Μετάφραση: Αργυρώ Βώβου, θεατρολόγος
To Directors quilt of America μας επιφύλαξε πριν από λίγο καιρό μια έκπληξη. Μια συνάντηση και συζήτηση δύο από τα ιερά τέρατα του Αμερικάνικου (και γιατί όχι του παγκόσμιου κινηματογράφου) Ο Martin Scorsese και ο Quentin Tarantino τα λένε. Μετά από τις προβολές των ταινιών τους (Once upon a time in Hollywood και Irishman) η συζήτηση τους είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Απολαύστε την.
Ο Martin Scorsese και ο Quentin Tarantino είναι γεννημένοι παραμυθάδες. Τους πιάσαμε να συζητούν για τι άλλο? Για σινεμά. Για τις εμμονές τους στις ταινίες, τους ήρωες που τους γοητεύουν και τους αφήνουν να κινούνται μπροστά από την κάμερα τους, τις μεθόδους τους αλλά και την βία ως μια μορφή κάθαρσης.
Αν και προέρχονται από διαφορετικές γενιές —Ο Scorsese ανήκει στο ειδυλλιακό 1960 και στο πρώτο κύμα των κινηματογραφιστών, ενώ η εμφάνιση του Tarantino συνέπεσε με την επανάσταση των indie (indies=independent films) των ταινιών δηλαδή των αρχών της δεκαετίας του ’90 που έκτισαν το μύθο του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά που γυρίζονταν από ανεξάρτητους παραγωγούς μακριά από τα μεγάλα στούντιο του Χόλυγουντ.
Και πράγματι για τον Scortseze και για τον Ταραντίνο ισχύει ότι κανένα είδος κινηματογράφου δεν ξεφεύγει από την αντίληψη τους, είτε πρόκειται για ταινίες διάσημες και με υψηλές προδιαγραφές και τεράστιες παραγωγές, είτε για ταινίες b movie με ανούσιο περιεχόμενο, φανταχτερά μιούζικαλ, σκοτεινά θρίλερ, art-house ταινίες που απευθύνονται στους ελίτ αλλά δεν προσβλέπουν σε γεμάτα ταμεία, ακόμη και χαμηλού προϋπολογισμού ευρωπαϊκές ταινίες. Ο Scorsese και ο Tarantino απολαμβάνουν αυτόν τον πλούσιο κινηματογραφικό μπουφέ, με μεγάλη όρεξη σε ολόκληρη τους τη ζωή, κάτι το οποίο αποτυπώνεται στη δουλειά τους, στους χαρακτήρες που κατασκευάζουν και στην εικόνα του κόσμου έτσι όπως τον αντιλαμβάνονται.
Αυτή η χαλαρή κουβεντούλα μεταξύ τους έγινε διότι αυτή η χρονιά παίχτηκαν και το «Once upon a time….in hollywood” του Ταραντίνο, και το «Irisman» του Scorsese,
Ας στήσουμε λίγο αυτί να ακούσουμε τι λένε.
Martin Scorsese: Και τώρα τι κάνουμε? Ολοκλήρωσα το μοντάζ του Irishman, η ταινία βγήκε, έκανε και κάποιες πρώτες διαδρομές και τώρα τι?
Quentin Tarantino: Τυχερός είσαι. Εχεις δίκιο. Και μένα μου συμβαίνει συχνά τελευταία μετά την ολοκλήρωση να γυρνάω στο στούντιο και να λέω «Ας δοκιμάσουμε αυτό!» και «Ας δοκιμάσουμε εκείνο». Και πολλές φορές ενώ έχουμε ήδη τελειώσει συμβαίνει να γυρίζω σπίτι και μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα να σκέφτομαι «Αυτό ήταν άθλιο. Πρέπει να τα αλλάξω όλα αύριο.»
MS: Φοβερό δεν είναι? Και γω… έχει συμβεί επανηλλημένως να μου μένουν μόνο δυο τελευταίες λήψεις και τελευταία στιγμή αποφασίζω να προσθέσω άλλη μια λήψη. Ύστερα, (σκέφτομαι) «Είναι αναγκαία αυτά τα μεσαίου μεγέθους πλάνα; Ίσως να αρκούσε απλά ένα γενικό πλάνο.» Έτσι, το δοκιμάζουμε μερικές φορές. Aργότερα δυο φίλοι είπαν, «Άλλα πλάνα δεν είχες εδώ;» και απάντησα, «Ναι, ίσως έτσι να είναι καλύτερα.» Αλλά το ζήτημα ήταν ότι με αυτόν τον τρόπο αλλάζει το μέγεθος ενός πλάνου και δεν ξέρεις αν είναι καλύτερα έτσι η όπως ήταν προηγουμένως .
