ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

με παγανισμό ή με χριστιανισμό Γιορτή της Ευσπλαχνίας

«Ένα άλλο βράδυ τον άκουσα να κλαίει δίπλα. Χτύπησα την πόρτα και μπήκα. Μου ‘δειξε πάνω στο κομοδίνο ένα μικρό ξύλινο σταυρό. “Είδες – μου λέει – γεννήθηκε η ευσπλαχνία”. Έσκυψα τότε το κεφάλι κι έκλαψα κι εγώ. Γιατί θα περνούσαν αιώνες και αιώνες και δε θα ‘χαμε να πούμε τίποτα ωραιότερο απ’ αυτό.»

(Τάσος Λειβαδίτης,  «H Γέννηση», από το «Ο αδελφός Ιησούς»)…

Τα Χριστούγεννα, μες την καρδιά του χειμώνα, είναι ίσως  η πιο χαρούμενη και γεμάτη προσδοκίες γιορτή του χρόνου. Κι αν το Πάσχα μπορεί να χαρακτηρίζεται ως αναστάσιμη χαρά στο ξύπνημα της Άνοιξης, ετούτη η χειμωνιάτικη γιορτή μοιάζει με τρυφερή επιστροφή  στη μήτρα- φάτνη της πρώτης βρεφικής ηλικίας . Μνήμη μακρινή σα να αναζητά τον ξεχασμένο εαυτό,  κρυμμένο στο αθώο κουκούλι της παιδικής ηλικίας. Επιστρέφουμε λοιπόν στη θαλπωρή της οικογένειας και στολίζουμε το Χριστουγεννιάτικο δέντρο αναπαράγοντας τελικά έθιμα και δοξασίες αρχαίων πολιτισμών, αφού ο εορτασμός του χειμερινού ηλιοστάσιου είναι άρρηκτα συνδεμένος με ποικίλες τελετές, που σηματοδοτούν την επιστροφή  του φωτοδότη ήλιου. Ο παλαιός ήλιος πεθαίνει, ο  καινούργιος γεννιέται και λάμπει υπέρλαμπρος στην κορυφή του Χριστουγεννιάτικου δέντρου, αληθινή χαρά για κάθε μικρό παιδί. Θαρρείς και  στη λάμψη του στολιδιού αναγνωρίζει κάθε παιδάκι  τις δικές του προσδοκίες για τη ζωή.

Στα ριζά του δέντρου σαν παραμύθι η  αναπαράσταση της  Γέννησης εικονογραφεί τα ιερά κείμενα…

« Εκείνες τις μέρες ο Καίσαρας Αύγουστος έβγαλε διάταγμα πως έπρεπε να απογραφεί όλη η οικουμένη. Η απογραφή αυτή έγινε πρώτη φορά όταν ηγεμόνας της Συρίας ήταν ο Κυρήνιος . Ανέβηκε τότε ο Ιωσήφ από τη Γαλιλαία στην πόλη του Δαβίδ που ονομάζεται Βηθλεέμ – επειδή εκείνος καταγόταν από τον οίκο και τη γενιά του Δαβίδ- , για να απογραφεί με τη μνηστή του Μαριάμ , που ήταν έγκυος. Και ενώ βρίσκονταν εκεί , ήρθε η ώρα της να γεννήσει και γέννησε το γιό της τον πρωτότοκο και τον σπαργάνωσε και τον έβαλε να ξαπλώσει σε μια φάτνη , γιατί χώρος για αυτούς δεν υπήρχε στο πανδοχείο»

(Κατά Λουκάν Κεφ. Β)

