Σινεμά και εξουσία

Ερευνα  Σοφία Γουργουλιάνη

Σε μια χρονιά όπου η αναγκαία πτώση του Ντόναλντ Τραμπ από το αξίωμα του ανώτατου αιρετού άρχοντα των ΗΠΑ, έμοιαζε με μονόδρομο για την παγκόσμια πολιτική ρητορεία, οι ιατρικές εξελίξεις και οι συνακόλουθες πολιτικές αποφάσεις ,εντός και εκτός των εθνικών τειχών, μοιάζουν να αναδεικνύουν άλλη μία έκφανση του πολιτικού (μας) λόγου, αυτή της στήριξης στην τέχνη.

Έχοντας γαλουχηθεί και σιωπηρά ανεχθεί ένα εκπαιδευτικό σύστημα στο οποίο τα καλλιτεχνικά μαθήματα ήταν –μόνο- αφορμή για ανέξοδη κοπάνα και ένα κράτος στο οποίο οι καλλιτέχνες αντιμετωπίζονται ως ιδιόρρυθμοι κάτοικοι ενός κοινωνικά απομονωμένου γαλατικού χωριού, το ποτήρι της πολιτικής απαξίωσης μοιάζει, πια, να έχει ξεχειλίσει.

Η εργαλειοποίηση της τέχνης επεκτείνεται ,πλέον, πολύ πέρα από την παρουσίαση της ως πασατέμπο «των μικρών και των τρελών», αλλά αγγίζει, στις σκοτεινές μας μέρες, την ενοχοποίηση της ως φορέα ανευθυνότητας.

Οι καλλιτέχνες κάτοικοι του γαλατικού χωριού, έχοντας επί χρόνια αφεθεί να παλεύουν με –μόνο- μαγικό ζωμό τον προσωπικό μόχθο, μοιάζουν πλέον με αποδιοπομπαίο τράγο μιας κοινωνικής τάφρου που ανοιγόταν ,εδώ και χρόνια, με αθόρυβα -πλην σταθερά- βήματα. Και είναι πλέον έτοιμη να τους «υποδεχτεί» βίαια στα βάθη και στον σκοταδισμό της.

Κι αν τα σινεμά μένουν κλειστά μέχρι νεοτέρας, ο ίδιος ο κινηματογράφος αποδεικνύει πως ,εδώ και δεκαετίες, ξέρει να «δείχνει τα δόντια του» στις πάσης φύσεως εξουσίες και να μιλάει απερίφραστα για κοινωνικό-πολιτικά συστήματα σε σήψη.

Robert Frank

Ένα εμβληματικό πρόσωπο για τον κόσμο της φωτογραφίας του 20ου αιώνα.
Ένας φωτογράφος με αισθητική με γνώση, με ιδεολογία.
Ένας φωτογράφος σύμβολο.

Robert Frank (1924-2019) ο φωτογράφος των μεγάλων λεωφόρων, των αυτοκινήτων, των jukebox και των  ιδιαίτερων στιγμών του ανθρώπου. Μια ολόκληρη ζωή με το μάτι στον φωτογραφικό φακό. Ο hamlet διάλεξε τα στιγμιότυπα της αθωότητας. Τα παιδιά. Προσέξτε τα βλέμματα, την λαχτάρα και το πάθος τους. Το ίδιο πάθος που είχε και ο Robert Frank όταν πατούσε το κλείστρο της μηχανής του.

Ritu Kumar η Μόδα για Ινδικά παλάτια

Ερευνα Μίκα Πανάγου

Το όνομα Ritu Kumar δεν λέει τίποτα για τους Έλληνες σχεδιαστές και όλους όσους περί την μόδα τυρβάζοντες.  Εάν όμως κανείς βρεθεί στον οίκο Christies θα δει το βιβλίο της “Costume and textiles of Royal India” που κοσμεί τις εκδόσεις του.

Η Ritu Kumar είναι η σχεδιάστρια με την μεγαλύτερη αποδοχή στην Ινδία. Η γνώση της των υφασμάτων και της επεξεργασίας τους είναι μοναδική. Η επιτυχία της να φέρει κοντά και να συνδυάσει την παραδοσιακή ινδική τέχνη και τις  παραδοσιακές φορεσιές με τις μοντέρνες φόρμες της μόδας σήμερα, την αναδεικνύουν εδώ και πολλά χρόνια ως μια επιτυχημένης  σχεδιάστρια και επιχειρηματία.
Ξεκίνησε το 1969 με όλο κι όλο τέσσερις χειροποίητες σφραγίδες υφάσματος και δύο τραπέζια σε ένα μικρό χωριό κοντά στην Καλκούτα. Σήμερα έχει 55 Καταστήματα λιανικής πώλησης σε όλη τη χώρα.
Οι κολεξιόν της είναι πραγματικά υψηλής αισθητικής καθώς κατάφερε να συνδυάσει τα ινδικά μοτίφ, σχέδια και κεντήματα με τις δυτικές σιλουέτες.
Με σπουδές στην ιστορία της τέχνης και στην Μουσειολογία και ενώ πέρασε την παιδική της ηλικία στα ήρεμα βουνά της Σίμλα, πήγε στο Δελχί για τις ανώτερες  σπουδές όπου συνάντησε το μελλοντικό της σύζυγο.   
Η οικογένεια της πίστευε ότι οι γυναίκες έπρεπε να σπουδάζουν και να είναι ανεξάρτητες αντίθετα με τα επίσημα ήθη της Ινδίας του ‘60. Έτσι σπούδασε στο Lady Irwin college στο Δελχί το 1964 και μετά πήρε υποτροφία στη Νέα Υόρκη στο Briarcliff college όπου έκανε ιστορία της Τέχνης. Τα σάρι της από πολυτελή υφάσματα και εκπληκτικά κεντήματα αναδεικνύουν την μοναδικότητα τους με τον απόλυτο (και επιτυχημένο) συνδυασμό του παραδοσιακού κλασικού ινδικού πολιτισμού και των σημερινών στοιχείων της μόδας.

Federal Theatre Project-ένα Project του 1935…σαν σήμερα

 

Ένα πρόγραμμα για τη σωτήρια του θεάτρου και των ανθρώπων του στις ΗΠΑ την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης (οι ομοιότητες με την εποχή μας είναι σκανδαλώδεις)

του Πολύκαρπου Πολυκάρπου

Είμαι βέβαιος ότι οι άνεργοι ηθοποιοί πεινάνε
το ίδιο όπως και κάθε άλλος άνθρωπος
Χάρι Χόπκινς, επικεφαλής του A.Α.Ε.