QT: Πες μου την γνώμη σου για τον Irishman. Νομίζω ότι είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια που είχες ποτέ. Είναι περίπου 2 ώρες, έτσι;
MS: Σχεδόν 3 ώρες.
QT: Πώς σε έχει επηρεάσει αυτό ως προς τη ροή;
MS: Είναι ενδιαφέρον το ότι επεξεργάστηκα τη ροή της πλοκής αυτή τη φορά με το σενάριο που έγραψε ο Steven Zaillian. Έπειτα – είναι μια περίπλοκη κατάσταση εξαιτίας του ότι συνεργάζομαι με το Netflix— επεκτείνεται η διάρκεια. Με άλλα λόγια, δεν είμαι σίγουρος αν θα έπρεπε να είναι για παράδειγμα, μια ταινία διάρκειας δύο ωρών και δέκα λεπτών. Ή μήπως θα μπορούσε να διαρκούσε τέσσερις ώρες; Δεν είμαι σίγουρος ως προς το ποιο είναι το ιδανικό, οπότε κατέληξα και το έκανα ξεκάθαρο στο μυαλό μου έτσι: «Και αν είναι απλά μια ταινία; Και αν η διάρκεια πρέπει να είναι όση εμείς νιώθουμε;» Βλέπεις η διάρκεια καθορίζεται και από την ηλικία και φύση των ηρώων. Συγκεκριμένα, ένας χαρακτήρας αφηγείται την ιστορία αναδρομικά στην ηλικία των 81.
QT: Ναι, είναι αλήθεια.
MS: Σου κάνει εντύπωση αλλά όταν θα φτάσεις στην ηλικία μου, Κουέντιν – και γίνεις λίγο πιο αργός, λίγο πιο στοχαστικός. Εγώ το ένιωσα όταν έκανα editing και είπα «Ας δούμε που θα μας πάει και ας το προβάλουμε σε ένα περιορισμένο κοινό ώστε να δούμε θα το αντέξουν ή όχι.» Συνεχίσαμε να συζητάμε για το τι άλλο θα έπρεπε να προσπαθήσουμε. Επίσης η ψηφιακή επεξεργασία που κάναμε μας έδωσε μια πολύ συγκεκριμένη κατεύθυνση. Έχει μια πιο ήρεμη ροή. Εξακολουθεί να έχει βία και χιούμορ αλλά αυτά προκύπτουν με διαφορετικό τρόπο. Είναι η γνωστή ιστορία: Όσες περισσότερες εικόνες κατασκευάσεις, τόσα περισσότερα έχεις να μάθεις.
QT: Ξέρεις, Marty, Θα σου πω τώρα μια ενδιαφέρουσα κατάσταση που μου συμβαίνει και που νομίζω ότι θα μας οδηγήσει σε μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση σχετικά με εσένα και τις ταινίες. Αυτό το διάστημα, ετοιμάζω ένα βιβλίο. Έχω έναν χαρακτήρα που ήταν στον Β’ Παγκόσμιο και είδε πολλές αιματοχυσίες. Και τώρα είναι πίσω στο σπίτι του, τη δεκαετία του ’50 και δεν έχει ενδιαφέρον για τις ταινίες πια. Τις βρίσκει εύπεπτες ύστερα από όσα έχει περάσει. Ξαφνικά, ακούει για τις ταινίες του Kurosawa και του Fellini… Και σκέφτεται: «Λοιπόν, ίσως έχουν κάτι παραπάνω από την ψεύτικη εικόνα του κόσμου που μας δίνει το Χόλυγουντ.»
MS: Πολύ καλά τα λέει.
QT: Οπότε πιάνει τον εαυτό του να έλκεται από αυτές τις ταινίες. Κάποιες του αρέσουν, κάποιες όχι και κάποιες δεν τις καταλαβαίνει, αλλά ξέρει ότι βλέπει κάτι.
MS: Αχα.
