρημα μονομιάς με όλα αυτά- θα φλέρταρε επικίνδυνα με το χάος. Αλλά στα χέρια του Rushdie όλα τα σύνορα μεταξύ αυτών καταργούνται. Καταργούνται επίσης τα όρια μεταξύ του συγγραφέα και του θέματος, της πραγματικότητας και της μαγείας, της ελπίδας και της τρελής απόγνωσης. Καθώς υφαίνει τα ταξίδια των δύο ανδρών, που κατακλύζονται από όλες τις τραγικές μανίες της σύγχρονης αμερικανικής ζωής αυτή τη στιγμή, αυτές οι ενέργειες αρχίζουν να καταρρέουν όμορφα αλλά εσωτερικά, σαν ένα αστέρι που πεθαίνει. Οι αναγνώστες του συνειδητοποιούν ότι θα ακολουθήσουν τυφλά και με ευχαρίστηση τον Rushdie μέχρι το τέλος του κόσμου, πράγμα που αποδεικνύεται ότι θα κάνουν μαγεμένοι από την αφηγηματική του δύναμη.

Παρ ΄όλο ότι ο συγγραφέας, το έργο και οι χαρακτήρες του βαίνουν ομαδικά προς το μοιραίο, όπως και ο κόσμος άλλωστε,  ο Roushdie όπως πάντα αφήνει μια αχτίδα ελπίδας γιατί το όνειρο δεν πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει ακόμη και αν όλα τα άλλα σβήσουν.

Αυτό αποκτάει μία επιπλέον σημασία αν σκεφτούμε ότι ο ίδιος πρόσφατα πέρασε δύσκολες ώρες. Βρέθηκε θετικός στον κορωνοϊό. Πλέον όμως έχει αναρρώσει πλήρως. Όπως αναφέρει σε συνέντευξή του στην ισπανική εφημερίδα «El Pais», αισθάνεται τυχερός που πλέον ξεπέρασε τον ιό και δουλεύει ξανά. «Όλος ο κόσμος μού λέει “αυτή πρέπει να είναι μια εξαιρετική στιγμή για να γράψεις” κι εγώ απαντάω “ναι, φυσικά”. Χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν καθημερινά, αλλά το σημαντικό είναι ότι είναι μια εξαιρετική στιγμή για να είσαι συγγραφέας! Θα περάσει πολύς καιρός πριν ξαναγραφτεί μυθοπλασία», σχολιάζει. Ακόμα και στις πιο δύσκολες καταστάσεις ο ίδιος παραμένει αισιόδοξος, ένα στοιχείο που μετέφερε και στο πρόσφατο βιβλίο του «Δον Κιχώτης». «Οι φίλοι μου γελούν μ’ εμένα γιατί σε αυτούς τους καιρούς συνεχίζω να είμαι αισιόδοξος. Ο Δον Κιχώτης μου είναι μια εκδοχή παρατραβηγμένη αυτής της κατάστασης. Είναι αισιόδοξος μέχρι εκεί που δεν παίρνει», αναφέρει ο Ρούσντι. Aπό την άλλη, η Δουλτσινέα του είναι αρκετά προβληματική αφού την έφτιαξε ως προβολή των εμμονών του. Άλλωστε, όπως επισημαίνει, δεν τον ενδιαφέρει η φανταστική λογοτεχνία. «Το σίγουρο είναι ότι ο κόσμος και η ανθρώπινη ζωή δεν είναι στην πραγματικότητα “φυσικοί”. O σουρεαλισμός είναι κάθε φορά και πιο αληθινός από τον ρεαλισμό», προσθέτει.

Scroll to top