Μια φάτνη που  γίνεται ο τόπος υποδοχής για το φτωχό, ή το ξενιτεμένο και μαζί με τους βοσκούς λίγα προβατάκια , το  γαϊδουράκι, ένα βόδι ή μια αγελάδα, θα ζεστάνουν  με την ανάσα τους το νεογέννητο. Τα ζωντανά παρόντα, ήρεμα και σπλαχνικά, παραστάτες στο θαύμα της ζωής . Στην αναπαράσταση, φιγούρες ξύλινες ή  χάρτινες, χειροποίητες, ή περίτεχνες, βρίσκονται  εκεί για να θυμίζουν έναν πολύ παλιό θρύλο: πως τα μεσάνυχτα της Γέννησης όλα τα ζώα γονατίζουν για λίγο, όταν κανείς δε τα βλέπει . Θρύλοι και δοξασίες συνδεδεμένα με τη μαγική νύχτα , όπου η ζωή θα νικήσει τον τρόμο, και όπου, κατά μια άλλη παράδοση, όλα τα ζώα για μία και μοναδική φορά, όπως συχνά συμβαίνει στους μύθους, θα μιλήσουν  με ανθρώπινη ομιλία . Μάλιστα σε ένα Αγγλικό Χριστουγεννιάτικο τραγούδι του 12ου αιώνα , τα ακούμε να μιλούν μεταξύ τους και να αφηγούνται το τι πρόσφερε το καθένα στον νεογέννητο  Χριστό:

Εγώ, μου λέει ένα μικρό γαϊδούρι τριχωτό

Τη μάννα του κουβάλησα στη ράχη, μοναχό

Στη Βηθλεέμ την πήγα , χωρίς να κουραστώ.

Εγώ, είπε η αγελάδα η στρουμπουλή

Εγώ για να ξεκουραστεί του έδωσα παχνί

Στο άχυρο να κοιμηθεί και να ονειρευτεί

Εγώ , είπε το πρόβατο με ζωηρή φωνή

Εγώ του έδωσα μαλλί , κουβέρτα να σκεπαστεί

Και πανωφόρι του έγινα εκείνο το πρωί

Εγώ είπε η περιστερά , ψηλά απ την σκεπή

Έκρωζα με το ταίρι μου για ν αποκοιμηθεί

Μαζί τον νανουρίζαμε στης νύχτας τη σιγή

(μτφ. Άννα Παπασταύρου)

Υπάρχει πάντα φυσικά και ήπιο-ρεαλιστική  εκδοχή της φάτνης:

«Οι βοσκοί στριφογύριζαν στον ύπνο τους τσιμπημένοι απ’τους ψύλλους,
Των αγγέλων οι σάλπιγγες δεν είχαν σημάνει,
Των ουρανών δεν εσείστηκε ο θόλος.
Οι μάγοι κάναν έρωτα με τη συμβία τους στο μαλακό τους στρώμα.

Όμως τα ζώα, Στ΄αλήθεια, μηρύκαζαν το σανό τους,
Η Μαρία συστρεφόταν απ΄τους πόνους μες το αίμα
Κ΄ενώ τα μάτια του Ιωσήφ μεγάλωναν σά΄φλόγες,
Τριανταφυλλί το βρέφος άρχισε να κλαψουρίζει»

(Η Γέννηση / Ζαχαρία Στάνκου μτφ από Ρουμάνικα Γ. Ρίτσος)

Πάμπολλες  οι παραδόσεις γύρω από τη συμπεριφορά των ζώων τη Χριστουγεννιάτικη νύχτα,  ενώ σε αρκετές χώρες της Βορείου Ευρώπης η παράδοση τα θέλει τη  παραμονή να χορεύουν γύρω από ένα στολισμένο έλατο.