QT: Συμβαίνει λοιπόν το εξής παράδοξο: Έχω την υπέροχη ευκαιρία του να παρακολουθώ ταινίες από την οπτική του χαρακτήρα που γράφω. Απολαμβάνω να τις βλέπω αλλά επίσης (σκέφτομαι), «Πώς το εκλαμβάνει; Πώς το βλέπει;» και αυτό με κάνει να θέλω να σε ρωτήσω: Πότε αποφάσισες να απομακρυνθείς από τις ταινίες του Χόλιγουντ και να ξεκινήσεις να είσαι πιο περιπετειώδης παρακολουθώντας ταινίες του εξωτερικού, Ευρωπαϊκές κυρίως, για τις οποίες ίσως να είχες απλά διαβάσει κάτι;
MS: Αυτή είναι μια καλή ερώτηση γιατί τα πρώτα 7-8 χρόνια της ζωής μου ζούσαμε στην Corona, Queens. Έπειτα ο πατέρας μου έπρεπε να μετακομίσει πίσω στην Elizabeth Street (στο Little Italy), στην οδό που αυτός και η μητέρα μου γεννήθηκαν, λόγω κάποιων ζητημάτων με τον σπιτονοικοκύρη τους. Έτσι γνωρίστηκα με ταινίες όπως το Dead End Kids και το On the Bowery του Lionel Rogosin , θυμάσαι? [γελάει ]
Αλλά πριν από αυτό , ίσως εξαιτίας του άσθματος οι γονείς μου με πήγαιναν συνέχεια στον κινηματογράφο. Εκεί είδα το Duel in the Sun,την πρώτη ταινία που είδα ποτέ μου. Ύστερα το The Wizard of Oz, The Secret Garden, φιλμ νουάρ όπως το The Threat, του Felix Feist.Το έχεις δει?
QT: Το συζητάς. Το λατρεύω.
MS: Είχαμε μια μικρή συσκευή τηλεόρασης και η γιαγιά και ο παππούς μου έρχονταν κάθε Παρασκευή βράδυ επειδή έδειχνε ιταλικές ταινίες για την ιταλική κοινότητα. Οι ταινίες ήταν Vittorio De Sica, «Bicycle Thieves» Roberto Rossellini, «Rome», «Open City» και «Paisan». Έτσι, όταν ήμουν 5 ετών είδα την αντίδραση της γιαγιάς και του παππού μου που παρακολουθούσαν το Paisan κλαίγοντας και άκουσα στην ταινία τη γλώσσα που μιλούσαν. Έτσι έμαθα ότι υπάρχει και ένα άλλο είδος κινηματογράφου. QT: Ναι.
MS: Η πρώτη ταινία που είδα για το Χόλυγουντ ήταν το Sunset Boulevard του Billy Wilder.
QT: Ναι σωστά. (γελάει) Μια αρκετά σκοτεινή όψη του Χόλυγουντ.
MS: Επομένως υπό μια έννοια ήταν όλα κωδικοποιημένα. – η αλήθεια ερχόταν μέσα από έναν διαφορετικό κώδικα, και μέσα από μια διαφορετική κουλτούρα. Υπήρχε όμως κάτι που με επηρέασε όταν είδα τις ιταλικές ταινίες στη μικρή οθόνη, κάτι που δεν ξεπέρασα ποτέ κάτι που άλλαξε τα πάντα. Αυτό ήταν που ειλικρινά μου έδωσε μια εικόνα για τον κόσμο, ο ξένος κινηματογράφος.