Το Federal Theater Project (1935-1939), (Ομοσπονδιακό Πρόγραμμα για το Θέατρο, – Ο.Π.Θ.) ήταν ένα κρατικό πρόγραμμα οικονομικής ενίσχυσης του θεάτρου και των εργαζομένων του (ηθοποιών, σκηνοθετών, συγγραφέων, μουσικών, σκηνογράφων, ενδυματολόγων, τεχνικών).

Έσωσε περίπου 15.000 επαγγελματίες της σκηνής από την ανεργία και την φτωχοποίηση, την περίοδο του μεγάλου κραχ, αλλά έγινε και όχημα διάδοσης της θεατρικής τέχνης  σε περιοχές των ΗΠΑ που δεν είχαν δει ποτέ ξανά ζωντανό θέατρο, ενώ με την άμεση σχέση και το δημιουργικό διάλογο που άνοιξε   με το κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχή του έδωσε μια νέα πνοή στο Αμερικάνικη Σκηνή ενθαρρύνοντας τον πειραματισμό και τη δημιουργία  νέων θεατρικών μορφών και τεχνικών.
Επικεφαλής του προγράμματος τέθηκε, με επιλογή του ίδιου του Ρούσβελτ, η Χόλι Φλάναγκαν,(1890-1969)καθηγήτρια του δράματος στο Κολέγιο Βασάρ της Νέας Υόρκης, που, με υποτροφία του Ιδρύματος Γκούγκενχαϊμ, είχε μελετήσει τον τρόπο λειτουργίας των Κρατικών Θεάτρων στην Ευρώπη. Η Φλάναγκαν πίστευε ότι το πρόγραμμα θα έπρεπε να κόψει κάθε δεσμό με το παρελθόν και να υιοθετήσει μια νέα καινοτόμο και αδογμάτιστη προσέγγιση στον τρόπο παραγωγής της παράστασης, δίνοντας ιδιαίτερη  έμφαση στον παιδευτικό και τον κοινωνικό της  χαρακτήρα.

  1. ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ -ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ

Αφήνουμε τα έργα μας στην κρίση του Λαού.
Το μότο του Ο.Π.Θ. παρμένο από μια επιγραφή
του 3ου π.Χ αιώνα στο θέατρο τη Δήλου

Το πρόγραμμα τελούσε υπό την αιγίδα του Works Progress Administration, (Αρχή για την Ανάπτυξη της Εργασίας, στο εξής Α.Α.Ε )που διαχειρίζονταν ένα κονδύλι 4,88 δισεκατομμυρίων δολαρίων, και ήταν μέρος του New Deal,  του ριζοσπαστικού προγράμματος οικονομικής ανόρθωσης και καταπολέμησης της ανεργίας,  του προέδρου Ρούσβελτ (1933-1945). Θεσμοθετήθηκε με το νόμο Emergency Relief Appropriation Actτου 1935,   ξεκίνησε στις 27 Αυγούστου του 1935, και προικίστηκε  με 27 εκατομμύρια δολάρια.
«Για πρώτη φορά ένα κρατικό πρόγραμμα οικονομικής ενίσχυσης θέτει ως προτεραιότητά  του όχι τη φιλανθρωπία αλλά τη διατήρηση των δεξιοτήτων των εργατών του θεάτρου και την τόνωση της αυτοεκτίμησής  τους», είπε στον εναρκτήριο λόγο της η Χάλι Φλάναγκαν.  

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
Η οικονομική κατάρρευση του 1929, είχε σπρώξει στην ανεργία χιλιάδες καλλιτέχνες και  το θέατρο  κινδύνεψε να εξαφανιστεί, πρώτον εξαιτίας της αυξανόμενης δημοφιλίας του κινηματογράφου και του ραδιοφώνου και δεύτερον επειδή οι άνθρωποι του θεάτρου αρνούνταν να υιοθετήσουν τις μεθόδους των νέων μέσων. Ο ομιλών άφησε άνεργους 30 χιλιάδες μουσικούς σε εθνική κλίμακα, ενώ δοκίμασε άσχημα τους νουμερίστες του βοντβιλ. Όταν το εισιτήριο του κινηματογράφου ήταν 25 σεντς και του θεάτρου κόστιζε από 1,10  μέχρι 2.20 $ οι επιλογές του κοινού ήταν εύλογες. Μέσα σε αυτήν την απογοητευτική κατάσταση το πρόγραμμα στόχευσε στη δημιουργία και την ανάπτυξη ενός στιβαρού τοπικού και περιφερειακού θεατρικού οργανισμού, που θα έβαζε τα θεμέλια για ένα πραγματικά ζωντανό και δημιουργικό θέατρο με την οργάνωση αυτόνομων θεατρικών σχημάτων, τόσο στο κέντρο όσο και στην περιφέρεια, τα οποία όμως λάβαιναν σοβαρά υπόψη  τις γεωγραφικές, γλωσσικές, ιστορικές, φυλετικές, και εθνοτικές ιδιαιτερότητες  των τοπικών κοινωνιών.