Αλλά και ο στολισμός των δέντρων έρχεται από ένα βαθύ παρελθόν,  καθώς έλατα και άλλα δέντρα συνήθιζαν οι ιερείς να  στολίζουν στις γιορταστικές εκδηλώσεις και δεήσεις τους προς το φωτοδότη ήλιο για το χειμερινό ηλιοστάσιο . Κατ αρχήν  οι Ρωμαίοι, στα Σατουρνάλια, τις γιορτές προς τιμήν του Κρόνου, όπου κρεμούσαν γιρλάντες κι άναβαν κεριά στα δέντρα, έπειτα  οι Δρυΐδες ιερείς στην Αγγλία και Γαλλία, που εκείνη την εποχή του χρόνου στόλιζαν τις ιερές βελανιδιές τους με χρυσά μήλα και αναμμένα κεριά. Κρεμούσαν έπειτα γκι στα δέντρα και έκαιγαν ένα κούτσουρο από βελανιδιά ή μηλιά για να ξορκίσουν το κακό , ώστε να έχουν οι αγρότες καλή σοδιά .

Να λοιπόν που τα γκι  όσο και τα ου που κρεμάμε σήμερα πάνω από τις πόρτες μας σαν έρχονται τα Χριστούγεννα , έχουν κι αυτά τις ρίζες τους στον αρχαίο κόσμο , όπως ακριβώς και το κούτσουρο , που  το συναντάμε συχνά στο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι σαν γλυκό σοκολάτα, γνωστό στη Γαλλία ως … bûche de Noël . Το έθιμο του Χριστουγεννιάτικου κούτσουρου , το βρίσκουμε και στις Σκανδιναβικές χώρες , εκεί όμως με τελείως διαφορετικό τρόπο , αφού κατά τον Μεσαίωνα , καθιερώθηκε από την εκκλησία να καίει το ιερό κούτσουρο , συμβολίζοντας με τον τρόπο αυτό το θάνατο των παγανιστικών πεποιθήσεων.

Γκι , ου, μυρτιές και σχίνα , στολισμένα έλατα και  πρασινάδες κάθε λογής ,  για να ξορκίσουν οι άνθρωποι τις μεγάλες κι αβέβαιες νύχτες του χειμώνα, αλλά και για να  γιορτάσουν τις ημέρες του καινούριου χρόνου που έρχονται , ελπίζοντας πως θα ναι γεμάτες με καρπούς . Τέτοιες ελπίδες δε θα μπορούσαν φυσικά να μη συνδέονται με τη γέννηση  του Θεανθρώπου , έτσι ο θρύλος λέει ότι την κρύα χειμωνιάτικη νύχτα που γεννήθηκε ο Χριστός, όλα τα δέντρα άνθισαν σαν από θαύμα κι όλη η φύση άνθισε μες την καρδιά του χειμώνα. Ίσως αυτό να εξηγεί και το γιατί συνεχίζουμε και στη Χριστιανική παράδοση να στολίζουμε τα κλαδιά του έλατου με ολοστρόγγυλες μπάλες που θυμίζουν φρούτα. Αγγελάκια , καρποί  , καραμούζες και τρομπέτες πάνω στο έλατο ,  κορδέλες χρωματιστές, και μπάλες ολοκόκκινες λοιπόν  για να  θυμίζουν τους καρπούς των ανθισμένων δέντρων.

Παρότι όμως το έθιμο  του στολισμένου δέντρου έρχεται από πολύ παλαιότερες εποχές , στους νεότερους χρόνους φαίνεται να είναι ο Λούθηρος που πρώτος επινόησε την ιδέα του Χριστουγεννιάτικου δέντρου.

Ο Λούθηρος, θεολόγος, και ιερέας, ηγέτης της Εκκλησιαστικής Μεταρρύθμισης στη Γερμανία του 16ου αιώνα λέγεται πως αγαπούσε τους περιπάτους στη φύση . Ο καθαρός αέρας και η φυσική άσκηση του επέτρεπαν να σκέφτεται καθαρότερα . Μια παραμονή Χριστουγέννων,  περπατούσε λέει μοναχός του στο δάσος. Μαγεμένος από την ομορφιά των ελάτων κάτω από τον έναστρο ουρανό έκοψε ένα μικρό έλατο και το πήρε σπίτι του. Διακόσμησε τα κλαδιά του με αναμμένα κεράκια εις ανάμνηση της έναστρης νύχτας, ή ίσως και θέλοντας να συμβολίσει τον έναστρο ουρανό πάνω από τη Βηθλεέμ τη νύχτα της Γέννησης.