QT: Σου διεύρυνε αυτό τους ορίζοντες στη Νέα Υόρκη,-το να αναζητάς άλλους κινηματογράφους, να φεύγεις από τη γειτονιά σου, να ψάχνεις αυτά τα μέρη;
MS: Ήταν κάτι παραπάνω από αυτό. Ήταν τρομακτικό. Υπήρχαν πολλές επικίνδυνες περιοχές οπότε πήγαινα με φίλους. Έχεις πάει ποτέ σου στη 42η οδό την ώρα που όλες οι ταινίες παίζονται μαζί ταυτόχρονα;
QT: Ξέρω αλλά ποτέ δεν τα κατάφερα. Για την ακρίβεια, την πρώτη φορά που πήγα στη Νέα Υόρκη ήταν το Σαββατοκύριακο που έκανα casting για το Reservoir Dogs. Ήθελα να πάω στη Νέα Υόρκη από τότε που έμαθα ότι υπάρχει και να παρακολου-θήσω ταινίες εκεί. Αλλά κανείς ποτέ δεν με πήγε όταν ήμουν παιδί και όταν μεγάλωσα δεν είχα αρκετά λεφτά για να πάω. Κάναμε casting για την ταινία και ο Harvey Keitel είπε: «Δεν μπορώ να πιστέψω ότι δεν θα δώσουμε στους ηθοποιούς της Νέας Υόρκης κάποια λήψη εδώ» Και απαντώ, «Δεν έχουμε χρήματα» και μου απάντησε, «Λοιπόν, θα κανονίσω ένα Σαββατοκύριακο να κάνουμε casting με έναν casting director». Έτσι είχαμε ένα Σαββατοκύριακο στη Νέα Υόρκη. Στο διαδρομή από το αεροδρόμιο διασχίζαμε με το αμάξι τους δρόμους της Νέας Υόρκης για το ξενοδοχείο, και σκεφτόμουν : «Οκ το να πάω σε κινηματογράφο στην Times Square είναι κάτι που θέλω να κάνω σε όλη μου τη ζωή. Με το που τελειώσουμε τη δουλειά το πρώτο πράγμα που θα κάνω είναι να πάω σε έναν κινηματογράφο και να δω οτιδήποτε παίζει.» Και ο Harvey μου λέει, «Quentin, όχι δεν θα το κάνεις. Σε μια εβδομάδα ίσως σε δυο, μπορεί, αλλά όχι αύριο. Δεν είσαι έτοιμος ακόμη να δεχτείς αυτό το…σοκ.» [Ο Scorsese γελάει σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης]
MS: Είχε απόλυτο δίκιο. Επίσης το περίεργο είναι ότι αυτή η κατάσταση είχε αλλάξει τη δεκαετία του ’50. Πηγαίναμε αλλά έπρεπε να έχεις και τουλάχιστον 4 άτομα μαζί. Και έδειχναν ο,τι ταινία μπορείς να φανταστείς. Δεν υπήρχαν ταινίες πορνό. Ήταν όλα συνηθισμένες ταινίες του Χόλυγουντ. Ήταν επικίνδυνο να πας εκεί, ξέρεις, ήταν τρέλα. Και θα έδειχναν, ταινίες όπως το “The Elusive Pimpernel” σε σκηνοθεσία του Michael Powell και «Emeric Pressburger» και με το ίδιο εισιτήριο έβλεπες το «Ulysses» με τον Kirk Douglas και την όμορφη πολύχρωμη εικόνα. Ακριβώς απέναντι γινόταν η προβολή για το «Halls of Montezuma» και το «To the Shores of Tripoli». (Ο Ταραντίνο γελά) Και όταν θα πήγαινες εκεί (στον κινηματογράφο) ένα σωρό φασαρίες γίνονταν στον εξώστη, που δε φαντάζεσαι. Αλλά έτσι και αλλιώς πηγαίναμε. QT: (γελά) Τώρα, είχα μια εμπειρία στο Λος Άντζελες στο Μητροπολιτικό Θέατρο ήταν το “Cameo and the Arcade”. Ήταν όλες νυχτερινές προβολές. Για την ακρίβεια, θυμάμαι-νομίζω ήταν το 1982 γιατί ποτέ δεν είχαν κάποια παρουσίαση στο Λος Άντζελες- θυμάμαι εκείνη την ταινία του Ralph De Vito, “Death Collector” που ήταν η πρώτη εμφάνιση του Joe Pesci.
MS: Ναι, το ξέρω. Εκεί είδαμε και πήραμε τον Τζο για το “Raging Bull”.
QT: Λοιπόν, άκουσα ότι έπαιζε στο Arcade. Και λέω «ουάου» ήταν αμέσως μετά από το Raging Bull. Αυτή είναι ταινία. Ο μόνος τρόπος να τη δεις ήταν να πας εκεί στις 4 το ξημέρωμα. Πάντως σε καμία περίπτωση στις 8 το απόγευμα.
MS: Ο Ντε Nίρο είδε την ταινία στο CBS. Είχε πει: «Τον είδα στην τηλεόραση και αυτός ο τύπος έχει ενδιαφέρον.» Έτσι αποκτήσαμε μια εικόνα.
QT: Είναι μια καλή ταινία. Όταν το είδα σκέφτηκα ότι είναι εμπνευσμένη από το «Mean Streets».
MS: Δεν έχεις άδικο. (γελά)
QT: Λοιπόν, να το ξέρεις, μου ανήκει ένα θέατρο στο L.A. , και ασχολούμαστε αρκετά με τις ταινίες σου.