Ο   ΤΡΟΠΟΣ   ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Βραχυπρόθεσμός στόχος του προγράμματος ήταν να εργοδοτήσει τους εργαζόμενους στο θέατρο που ήταν στο κατάλογο του ταμείου ανεργίας: ηθοποιούς σκηνοθέτες, θεατρικούς συγγραφείς, σκηνογράφους, αρτίστες του vaudeville, τεχνικούς  και όλους όσοι εργάζονταν σε οποιοδήποτε πόστο που είχε σχέση με το θέατρο και την παράσταση. Μακροπρόθεσμα το πρόγραμμα φιλοδοξούσε να δημιουργήσει ένα θέατρο που θα ήταν αναπόσπαστο μέρος και ζωτική ανάγκη της κοινότητας ώστε να μπορεί να λειτουργεί, με την ίδια ζωντάνια, και μετά το πέρας του προγράμματος.
Σε ένα χρόνο είχαν προσληφθεί 15.000 άνδρες και γυναίκες που έπαιρναν 23.86$ την εβδομάδα.  Στα τέσσερα χρόνια που έμεινε ζωντανό το Ο.Π.Θ., έπαιξε σε 200 θέατρα, ανοίγοντας πολλά από αυτά που είχαν κλείσει. Έπαιξε όμως και σε πάρκα, σε εκκλησίες, σε λέσχες, εργοστάσια, νοσοκομεία, σε αδιέξοδους δρόμους. Ανέβασε 1.200 περίπου παραστάσεις, χωρίς να υπολογιστούν τα ραδιοφωνικά προγράμματα,  τις οποίες τις είδαν 20 εκατομμύρια θεατές σε εθνικό επίπεδο. Επειδή το πρόγραμμα δεν είχε δρομολογηθεί για να αποκομίσει κέρδη, αλλά για να εκπαιδεύσει και να εργοδοτήσει ανθρώπους, το 65% των παραγωγών του προσφέρονταν δωρεάν.
Το Ο.Π.Θ.  ίδρυσε πέντε περιφερειακές διοικήσεις στη Νέα Υόρκη, το Σικάγο, το Λος ΄Αντζελες,  και τη Νέα Ορλεάνη. Αν και το πρόγραμμα ήταν εθνικής εμβέλειας δημιούργησε τοπικές διευθύνσεις  σε όλη τη χώρα, οι οποίες προσαρμόστηκαν με τις ανάγκες και τα προβλήματα του τόπου. Δια μέσω αυτών των τοπικών διευθύνσεων οι παραστάσεις περιόδευαν παντού και υπήρξαν περιπτώσεις, όπως η παράσταση της διασκευής αντιφασιστικού  έργου του Σίνκλαιρ Λίουις, It Can’t Happen Here, το οποίο έκανε πρεμιέρα ταυτόχρονα σε 22 τοπικά θέατρα προσαρμοζόμενο στις τοπικές συνθήκες κάθε κοινότητας.
Οι λειτουργικές μονάδες σε εθνικό επίπεδο προσέφεραν μια μεγάλη ποικιλία παραστάσεων και θεαμάτων, οι οποίες απευθύνονταν σε νέους και ώριμους θεατές και συνδύαζαν την ψυχαγωγία με την παιδεία και την κοινωνική αφύπνιση: κλασικό θέατρο, μιούζικαλ, τσίρκο, που μεγάλο αστέρι του τότε ήταν Μπαρτ Λάγκαστερ,  vaudeville, κουκλοθέατρο, θέατρο για παιδιά, χορός, πειραματικό θέατρο, έργα νέων, πρωτοεμφανιζόμενων θεατρικών συγγραφέων, ή έργα θεατρικών συγγραφέων που οι συνθήκες της αγοράς τους είχαν σπρώξει στο περιθώριο.
Πολλοί μετέπειτα σπουδαίοι θεατρικοί συγγραφείς και σκηνοθέτες όπως η Σουζαν Γκλάσπελ, που ήταν διευθύντρια του του Μεσοδυτικού γραφείου, ο΄Ελμερ Ράϊς, που διηύθυνε το γραφείο της Νέας Υόρκης και παραιτήθηκε διαμαρτυρόμενος επειδή λογοκρίθηκε ένα έργο του, ο ΄Αρθουρ Μίλερ, ο Ορσον Γουέλς, ο Τζον Χάουσμαν, ο Μάρτιν Ριτ, ο Μαρκ Μπλίτζεστέϊν, ο Ελία Καζάν, ο Τζόσεφ Λόουζυ, έκαναν τα πρώτα βήματά τους στο Ο.Π.Θ.

ΝΕΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΕΚΦΡΑΣΗΣ, ΝΕΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ
Το ότι το Ο.Π.Θ. δεν ήταν απλά και μόνο ένα πρόγραμμα εργοδότησης  των ανέργων εργατών της σκηνής, αλλά μια ριζοσπαστική και ανανεωτική θεώρηση του τρέχοντος θεάτρου το δείχνουν τα δυο από τα σπουδαιότερα επιτεύγματά του: η Ζωντανή Εφημερίδα (Living Newspaper) και το Αφρο-Αμερικάνικο Θέατρο(Negro Theatre Unit).

Η  Ζωντανή Εφημερίδα

Αυτό έργο δεν έχει ήρωες και ηρωίδες ,
σε αυτό το έργο ο ήρωας είσαι εσύ.

Η Ζωντανή Εφημερίδα ήταν μια ιδέα που συνέλαβε ο θεατρικός συγγραφέας ΄Ελμερ Ράις, με την  υποστήριξε η Συντεχνία των Εφημερίδων (News paper Guild), τα μέλη της οποίας ήταν και αυτά άνεργα. Με πρώτη ύλη τους τίτλους των εφημερίδων που παρουσίαζαν τις τρέχουσες ειδήσεις, τα προβλήματα και τα γεγονότα που απασχολούσε έντονα το κοινό, από την αγροτική πολιτική, την πρόληψη και την καταπολέμηση της  σύφιλης έως τη στεγαστική ανισότητα και την αγροτική μεταρρύθμιση, οι δημοσιογράφοι- ερευνητές δραματοποιούσαν τη σύγχρονη σφύζουσα επικαιρότητα με τη μορφή σύντομων, αιχμηρών και έντονα πολιτικοποιημένων σκετς. Εν μέρει δημοσιογραφία, εν μέρει ακτιβισμός και εν μέρει πειραματική παράσταση πολυμέσων, με την τεχνική του άγκιτ-προπ, η Ζωντανή Εφημερίδα έκανε τους θεατές κοινωνούς των  δυσλειτουργιών της κοινότητας, αφού στις περιοδείες τα θέματα των έργων προσαρμόζονταν στις τοπικές ανάγκες.
Πολύ γρήγορα όμως φάνηκε ότι θα ήταν απείρως αποτελεσματικότερο αν η δραματοποίηση  επικεντρώνονταν  σε ένα μόνο θέμα, το οποίο και θα το εξέταζε σε βάθος.  Έτσι οι ερευνητές- δημοσιογράφοι  που συνέλεγαν και έγραφαν τα θέματα δεν άργησαν να μεταμορφωθούν σε θεατρικούς συγγραφείς και  ο ακτιβισμός,  η δημοσιογραφία και το αγκιτ-προπ ενωνόμενα να μετεξελιχθούν σε αυτόνομο θεατρικό είδος.
Το πρώτο έργο-θέμα ήταν η Αιθιοπία, που έγραψε και σκηνοθέτησε ο Ελμερ Ράϊς, και παρουσίαζε  τον αγώνα του λαού της Αβησσυνίας εναντίον των Ιταλών του Μπενίτο Μουσολίνι που είχαν εισβάλει στη χώρα του. Αμέσως επενέβη το Στέητ Ντεπάρτμεντ και θυμίζοντας ότι το Ο.Π.Θ. ήταν μια κυβερνητική υπηρεσία η οποία, για την αποφυγή διπλωματικού επεισοδίου, δεν δικαιούται, να παρουσιάζει αρχηγούς  κρατών, λογόκρινε μέρη του έργου. Η παράσταση ματαιώθηκε και ο ΄Ελμερ Ράϊς, παραιτήθηκε.
Η πιο γνωστή και ίσως η δημοφιλέστερη  παράσταση της Ζωντανής Εφημερίδας ήταν το έργο το Ένα Τρίτο του Έθνους (One Third of a Nation), του ΄Αρθουρ ΄Αρεντ που ήταν εμπνευσμένο από το λόγο της ορκωμοσίας της δεύτερης θητείας του Ρούσβελτ, ο οποίος άρχισε έτσι, «Βλέπω δεκάδες εκατομμύρια πολίτες, το ένα τρίτο του έθνους, να στερούνται μεγάλο μέρος των εντελώς απαραίτητων για την επιβίωση τους». Το έργο και η παράσταση, εκτός των άλλων, οριοθετούν τη στιγμή της μετεξέλιξης της Ζωντανής Εφημερίδας σε αυτόνομο θεατρικό είδος. Αφού δεν πρόκειται για τη συλλογική δουλειά μιας ομάδας ερευνητών- δημοσιογράφων, αλλά για το έργο ενός εξατομικευμένου θεατρικού συγγραφέα.
Ο Άρθουρ ΄Αρεντ είναι ο συγγραφέας και του πολύ δημοφιλούς έργου Power,που υποστήριζε ότι οι υπηρεσίες κοινής ωφελείας θα έπρεπε να ανήκουν στο κράτος, ιδέα  πολύ τολμηρή για την εποχή. Ο τύπος κήρυξε κυριολεκτικά πόλεμο στην παράσταση την οποία το κοινό αποθέωνε. Αποτέλεσμα οι δύο παραγωγοί της, ο Μπέρτον και η Φλόρενς Τζέιμς να παραιτηθούν. Άλλα δημοφιλή έργα ήταν η Σπειροχαίτη (Spirochete), ΄Αρνολντ Σάντγκαρντ, με θέμα την σύφιλη και το Triple –Aplowed Under, έργο της συντακτικής ομάδας, με θέμα την αγροτική μεταρρύθμιση.