Η ιδέα του Λούθηρου άρεσε πολύ και κάποιοι την μιμήθηκαν κυρίως στη Γερμανία και  στη Βόρεια Ευρώπη. Ωστόσο,  επειδή την εποχή εκείνη η εκκλησία απέφευγε εορτασμούς που μπορεί να θύμιζαν έθιμα που συνδέονταν με τον ειδωλολατρικό κόσμο, το στολισμένο έλατο, δεν μπόρεσε να ριζώσει.

Αλλά δυο αιώνες μετά , κατά τα μέσα του19ου αιώνα ο γερμανικής καταγωγής σύζυγος της Βασίλισσας Βικτωρίας, ο Αλβέρτος, ενθουσίασε την Αγγλική αυλή δίνοντας εντολή να μεταφερθεί ένα αειθαλές δένδρο στο σπίτι τους, στο παλάτι του Ουίσδορ, και να στολιστεί με χρωματιστά γυάλινα αντικείμενα και αναμμένα κεριά.

Το παλάτι, γιόρταζε την γέννηση του γιού τους, πρίγκιπα  Εδουάρδου.

Ήταν τα Χριστούγεννα του 1841. Δώρα , όμορφα τυλιγμένα, τοποθετήθηκαν κάτω από το δέντρο, για να ξετυλιχτούν την παραμονή των Χριστουγέννων, όπως άλλωστε ήταν το έθιμο στην γενέτειρα του Αλβέρτου.

Αφότου ίσχυσε στην Αγγλία αυτό το γιορταστικό έθιμο, δεν άργησε να διαδοθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον Καναδά και σιγά-σιγά σε πολλές χώρες του κόσμου,  με το σύμβολο του Βιγαδεζή -του άστρου που λέγεται πως  έλαμψε στον ουρανό της Βηθλεέμ-να δεσπόζει στην κορυφή του στολισμένου δέντρου. Μα τι είδους άστρο να ήταν αυτό;  Ένα αστέρι ασυνήθιστα λαμπερό, το δίχως άλλο και εδώ οι σύγχρονοι αστρονόμοι δίνουν πολλές και διαφορετικές ερμηνείες.Για τον απλό όμωςκόσμο η λάμψη ενός άστρου διαθέτει κάτι το μαγικό κι απόκοσμο, κι ονειρικό ταυτόχρονα , adastraperaspera , έλεγαν  οι Ρωμαίοι με σκληρή δουλειά φτάνει κανείς ως τα άστρα. Γιατί είναι σύμβολα ελπίδας και ιδανικών και σχεδόν σ όλες τις προφορικές παραδόσεις των λαών συναντάμε θρύλους και δοξασίες, κι ας μη ξεχνάμε πως μέχρι σήμερα, όταν κάτι πάει καλά και νιώθουμε πως μας χαμογελά η τύχη , μιλάμε για το τυχερό μας αστέρι…

« Κι όταν  γεννήθηκε ο Ιησούς στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, όπου βασίλευε ο βασιλιάς ο Ηρώδης ήρθαν στα Ιεροσόλυμα μάγοι από την Ανατολή και είπαν : Πού είναι ο νεογέννητος βασιλεύς των Ιουδαίων; Διότι είδαμε το άστρο του και ήρθαμε να προσκυνήσουμε. Σαν άκουσε ο Ηρώδης ταράχτηκε …. Κάλεσε κρυφά τους μάγους και εξακρίβωσε την ώρα που φάνηκε το άστρο…» (Κατά Ματθαίον Κεφ.Β)

Οι λαοί σέβονται και τιμούν τα άστρα , την αναπαράσταση άλλωστε των οποίων έχουμε σε πολλές και διαφορετικές θρησκείες.