MS: Α, ευχαριστώ. New York vs. L.A. School of Cinema
QT: Όταν σκέφτομαι τους σκηνοθέτες της Νέας Υόρκης σκέφτομαι εσένα, Marty. Σκέφτομαι τον Sidney Lumet και τον Woody Allen. Εσύ είσαι κομμάτι του νέου ρεύματος που γεννήθηκε τη δεκαετία του ’60. Είχες τους οικονομικά «σφιχτούς» τυπάδες από τα ‘60s.Με ενδιαφέρει αυτό. Με ενδιαφέρει το όλο consept του ρεύματος της Νέας Υόρκης, και η έμπνευση σας από το Γαλλικό κίνημα. Δώσε μου μια κάμερα και θα την δέσω στην πόρτα του αμαξιού και…action (γελούν).
MS: Υπάρχει καλύτερος τρόπος. Βάλ’ την σε αναπηρικό αμαξίδιο και απλά ξεκίνα. Ενας cameraman και ένα αναπηρικό αμαξίδιο και ορίστε το traveling που χρειάζεσαι. Το κίνημα της Νέας Υόρκης κατά κάποιο τρόπο ήρθε μεταπολεμικά. Ήταν λίγες ταινίες που ακόμη γυρίζονταν στη Νέα Υόρκη. Στο στούντιο φυσικά είχες τα πάντα. Οπότε γιατί να πας Νέα Υόρκη όταν είχες πρόσβαση στο στούντιο; Αυτό που πιστεύω ότι ειλικρινά άλλαξε, ήταν φυσικά ο Νεορεαλισμός, πλέον τα γυρίσματα γίνονταν στην ακριβή τοποθεσία. Έτσι διεισδύεις και στα μονοπάτια του noir.
QT: Σωστά.
MS: Τότε υπήρχαν υπέροχα γυρίσματα στη Νέα Υόρκη. Ταινίες όπως η Διπλή Ζωή του George Cukor ξεκίνησαν να βγάζουν τις κάμερες εκεί έξω. Και η Νέα Υόρκη εκείνο το διάστημα δεν ήταν ο ιδανικός τόπος για γύρισμα. Είχες όλη την κίνηση, πολυκοσμία, άνθρωποι που θα έμπαιναν συνέχεια μέσα στο πλάνο και που δεν ήθελαν να ακούσουν τίποτα επειδή βιάζονταν να πάνε κάπου. Τελικά έκρυβαν τις κάμερες σε διαφορετικές τοποθεσίες. Ήταν η αμερικανική avant garde. Ταινίες όπως αυτές του Jonas Mekas για παράδειγμα…
QT: Ναι, που τον θυμήθηκες.
MS: Αλλά ο άνθρωπος που το έκανε σύστημα ήταν φυσικά ο Cassavetes με το Shadows.
QT: Ναι, ο Cassavetes είναι ο νονός αυτού του στυλ. Πραγματικά. Το ενδιαφέρον σχετικά με το κίνημα της Νέας Υόρκης, ειδικά όταν το συγκρίνεις με το Νεορεαλισμό ή με το Γαλλικό ρεύμα, είναι το ότι όλες οι ταινίες του Γαλλικού ρεύματος έχουν ως τόπο την ίδια πόλη. Ανά πάσα στιγμή ο χαρακτήρας της Anna Karina από το Vivre sa vie, μπορούσε να συναντηθεί με τον πιανίστα από την ταινία “Shoot the Piano Player”. Ενώ βλέπεις ότι στο κίνημα της Νέας Υόρκης, η κάθε ταινία έχει τη γειτονιά της. Έτσι αποκτήσαμε μια πολύπλευρη όψη της Νέας Υόρκης. Δεν θα μπορούσες με τίποτα να φανταστείς τους χαρακτήρες του “The Cool World” να πέφτουν πάνω σε χαρακτήρες από την ταινία “Who’s That Knocking at My Door” Scorsese, ή στους χίπιδες από το Greetings του De Palma. Δεν θα τους δεις να συνυπάρχουν.
MS: Όχι , όχι , όχι, δεν θα πηγαίναμε ποτέ στην 110η οδό. Δεν ξέρω τι κάνουν εκεί πάνω. Δεν με ενδιαφέρει. Για εμένα είναι άλλος κόσμος. Όταν πήγα στην Washington Square College το 1960, απλά πήγα στο στενό που ζούσα και έστριψα αριστερά για περίπου 6 στενά. Αυτό ήταν. Ήταν σαν να ήμουν σε άλλο κόσμο. Ύστερα ισορρόπησαν και τα δυο.