ΤοΑφρο-Αμερικάνικο Θέατρο (NegroTheatreProject)

Ένα πρόγραμμα που είχε δημιουργηθεί για να κάνει προσιτό στο ευρύ κοινό το καλό  θέατρο και να παρουσιάσει επί σκηνής την καθημερινή ζωή του μέσου Αμερικανού, δε θα ήταν δυνατό να αγνοήσει το Αφρό- Αμερικάνικο θέατρο. Έτσι η συμπερίληψη του στο Ο.Π.Θ απετέλεσε μια από τις σημαντικότερες επιλογές του.
Το NegroTheatre Project, αναπόσπαστο τμήμα του Ο.Π.Θ, έδωσε δουλειά σε 1000 αφρό-Αμερικάνους επαγγελματίες ηθοποιούς και σκηνοθέτες, δημιούργησε Θίασο Νέων ( Negro Youth Theatre), και ενσωμάτωσε τους Νιγηριανούς χορευτές που είχαν εκπατριστεί εξαιτίας της Αιθιοπικής κρίσης ( Afro-American Dance Unit). Πάνω από όλα όμως κατοχύρωσε  την προσφορά των Αφρό- Αμερικανών στην πολιτιστική ιστορία των ΗΠΑ.
Το πρόγραμμα ίδρυσε περιφερειακές μονάδες/θιάσους σε 22 πόλεις και πολιτείες σε ολόκληρη τη χώρα:  Σιάτλ, Νέα Υόρκη, Λος ΄Ατζελες, Βοστόνη,  Φιλαδέλφεια, Σικάγο,  Ντάραμ, Πεόροια, Κλήβελαντ.
Η μονάδα/θίασος της Νέας Υόρκης,  η πιο δραστήρια ίσως και η πιο δημοφιλής, είχε την έδρα της στο Θέατρο Λαφαγιέτ στο Χάρλεμ. Μαζί της συνεργάστηκαν  γνωστοί Αφρό-Αμερικανοί συγγραφείς που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην περίφημη Αναγέννηση του Χάρλεμ, ένα δυναμικό κίνημα που τη δεκαετία του 20 που προσπάθησε να δημιουργήσει μια νέα ταυτότητα στους Αφρό-Αμερικανούς. Ανάμεσα σε αυτούς ο ποιητής και συγγραφέας, Κάουντι Κάλεν, και ο ποιητής ΄Αρνα Μποντέμπ  που διασκευάσαν για το θέατρο το μελόδραμα μυστηρίου του Ρούντολφ  Φίσερ, Ο Μάντης είναι Νεκρός ( Conjur’Man Dies), μια από της μεγάλες επιτυχίες του θιάσου της Νέας Υόρκης. Ένα άλλο έργο που έγινε μεγάλη επιτυχία ήταν το λαϊκό δράμα του Φρανκ Χ. Ουίλσον, Πορεύεστε Μαζί, Παιδιά (Walk Together Chillum), που δραματοποιούσε ένα πραγματικό γεγονός. Την αναγκαστική εκτόπιση 100 Aφρό -Αμερικανών παιδιών από το Νότο στο Βορά για χρησιμοποιηθούν σα φτηνά εργατικά χέρια.
Η παράσταση όμως που άφησε εποχή ήταν το ανέβασμα του Μάκβεθ  από τον ΄Ορσον Ουέλς. Το άταχτο παιδί του σινεμά του θεάτρου και του ραδιοφώνου, με το εκρηκτικό ταπεραμέντο και γνήσιο τάλαντο, μετέφερε τη δράση του έργου από τη Σκωτία σε ένα μυθικό, εξωτικό νησί της Καραϊβικής, που είναι η Αϊτή, και στην αυλή του βασιλιά Ανρί Κριστόφ, του σκλάβου που ηγήθηκε της Αϊτινής επανάστασης.
Με εργαλείο του το μαγικό ρεαλισμό, ο Ουέλς εμβολίασε στην παράσταση στοιχεία της Αϊτινής  κουλτούρας. Τυμπανιστές έπαιζαν και τραγουδούσαν ύμνους από τελετές βουντού. και οι Μάγισσες παρουσιάζονταν σα βουντού ιέρειες. Τα κοστούμια ήταν της αποικιακής περιόδου του 19ου αιώνα και το σκηνικό θύμιζε ζούγκλα.
Το Ο.Π.Θ με κεντρικό σύνθημα/ μέλημα την καταπολέμηση των φυλετικών διακρίσεων προσπάθησε να σφυρηλατήσει δυνατούς δεσμούς με την Αφρό-Αμερικάνικη κοινότητα. Μέσα σε αυτό το πνεύμα η Φλάναγκαν άλλαξε τον κανονισμό, που απαιτούσε για τη συμμετοχή στο πρόγραμμα την κατοχυρωμένη επαγγελματική ιδιότητα που εργοδοτούμενου, και έδωσε τη δυνατότητα σε 40 νέους Αφρό – Αμερικάνους θεατρικούς συγγράφεις να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα ως εκπαιδευόμενοι.