   Το χριστιανικό Χριστουγεννιάτικο άστρο συνήθως απεικονίζεται με πέντε ακτίνες , το άστρο του Δαυίδ έχει έξι , ενώ το μουσουλμανικό οκτώ .

Στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση της Ρωσίας, ο εορτασμός των Χριστουγέννων αρχίζει με την εμφάνιση του πρώτου άστρου την παραμονή των Χριστουγέννων. Ενώ τις Σκανδιναβικές χώρες , όπως και στη Γερμανία αλλά και την Ελβετία , ένα παιδί  ντυμένο Αστέρι  την παραμονή των Θεοφανίων, κρατώντας στο χέρι του ένα ραβδί που καταλήγει σε άστρο περιφέρεται στα σοκάκια . Πίσω του μια πολύχρωμη κουστωδία που χορεύει και τραγουδά για το τέλος του Δωδεκαήμερου, για τη δωδέκατη νύχτα, νύχτα μαγική  που πολλά παράξενα μπορούν να συμβούν σύμφωνα με την Αγγλική παράδοση, όπως τόσο ποιητικά μας  μεταφέρει την ατμόσφαιρα  ο Σαίξπηρ στο ομώνυμο έργο του .

«Νύχτα τρελή , τι νοστιμιά έχει το άρωμα; Το αγέρι πώς φυσάει ;

Είμαι τρελός για  είν όνειρο; Κι αν είναι πού με πάει ;

Μέσα στη λήθη βύθισε ω φαντασία,  τον νου μου

Σαν είναι τέτοιο το όνειρο αιώνια να κοιμάμαι»

                                          (Σαίξπηρ: Δωδέκατη Νύχτα μτφ. Βασίλη Ρώτα)

 Είναι η ίδια  νύχτα,  που κατά την Ελληνική παράδοση , οι Καλικάντζαροι, Λυκοκαντζαραίοι, τα Τζόγια ή Παγανά , τα δαιμόνια που επί δώδεκα ημέρες τριγυρνούν ανάμεσά μας τρομάζοντας τους ανθρώπους με τα καμώματά τους, θα επιστρέψουν στον κάτω κόσμο

«Φεύγετε να φεύγουμε , χαθείτε να χαθούμε με τα άστρο της Ανατολής να μη συναντηθούμε»  τσιρίζουν  στο διάβα τους

Εκεί θα συνεχίσουν να πελεκάνε το δέντρο της γης πιστεύοντας πως κάποια ημέρα θα δουν τον κόσμο να γυρίζει ανάποδα.

Ίσως τελικά στους δυστοπικούς καιρούς μας να  είναι οι μόνοι που τα χουν καταφέρει!

Τέλος , την ίδια νύχτα , τη Νύχτα των Μάγων κατά τη δική τους παράδοση , σε περιοχές της Λατινικής Αμερικής και του Μεξικού, το αστέρι των Χριστουγέννων το συναντούμε με τη μορφή πινιάτας. Πινιάτα, θα πει πανέρι και εδώ πρόκειται για ένα πανέρι , σε σχήμα άστρου γεμάτο με κάθε λογής δώρα και  ζαχαρωτά που μεταφέρεται στα κεφάλια μιας χαρούμενης πομπής παιδιών . Στο τέλος της πομπής τα παιδιά ανοίγουν το καλάθι και μοιράζονται τα δώρα.

Θρύλοι και παραδόσεις συνδεδεμένες με την ανθρώπινη προσδοκία για ένα καλύτερο αύριο, για έναν ειρηνικότερο μέλλον , μηνύματα ελπίδας και ευχές για την αγάπη που θα ανθίσει και θα καρπίσει στις καρδιές των ανθρώπων, όπως στολίζεται κι ανθίζει και καρπίζει τούτο Χριστουγεννιάτικο δέντρο που βρίσκεται στη καρδιά του σπιτιού μας , στην πλατεία του χωριού ή στο κέντρο της πόλης , αυτό είναι εν τέλει το μήνυμα του στολισμού του Χριστουγεννιάτικου δέντρου. Κι ίσως είναι αυτός τελικά ο λόγος  που όλα τα μικρά παιδιά το περιμένουν με τόση λαχτάρα.