QT: Παρακολούθησα πολύ πρόσφατα το Who’s That Knocking at My Door. Ένα πράγμα που με κάνει να ξεκαρδίζομαι επειδή γνωρίζω την εμμονή σου με την ταινία του John Ford “The Searchers”, είναι το ότι είχες μια ολόκληρη σκηνή όπου ένας χαρακτήρας μιλά για την ταινία… Είναι η αγαπημένη μου σκηνή από όλη την ταινία. Για την ακρίβεια, από το ρεύμα της Νέας Υόρκης, η δική σου ταινία ήταν η πιο πρωτότυπη οπτικά. Θύμιζε λίγο το γαλλικό κίνημα.
MS: Σίγουρα υπήρξε σε εμένα κάποια επιρροή από το γαλλικό ρεύμα και από τον Bertolucci. Ο Παζολίνι για εμένα με το Accattone υπερτερεί όλων.
QT: Ναι, αυτό που λες βγάζει νόημα. (Παύση) Σκέφτομαι ότι όταν πρόκειται για τον τρόμο που περιέγραφα, πιστεύω ότι θα ένιωσες έτσι στην κλιμακωτή κορύφωση της πλοκής της ταινίας Taxi Driver.
MS: Κάθε μέρα ήταν έτσι στο Taxi Driver.
QT: Οπότε, για την ταινία Taxi Driver, είμαι σίγουρος ότι η ταινία ειπώθηκε το να γυριστεί στο (Columbia) , επειδή έχει κάποια κοινά με το Death Wish…
QT: Λοιπόν αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον. Για παράδειγμα εγώ νιώθω την κάθαρση στο τέλος της ταινίας Taxi Driver.
MS: Και ο χαρακτήρας, κατά το 80% με 90% ήταν ο ίδιος ο De Niro.
QT: Σίγουρα.
MS: Ξέρεις, με αυτό το ύφος και τα μάτια του.
QT: Έχει ενδιαφέρον γιατί ο De Niro ενσωματώθηκε στον Travis. Βλέπεις τον κόσμο μέσα από τα μάτια. Επομένως, αν ο ήρωας είναι ρατσιστής, κοιτάζει τον κόσμο μέσα από τα μάτια ενός ρατσιστή.
MS: Έτσι ακριβώς είναι.
QT: Όπως και να χει πάντως, στην μάχη του Travis ενάντια σε όλους τους νταβαντζήδες , ήμουν με το μέρος του. Θέλω να πω, αν δεν έπρεπε να είμαστε υπερ του, έστω και λίγο, τότε δεν υπήρχε και λόγος η πόρνη να είναι ανήλικη.
MS: Δίκιο έχεις.
QT: Την λατρεύω αυτήν την ταινία. Νομίζω ότι μια από τις καλύτερες στιγμές για εμένα στην ιστορία του σινεμά είναι όταν ο (Harvey Keitel’s) Sport σβήνει το τσιγάρο και βλέπεις μια έκρηξη από σπίθες.
MS: Ναι οι σπίθες. Ο Harvey το έκανε. “Bang!” Ξέρεις, «Τράβα πίσω στη γαμημένη τη φυλή σου». Έχεις τόσο δίκιο για αυτό, ξέρεις επειδή εγώ μεγάλωσα σε γειτονιές όπου έβλεπα να γίνονται συγκεντρώσεις, χοροί και τέτοια, όπου ξαφνικά ξεκινούσε καβγάς. Λίγο πριν ξεκινήσει ο καβγάς, υπάρχει πάντα ένα τσιγάρο. Η σπίθα που λέμε. «Ώπα, εδώ είμαστε» Είναι μια από αυτές τις καταστάσεις που ξέρεις ότι πρόκειται να γίνει μάχη, και αυτό είναι το σημάδι, ξέρεις. Το είδα και στην προβολή και σιγουρεύτηκα.
MS: Τέλειο! Λοιπόν, έχω μια προβολή και εγώ, τώρα που το ανέφερες. Πρόκειται να κλείσει η συμφωνία απόψε. Οπότε πρέπει να πάω.
QT: Καλή τύχη λοιπόν! Brake a leg (έκφραση για Καλή επιτυχία). Σε ευχαριστώ για αυτήν την συζήτηση, είχε πλάκα.
MS: Σε ευχαριστώ και εγώ. Εύχομαι να σε δω σύντομα, στη Νέα Υόρκη.
QT: Και εγώ. Θα έρθω με μεγάλη χαρά.
Πολύ καλο