Το Ραδιόφωνο
Το ΟΠΘ άρχισε εβδομαδιαίες ραδιοφωνικές εκπομπές  το Μάρτιο του 1936 και στο σύντομο βίο του παρουσίαζε, κατά μέσον ορό, 3000 εκπομπές το χρόνο, μέσα από τις συχνότητες του  NBCκαι τουNBC.
Τα προγράμματα περιλάμβαναν εκπομπές με ποικίλα θέματα: Παρουσιάσεις Προσωπικοτήτων, Πειραματικό Συμφωνικό Δράμα, και Οπερέτες. Ακούστηκαν επίσης  12 θεατρικά έργα του ΄Ιψεν, παιγμένα από το Θέατρο Ρεπερτορίου του Αέρα  ( Repertory Theatre of the Air).Το παρόν του έδωσε και το Σύγχρονο Θέατρο με έργα  νέων συγγραφέων. Το Μάρτιο του 1939, το ραδιόφωνο του ΟΠΘ συνδέθηκε με το BBC και παρουσίασε στο βρετανικό κοινό την πορεία του ΟΠΘ.

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΝΤΙΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΚΑΙ Ο ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ Ο.Π.Θ.

Culture! What the Hell 
Let’ em a pick and shovel!
[Πολιτισμός! Τι στο διάβολο σημαίνει αυτό;
Στειλ’ τους όλους στο γιαπί]
Ένα μέλος του Κογκρέσου


Οι ιδεολογικές προτεραιότητές του ΟΠΘ που τάσσονταν  κατά των φυλετικών διακρίσεων, υπέρ της δημόσιας υγείας και εκπαίδευσης, υπέρ της άρση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων, και υπέρ της ισότητας στη στέγαση, κατηγορήθηκαν από τον τύπο, τους συντηρητικούς πολιτικούς, αλλά και από δυσαρεστημένους εργαζόμενους στο  πρόγραμμα ως κομμουνιστικά.

Το Μάιο του 1939, ο Μάρτιν Ντάης, μέλος του Κογκρέσου,  Πρόεδρος της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Ενεργειών, άρχισε ακροάσεις  για τη διερεύνηση όλων γενικά των πεπραγμένων του Α.Α.Ε και ειδικά  για το πώς λειτουργούσε το Ο.Π.Θ. Με βάση την αρνητική κριτική που ασκούσαν στο πρόγραμμα ο τύπος, οι συντηρητικοί πολιτικοί αλλά και δυσαρεστημένοι εργαζόμενοι του οργανισμού, που είχαν κληθεί να καταθέσουν ως μάρτυρες η Επιτροπή άρχισε δουλειά.
Ο τρόπος που εκτελούσε τα διοικητικά της καθήκοντα η Φλάναγκαν, αλλά και τα πολιτικά της φρονήματα, έγιναν αντικείμενα έρευνας. Οι παραστάσεις του ΟΠΘ θεωρήθηκαν ότι ασκούσαν κομμουνιστική προπαγάνδα, υπέθαλπαν τον αντιαμερικανισμό και παράβαιναν το Σύνταγμα. Η Φλάναγκαν αμύνθηκε υποστηρίζοντας ότι το  πρόγραμμα υπάκουε στα άρθρα του Συντάγματος περί ελευθερίας του λόγου και της έκφρασης και αποθέωνε την Αμερική.
Τελικά με πρόφαση τον κομμουνιστικό κίνδυνο, την βαθιά ριζωμένη συντηρητική άποψη των μελών της επιτροπής, που πίστευαν, όπως και μέσος Αμερικανός εξάλλου, ότι τα λεφτά που δίνονται  στο θέατρο και την τέχνη είναι λεφτά πεταμένα, παρόλο που η συνολική δαπάνη του ΟΠΘ ήταν το 1% του Γενικού Προϋπολογισμού το ΑΑΕ, στις 30 Ιουνίου 1939, το πρόγραμμα, ακυρώθηκε και η χρηματοδότησή του διακόπηκε, αφήνοντας αυτόματα άνεργους 8000 ανθρώπους του θεάτρου.

Αυτό ήταν το τέλος ενός πρωτοπόρου στη σύλληψη και τολμηρού στην εκτέλεση προγράμματος για τη διάσωση του θεάτρου και των ανθρώπων που το υπηρετούσαν.

Υστερόγραφο 1
Κατά τη διάρκεια της ακρόασής της Χάλι Φλάναγκαν μέλος της Επιτροπής  τη ρώτησε αν γνώριζε αν κάποιος Κρίστοφερ  Μάρλοου ήταν κομουνιστής. Ένα άλλο μέλος, απείρως εξυπνότερο,  την ρώτησε αν γνωρίζει που μένει ο κ. Ευριπίδης.

Υστερόγραφο 2
Δείτε την ταινία Οι Αντάρτες του Μπροντγουαίη ( Cradle will Rock),ΗΠΑ, 1999, 132΄
Σενάριο-Σκηνοθεσία: Τιμ Ρόμμπινς. Με τους: Χανκ Αζάρια, Τζόαν Κιούζακ, Νάομι Γουάτς,  Βανέσα Ρεντγκραίηβ, Τζον Κιούζακ, Σούζαν Σάραντον, Τζον Τορτούρο.
H IMDB τη βαθμολογεί 6,8/10

Υστερόγραφο 3
Βάζοντας στην αναζήτηση του Youtube : Negro Theatre Unit Macbeth. μπορείτε να δείτε 4, 3΄- 4΄ λεπτά στιγμιότυπα από την παράσταση του ΄Ορσον Ουέλς.

(Σημείωση του hamlet: Ακολουθώντας την παρότρυνση του Πολ.Πολ. βρήκαμε και παραθέτουμε παρακάτω προς απόλαυσίν σας τα ενα στιγμιότυπο του Μάκμπεθ από το youtube)

Play Video

Θέατρα κλειστά, βραβεία Tony μελαγχολικά

Στη Νέα Υόρκη τον Ιούνιο, κορίτσια με σορτς και businessmen με λεπτά σακάκια τρώνε το μεσημέρι στο Central Park. Τουρίστες φωτογραφίζονται με κοντομάνικα και καπέλα «I love New York» με φόντο το Άγαλμα της Ελευθερίας. Κάποιοι Νεοϋορκέζοι λιάζονται στη Μύκονο ή στην Ανάφη. Ενώ στο Radio City Music Hall, το αμερικάνικο θέατρο φοράει τα καλά του και υπέρλαμπρο, εμφανίζεται μπροστά σε κοινό και κριτικές επιτροπές για ένα πολυπόθητο βραβείο Tony. Κι αν ,φέτος, ο Ιούνιος βρήκε τους Νεοϋορκέζους στα σπίτια τους και το Άγαλμα της Ελευθερίας μακριά από τα φωτογραφικά φλας, το θέατρο επιχειρεί αποφασιστικά να εγκαταλείψει το λαγούμι το, ανακοινώνοντας τις υποψηφιότητες για τα φετινά αναβληθέντα βραβεία Tony. Ενώ ανακοινώνει παράλληλα πως η αναβολή δεν ήταν παρά πρόσκαιρο σημάδι αβέβαιων καιρών και πως η τελετή θα λάβει χώρα διαδικτυακά κατά την διάρκεια του χειμώνα.