 Γιατί είναι εκείνα τα ίδια,  υπόσχεση ζωής, είναι εκείνα τα μικρά παιδιά, η αληθινή προσδοκία του καρπού που θα ανθίσει.

Shamsia Hassani, η πικραλίδα του Αφγανιστάν

«Εσύ Ταλιμπάν , μού απαγορεύεις το σχολείο. Δε θα μπορέσω να γίνω γιατρός . Σκέψου όμως  : Μια μέρα κι εσύ θ’ αρρωστήσεις»

«Να ξαπλώνεις στο κρεβάτι μ έναν γέρο , σα να κάνεις έρωτα με καλαμπόκι μαλακό και μουχλιασμένο»

Η ποίηση LandaI, είναι  «ένα ξίφος που τρυπά την καρδιά». LandaI, στη διάλεκτο των Αφγανών Παστούν ( Pashtun) σημαίνει μικρό, δηλητηριώδες φίδι . Οι  Αφγανές γυναίκες , δεν έχουν άλλο τρόπο να αντισταθούν, να εκτονωθούν, να κραυγάσουν,  να επαναστατήσουν, να βγάλουν  γλώσσα. Γλώσσα που ακόμα και τιμωρημένη,  κομμένη δηλαδή κυριολεκτικά, μπορεί  και  κόκαλα  τσακίζει.
LandaI:Η ποίηση των Αφγανών  γυναικών. Η Magna Carta τους.  Χάρτα διακήρυξης των δικαιωμάτων τους και της καθημερινής ζωής τους. Σύντομοι, περιεκτικοί ,  ομοιοκατάληκτοι  στίχοι . Εύκολα απομνημονεύονται , εύκολα διαδίδονται  και το προσωπικό γίνεται συλλογικό. Κι εκεί που η δύναμη των Ταλμπάν επάνω στις  γυναίκες έμοιαζε να γίνεται σιγά σιγά παρελθόν , εδώ και λίγες ημέρες  επανέρχεται δραματικά στο προσκήνιο. Τότε, σ εκείνο το μακρινό 1996,  όταν οι Ταλιμπάν είχαν καταλάβει την Καμπούλ , η αληθινή  ιστορία της Παρβάνα ( The Bread winner ) γραμμένη από την Καναδή ακτιβίστρια συγγραφέα Deborah Ellis,   είχε συγκλονίσει . Η μικρή Παρβάνα,  είχε τότε αφηγηθεί στη συγγραφέα, πώς έζησε τον εμφύλιο πόλεμο, πώς  κλείδωσαν τη δασκάλα μητέρα της  σ ένα δωμάτιο και την άφησαν εκεί ζωντανή νεκρή, πώς η ίδια, η μικρή ηρωίδα  έκοψε τα μαλλιά της , ντύθηκε αγόρι και άρχισε να μαζεύει τα  κόκκαλα των νεκρών από το νεκροταφείο της πόλης της- δουλειά που της απέφερε κάποια χρήματα  για να μη πεθάνουν από πείνα –  και  πώς ο ακρωτηριασμένος πατέρας της, ανάπηρος πολέμου πούλησε το ξύλινο πόδι του σε μια εξευτελιστική τιμή. Ένας σύγχρονος Αμάλ σάμπως, για να θυμηθούμε το γνωστό λυρικό έργο του G. Menotti, « Ο Αμάλ και οι νυχτερινοί επισκέπτες», μόνο που στη ζωή της Παρβάνα, ούτε αίσιο τέλος είχε η πράξη του πατέρα, ούτε οι τρεις καλοί μάγοι της φανερώθηκαν ποτέ. Στη δική της ζωή  και στην  κλεμμένη της παιδική ηλικία  που βουτήχτηκε μέσα στη βία και στην οδύνη, μοναδικός, φρικτός επισκέπτης  ήταν  ο φονταμενταλισμός.