Με τις υποψηφιότητες να ανακοινώνονται στις 15 Οκτωβρίου ,και να λαμβάνουν για φέτος υπ’ όψιν τους μόνο όσες παραστάσεις έκαναν την πρεμιέρα τους έως τον Φεβρουάριο του 2020, οι παραστάσεις που σέρνουν την κούρσα των βραβείων στην κατηγορία του καλύτερου μιούζικαλ είναι το «Jagged Little Peel» και το «Moulin Rouge! The Musical». Το πρώτο, βασισμένο σε τραγούδια της Alanis Morissette εκκινώντας από μία φαινομενικά αγία αμερικανική οικογένεια εμπλέκει στα αστικά της δίχτυα μία ιστορία βιασμού, ενός εθισμού στα ναρκωτικά και κάποιων ενδοσυζυγικών τριγμών. Και με χειρουργική ακρίβεια την ανατέμνει ,αναπόδραστα, στα εξ’ων (κακώς) συνετέθη.  Ενώ, το δεύτερο, το «Moulin Rouge! The Musical» έδωσε νέα θεατρική πνοή στα μοιραία πάθη του πολυαγαπημένου κλασικού μιούζικαλ.

Στην κατηγορία, τώρα, του νέου θεατρικού έργου η παράσταση «Slave Play»του νεαρού συγγραφέα Jeremy O. Harris και το «Inheritance» του Matthew Lopez υποδέχονται τους προβολείς των θεατρικών βραβείων Tony. Το «Slave Play» λαμβάνοντας τον τίτλο του πλέον προκλητικού έργου του περσινού Broadway, με χρονικό φόντο τον 19ο αιώνα, επιχειρεί να προσεγγίσει το ζήτημα των διαφυλετικών σχέσεων μέσα από μια σειρά σεξουαλικών παιχνιδιών ανάμεσα στα μέλη «μικτών» ζευγαριών. Ενώ, το «Inheritance» χάρισε στο Broadway μια σύγχρονη εκδοχή του «Howards End» του E. M. Forster μεταφέροντας την αναζήτηση ταυτότητας, κοινότητας και –εν τέλει- σπιτιού τριών γενεών γκέι ανδρών στην Νέα Υόρκη του 20ου και 21ου αιώνα.

Το Broadway βραβεύοντας, κάθε χρόνο, τις αναβιώσεις και διασκευές κλασικών έργων, μοιάζει να βρίσκει τον φετινό ιδανικό υποψήφιο του στην παράσταση «A soldier’s play», διασκευή του ομότιτλου έργου του Charles Fuller. Το έργο μας μεταφέρει στο 1944, στην στρατιωτική βάση της Λουϊζιάνα και στον φόνο ενός μαύρου λοχία. Ξεκινώντας, λοιπόν, από την αγωνιώδη αναζήτηση του δολοφόνου εμπλουτίζει την κλασική φόρμα του who dunit με καίρια σχόλια για την ρατσιστική αλλοτρίωση του δυτικού κόσμου και την ενσωμάτωση των εθνικιστικών διδαγμάτων.

Αναφορικά με τα βραβεία ερμηνειών, στις υποψηφιότητες των ανδρών θα βρει κανείς τους Χολιγουντιανούς αστέρες Jake Gyllenhaal για την παράσταση «Sea Wall/ALife» και Tom Hiddleston για την πρόσφατη διασκευή του «Betrayal» του Χάρολντ Πίντερ. Αλλά και τους πρωταγωνιστές του «Inheritance», Andrew Burnap, και του «A soldier’s play»,Blair Underwood.

Στις γυναίκες, το Χόλυγουντ εκπροσωπεί η Laura Liney για την ερμηνεία της στην παράσταση «My Name is Lucy Barton». Ενώ και η πρωταγωνίστρια του «Inheritance», Joaquina Kalukango, βρέθηκε υποψήφια σε αυτή την κατηγορία.

Στις υπόλοιπες κατηγορίες ερμηνειών, σε μιούζικαλ και σε θεατρικό έργο (εκτός μιούζικαλ) τις υποψηφιότητες μονοπωλούν οι πρωταγωνιστές των ««Jagged Little Peel», «Moulin Rouge! The Musical», «A soldier’s play», «Inheritance»και «Slave  Play». Τέλος, το ίδιο συμβαίνει στις κατηγορίες της σκηνογραφίας, των κοστουμιών και του φωτισμού.

Με τα θέατρα του Broadway να παραμένουν κλειστά από τον Μάρτιο και να συνεχίζουν, σύμφωνα με επίσημες ανακοινώσεις, να κρατάνε κατεβασμένα τα ρολά τους τουλάχιστον μέχρι και τον Μάιο του 2021, η ίδια η θεατρική σάρκα και ψυχή μοιάζει να προσπαθεί να βγει ξανά στην επιφάνεια. Ακόμα και χωρίς πρόβες, ακόμα και χωρίς φιλιά στα καμαρίνια, ακόμα και χωρίς σφηνάκια πριν την παράσταση και κρασιά μετά. Έστω με βραβεία, κόκκινα χαλιά και πανάκριβα φορέματα.

Να σας συστήσω τον Anthony Chen

Στην Αθήνα λίγο πριν την λήξη της –δύσκολης- φετινής θερινής κινηματογραφικής σεζόν, στην μεγάλη οθόνη έκανε την εμφάνιση του ένα μικρό κινηματογραφικό διαμάντι, το «Wet Season». Και αποφασισμένο να μας χαρίσει ένα σινεφιλικό ταξίδι στην Σιγκαπούρη, μας γνώρισε έναν ταλαντούχο 36χρονο σκηνοθέτη, τον Anthony Chen. Αφηγούμενος, λοιπόν, την ιστορία μιας σχέσης καθηγήτριας-μαθητή που ισορροπεί ανάμεσα στην τρυφερότητα, την γονική αγάπη και τον ερωτισμό μας έκανε να ανατρέξουμε στα κινηματογραφικά μας τετράδια αναζητώντας το σκηνοθετικό του παρελθόν. Ενώ, χαρίζοντας μας μία «πρέζα» καθημερινότητας της Σιγκαπούρης μας έκανε να ανατρέξουμε στα κοινωνικοπολιτικά μας τετράδια αναζητώντας το πολιτισμικό της παρόν.  