Σήμερα, το Αφγανιστάν μετράει περίπου 15 εκατομμύρια γυναίκες . Από αυτές, τα 11 περίπου εκατομμύρια ζουν φυλακισμένες, ενώ όπως υπολογίζεται μόνο οι 700.000  γυναίκες έχουν πρόσβαση στη μάθηση και μπορούν να φτάσουν ως το λύκειο. Ένα τραγικό ποσοστό του σχεδόν 5%.

Η πλειοψηφία είναι λογοδοσμένη από τη βρεφική ηλικία, πουλημένη σα δούλα από την οικογένειά της  σ ένα άνδρα ,  συνήθως  πολύ μεγαλύτερης ηλικίας, γιατί αυτός ξέρει . Έχει πείρα! Στην κακομεταχείριση , στον ξυλοδαρμό, στο μαστίγωμα , στον βιασμό  και στον εξευτελισμό.  Έτσι , για  προκαταβολικό σωφρονισμό. Για να μάθει η καριόλα να γεννιέται γυναίκα!

« Μικρή τουλίπα, πεθαίνει πριν ανθίσει , κι ο άνεμος στην έρημο σκορπίζει τα  εύθραυστα πέταλά της…»

Μέσα σε αυτό το ζοφερό  κλίματου σκοταδισμού , ανθίζει  η εικαστικός η  Ommolbahni Shamsia Hassani,που επιλέγει να αντισταθεί, να υψώσει τη φωνή και τη γροθιά της με τη δύναμη  της τέχνη της . Καθηγήτρια γλυπτικής η ίδια στο Παν/μιο της Καμπούλ, γεννήθηκε στην Τεχεράνη το 1998  από γονείς πρόσφυγες πολέμου με καταγωγή από την επαρχία  Κανταχάρ. Το 2005 επιστρέφει στον τόπο της και σπουδάζει στο Παν/μιο της Καμπούλ.  Λίγο αργότερα, σ ένα σεμινάριο που οργανώνεται στο πλαίσιο της δράσης Η  Επικοινωνία ως Αντίσταση,συναντιέται στην Καμπούλ με τον  Βρετανό «καλλιτέχνη του δρόμου» Chu, και η Hassani,έρχεται σε επαφή με την Street Art. Έκτοτε , με την πίστη ότι η τέχνη ημερώνει τα ένστικτα , καθώς ενώνει τους ανθρώπους στη χαρά, στη θλίψη,στον πόνο , αποφασίζει να αφηγηθεί την περιπέτεια των γυναικών της χώρας της  επάνω στα κτήρια της Καμπούλ, τα πληγωμένα από  τις σφαίρες και τις αναμνήσεις του  πολέμου. Η ίδια λέει : « Είμαι από το Αφγανιστάν . Μια χώρα πολέμου. Ας φέρουμε λοιπόν Eιρήνη με την Τέχνη». Γίνεται έτσι η πρώτη «καλλιτέχνις δρόμου»που τολμά να εκθέσει σε δημόσια θέα, σκέψεις  γνώμη, θέσεις .. “ Θέλω να υπενθυμίσω στους ανθρώπους πως οι γυναίκες υπάρχουμε» μας  λέει  . Στις τοιχογραφίες της,  γυναίκες μαυροφορεμένες,  γυναίκες πρόσφυγες , γυναίκες ονειροπόλες, γυναίκες στοχαστικές , γυναίκες μοναχικές , γυναίκες ελπιδοφόρες, γυναίκες καλλιτέχνες , γυναίκες μητέρες . Γυναίκες, που αξίζει να αγαπηθούν  και να λάβουν τόσα, όσα  όλοι οι άνθρωποι δικαιούνται, διαδηλώνουν στους τοίχους της πρωτεύουσας, τον πόνο και την ελπίδα των γυναικών του Αφγανιστάν και  όχι μόνο. Γυναίκες της κραυγής χωρίς στόμα! « Δεν κάνω Ισλαμική τέχνη» διευκρινίζει , πώς άλλωστε,  αφού η τέχνη απευθύνεται  σε όλους μας και στον καθένα μας ξεχωριστά, μιλώντας κυρίως για  όσα ενώνουν τους ανθρώπους μεταξύ τους.