Στην Σιγκαπούρη, λοιπόν, 1 στους 6 ντόπιους έχει καταθέσεις εκατομμυρίων δολαρίων στην τράπεζα. Στην Σιγκαπούρη, εργάτες από την Ινδία και το Μπαγκλαντές ζούνε ανά εικοσάδες σε ένα δωμάτιο. 

Η Σιγκαπούρη είναι ένας από τους δημοφιλέστερους φορολογικούς παραδείσους. Στην Σιγκαπούρη απαγορεύονται οι διαδηλώσεις χωρίς την άδεια της αστυνομίας.

Η Σιγκαπούρη ήταν η ακριβότερη πόλη στον κόσμο το 2016 και το 2018. Στην Σιγκαπούρη απαγορεύονται οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ ανδρών.

Ο Antony Chen, με την τελευταία του ταινία, «Wet Season», μας ταξιδεύει σε μία χώρα όπου οι άνθρωποι παντρεύονται, αλλά δεν ερωτεύονται. Θέλουν να κάνουν παιδιά, αλλά δεν θέλουν να κάνουν έρωτα. Θέλουν να μιλήσουν την τοπική τους γλώσσα, αλλά μιλάνε Αγγλικά. Είναι από την Μαλαισία, αλλά πιο πολύ θέλουν να είναι από την Σιγκαπούρη. Στην ιστορία μας, λοιπόν, μια ενήλικη γυναίκα παγιδευμένη σε έναν συμβατικό γάμο επιδιώκει να εξαντλήσει κάθε μέσο προκειμένου να αποκτήσει παιδί. Ένας μαθητής σε ένα συμβατικό σχολείο επιδιώκει να εξαντλήσει κάθε μέσο προκειμένου να μάθει Κινέζικα. Μαθητής και γυναίκα θα συναντηθούν σε μάθημα ενισχυτικής διδασκαλίας και ό,τι ξεκινάει σαν μια αναγκαία γονική φροντίδα εξελίσσεται σε ένα εφηβικό πάθος που ζητάει ανταπόκριση. Μια ανταπόκριση που θα βρεθεί, τελικά, στο μοίρασμα της κοινής μοναξιάς και στην ανακάλυψη της αυτοεκτίμησης.  

Ανακαλύπτοντας πως η ιστορία της τρυφερής αυτής σχέσης σε μια βροχερή ,πλην τεχνολογικά προηγμένη και ιδιαζόντως εύπορη, Σιγκαπούρη είναι μόλις η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του 36χρονου Anthony Chen, το κινηματογραφικό μας ταξίδι σε μία χώρα και σ’ έναν δημιουργό αποδείχτηκε σύντομο, γοητευτικό και πολλά υποσχόμενο. Με την πρώτη, λοιπόν, μεγάλου μήκους ταινία του, η οποία απέσπασε την «Χρυσή Κάμερα» στο Φεστιβάλ των Καννών το 2014, ο Anthony Chen απομακρύνεται από τεχνολογικά επιτεύγματα κι απαστράπτοντα σπίτια, μένοντας, όμως, πιστός  σε μύχιες επιθυμίες και ανούσιες συμβάσεις. Η ιστορία που αφηγείται, εδώ, ακολουθεί μία γυναίκα από τις Φιλιππίνες η οποία εργάζεται ως νταντά ενός ανήσυχου εφήβου στην Σιγκαπούρη των ‘90’s. Η οικονομική, όμως, κρίση που απλώθηκε αιφνίδια στην Ασία καθ’ όλη εκείνη την δεκαετία, θα δημιουργήσει οικογενειακές ανακατατάξεις. Και η «μπάλα» της οικονομικής ανέχειας θα πάρει και την τρυφερή σχέση ανάμεσα στον έφηβο και την νταντά.   

Τελικά, εδώ, έχουμε να κάνουμε με έναν δημιουργό- καθολικό ανατόμο της ανθρώπινης μοναξιάς  και ταυτόχρονα πολίτη μίας χώρας-ζωντανής απόδειξης πως ό,τι λάμπει δεν είναι ,επ’ ουδενί, χρυσός. Και με έναν πραγματικό καλλιτέχνη που ξέρει να στηλιτεύει υπόγεια τα κακώς κείμενα και να σπέρνει τα κινηματογραφικά του ζιζάνια εκεί ακριβώς που (πρέπει να) τον σπέρνουν.

Τα βέλη του Απόλλωνα… μας λάβωσαν

Ανάμεσα στα βιβλία που μνημονεύουν οι New York times διακρίνουμε και ένα βιβλίο ενός Έλληνα επιστήμονα που δεν τον ξέραμε μέχρι αυτή τη στιγμή. Είναι ο γιατρός και κοινωνιολόγος Νίκος Χριστάκης.

Ο τίτλος “Apollo’s arrow” μας παραξενεύει. Πολύ περισσότερο που το βιβλίο αναφλερεται στον Covid-19.

Αλλά πριν ρίξουμε μια ματιά ας πάμε να δούμε τι έκανε ο Απόλλων στους Έλληνες στην Τροία για να μπορέσουμε να δώσουμε μια εξήγηση στον τίτλο του βιβλίου. Και τι δεν έκανε θα μου πουν οι φιλόλογοι μια που ο Φοίβος ούτε για μια στιγμή δεν υποστήριξε τους Αχαιούς. Αλλά στην Α Ραψωδία ο Δημήτρης Μαρωνίτης μεταφράζει απολαυστικά:

Τρομαχτική η κλαγγή του αργυρού του τόξου ακούστηκε
Πρώτα τις μούλες τόξεψε, τα γρήγορα μετά σκυλιά
Τέλος επάνω τους τα αιχμηρά του βέλη ρίχνει
Τους εξόντωνε. Φλόγιζαν οι φωτιές για τους νεκρούς αδιάκοπα.
Μέρες εννιά τα βέλη του θεού στόχευαν το στρατό…
 Α 49-53 (μτφρ. Δ.Ν.Μαρωνίτης)

Α, μάλιστα κατάλαβα την σύγκριση: Σαν το Απόλλωνα και αυτός ο Covid-19 εξοντώνει με τα αόρατα βέλη τους Αχαιούς του πλανήτη και αν σκεφτούμε τα convoy με τους νεκρούς του Μπέργκαμο (και όχι μόνο) δεν είμαστε και πολύ μακριά από το «Φλόγιζαν οι φωτιές για τους νεκρούς αδιάκοπα»

Κατά τα άλλα με τις 368 σελίδες του, το βιβλίο έρχεται να προστεθεί στα πάμπολλα άλλα βιβλία που ξεφυτρώνουν σε όλο τον κόσμο με θέμα τον covid-19. Η έρευνα και η προσέγγιση του Χριστάκη απλώνεται παντού αλλά το βάθος της δεν είναι και πολύ μεγάλο. Μας θυμίζει τι έγινε στα αρχικά στάδια στις ΗΠΑ και στην Κίνα, τις ανεπαρκείς πρώτες αντιδράσεις, μας θυμίζει τις άλλες πανδημίες της ιστορίας, ιδιαίτερα την «πολυτραγουδισμένη» του 1918 και του Sars 2003, τα lockdown και τις κοινωνικές επιπτώσεις, τις αντιθέσεις και την σύγκρουση ανάμεσα στις δύο αντίπαλες αξίες της υγείας και των ατομικών ελευθεριών και τις κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές που δυστυχώς θα μείνουν και θα σημαδέψουν και την μετά covid εποχή.

APOLLO’S ARROW
The Profound and Enduring
Impact of Coronavirus on the Way We Live
By Nicholas A. Christakis
εκδόσεις Little, Brown Spark.

Peer Gynt by Ibsen

Πεερ Γκυντ του Ίψεν
Σκηνοθεσία: John Bock, Lars Eidinger
Παίζει: Lars Eidinger
Berlin Schaubühne

Έκανε πρεμιέρα στο Βερολίνο τον Φεβρουάριο του 2020, εκεί που άρχισαν όλα και επανέρχεται τώρα μετά από τις μεγάλες αλλαγές που έφερε στο θέατρο ο covid-19… Η παράσταση του Πεερ Γκυντ έτσι όπως την ετοίμασαν ο  John Bock και ο Lars Eidinger ήταν ιδανική για να παρουσιαστεί στις συνθήκες αυτές της πανδημίας. Χρησιμοποίησαν το κείμενο του  Ίψεν ως μια αφετηρία εξερεύνησης της σύγχρονης ταυτότητας η οποία ακροβατεί ανάμεσα στο διαδίκτυο και τη σκηνή, ανάμεσα στον χαρακτήρα και τον ηθοποιό, την προέλευση του καθενός και την εξέλιξή του, την ουτοπία και την πραγματικότητα. Έτσι και η παράστασή τους είναι ένας μονόλογος που ακροβατεί ανάμεσα στο θέατρο, τις εικαστικές τέχνες και την περφόρμανς. Όπως είπε και ο ίδιος ο John Bock, “Με τον Lars σε αυτήν την παράσταση είναι σα να παίζουμε με την «αλλαγή»”, ένας πυρήνας πιο επίκαιρος από ποτέ…

The Three Kings

«Οι Τρεις Βασιλιάδες» (The Three Kings)του Stephen Beresford
Σκηνοθεσία: Matthew Warchus
Παίζει: Andrew Scott
Old Vic- In Camera

Αστείο και συγκινητικό, Οι Τρεις Βασιλιάδες διαπραγματεύονται τη σχέση γιου και πατέρα που απουσιάζει. Εκεί που η «απουσία» και η «απόσταση» είναι το βασικό θέμα του έργου, η απόσταση της διαδικτυακής προβολής αποτελεί σκηνοθετικό εύρημα: η οθόνη δεν έχει τίποτα από τη ζεστασιά της θεατρικής δράσης σε πραγματικό χώρο και χρόνο επιβεβαιώνοντας τη θεματική του έργου.
Διθυραμβικές η κριτικές για την ερμηνεία του Andrew Scott, ο οποίος έφερε όλους τους χαρακτήρες στη σκηνή! Ή μάλλον στην οθόνη. «Απέδωσε όλες τις ειρωνικές αποχρώσεις του έργου με χιούμορ και έδωσε πανανθρώπινο χαρακτήρα στα συναισθήματα» είπαν γι’ αυτόν οι Los Angeles Times.
Ευτυχώς αυτός ο μονόλογος υπόσχεται να επιστρέψει…

Beat the Devil

Beat the Devil ένας αυτοβιογραφικός μονόλογος από τον David Hare
Σκηνοθεσία: Nicholas Hunter
Παίζει: Ralph Fiennes
Bridge Theatre

Την τιμητική τους φυσικά έχουν και τα πρωτότυπα έργα με θέμα τον ίδιο τον  covid-19. “Όλα έχουν γεύση αποβλήτων» μοιρολογεί ο Ralph Fiennes κατά τη διάρκεια του έργου. Μια κυριολεξία στα συμπτώματα του covid-19 και την απώλεια γεύσης και μια μεταφορά για την κρίση της πανδημίας και την αντιμετώπισή της από τη Βρετανική Κυβέρνηση.
Μια καυστική αυτοβιογραφική διήγηση ετοίμασε ο David Hare για το πώς βίωσε την ασθένεια του covid-19 στην Αγγλία του Μπ. Τζόνσον. Η δεικτική στάση του απέναντι στους πολιτικούς δεν είναι κάτι το καινοτόμο. Αυτό που κάνει το έργο του ξεχωριστό είναι ότι αποκαλύπτει τα λάθη που έγιναν στη διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση της Αγγλίας με έναν χιουμοριστικό τρόπο και μέσα από το προσωπικό του βίωμα. Κάποιοι το χαρακτήρισαν διδακτικό αλλά οι 250, αντί για 900 λόγω των μέτρων, θεατές του θεάτρου Bridge δεν μπόρεσαν να συγκρατήσουν το γέλιο τους.
Ταυτόχρονα ο  Ralph Fiennes απέδωσε τέλεια τη γκρινιάρικη μοιρολατρία του Hare μαζί με την πολιτική οργή και τη σύγχυσή του γύρω από τη νέα αυτή αρρώστια. Ενσαρκώνει το μέσο αστό που εγκλωβίστηκε σε μία παντελώς μη παραγωγική – άχρηστη οργή εξαιτίας ενός ιού που του πήρε σε μία νύχτα την ανεξαρτησία του και τα ψήγματα εμπιστοσύνης που του είχαν απομείνει στη κυβέρνηση του τόπου του.
Έτσι στο Beat the Devil,  ο μονόλογος γίνεται ένας συλλογικός επίλογος και το προσωπικό γίνεται πολιτικό.

Scroll to top