Με το σύνθημα « Η τέχνη αλλάζει το μυαλό των ανθρώπων και οι άνθρωποι τον κόσμο» η  Shamsia Hassani, στις 14 Ιουνίου του 2013 δημιουργεί  στην Γενεύη ,  επάνω στο κτίριο της Ένωσης των Εργατών μια σύνθεση  προσφύγων γυναικών. Η ημερομηνία αυτή είναι συμβολική. Αναφέρεται στην  Απεργία των Γυναικών του 1991. Τότε , 500.000 γυναίκες διαδήλωναν,  με  αίτημα την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών εργατών. Σήμερα η S. Hassani μπροστά στον κίνδυνο των Ταλιμπάν αφηγείται στους τοίχους της Καμπούλ, τον τρόμο, τον σκοταδισμό, κυρίως τη ματαίωση της ελπίδας. Στο Πολιτιστικό  Κέντρο της πρωτεύουσας, στη μια πλευρά του τοίχου,  μια γυναίκα καθισμένη κάτω από μια σκάλα. Είναι καλυμμένη με την Μπούργκα.  Από κάτω διαβάζουμε: « Το νερό,  ίσως να ξανατρέξει στο στεγνό ποτάμι, μα τι θα το κάνεις το ψόφιο ψάρι»;  Εργάζεται γρήγορα και με φθηνά υλικά. Μέσα σε δέκα λεπτά , το πολύ ένα τέταρτο το έργο πρέπει να τελειώνει. Αλλιώς κινδυνεύει  να προπηλακιστεί, να συλληφθεί, να  ξυλοκοπηθεί, να βιαστεί. Σήμερα με τους Ταλιμπάν άρχοντες  στην πόλη της Καμπούλ,  η ζωή της κινδυνεύει. Ελπίζουμε μόνο να έχει προλάβει να φύγει. Θέλει και αρετή, αλλά και πολλή  τόλμη η ελευθερία. Και η τόλμη της Hassani κάνει σήμερα τον γύρο του κόσμου. Μαζί και η αρετή της στην πίστη, πως η τέχνη είναι πράξη πολιτική και βαθύτατα ουμανιστική .  Μια street artist, πικραλίδα σε πεδίο βολής, η  γυναίκα, η εικαστικός. Ommolbahni Shamsia Hassani. Σαν την πικραλίδα μέσα στη γλάστρα, ένα από τα πιο πρόσφατα έργα της . Την  προσφέρει  στον θηριώδη  μαυροφορεμένο Ταλιμπάν ,  το  κορίτσι  με το γαλάζιο φόρεμα  και το κόκκινο μαντήλι στο κεφάλι. Το κορίτσι  χωρίς στόμα . Με ένα φόρεμα σαν το γαλάζιο του ουρανού και ένα μαντήλι, κόκκινο σαν το αίμα . Ο φονταμενταλιστής,  μαχητής Ταλιμπάν, στέκει  μπροστά της σε στάση προσοχής, και  την κοιτά αμήχανος . Δε ξέρω στη γλώσσα τη δική της , στη δική μου όμως γλώσσα,  πικραλίδα  είναι το άγριο ραδίκι, το ανυπότακτο. Το λέμε και ταραξάκο, γιατί  θεραπεύει λέει τις ταραχές  …

Εύχομαι ετούτο το αγριοράδικο του Αφγανιστάν , να φυτρώνει τώρα σε πιο γόνιμα εδάφη .

Από το Creators project

Scroll to top