Ρώμη-Αntico Caffe Greco

Σοφία Γουργουλιάννη

Antico Caffe Greco- Ρώμη
Via dei Condotti, 86, 00187 Roma RM, Italy

 

Κι αν η Ρώμη με τις πανδημίες και τις πάσης φύσεως πολιτικοκοινωνικές επιδημίες (μας) φαίνεται να απέχει έτη φωτός από την Ελλάδα, οι αεροπορικές εταιρείες στέκονται όρθιες δηλώνοντας πως τα έτη αυτά φωτός μεταφράζονται σε ένα δίωρο πτήσης. Αν, λοιπόν, η αποστομωτική ομορφιά της Ρώμης βρίσκεται δύο ώρες μακριά (μας),  το Antico Caffe Greco με την αναγεννησιακή του ατμόσφαιρα και την μακρά του ιστορία δηλώνει κι αυτό παρόν έχοντας να (μας) αφηγηθεί ιστορίες που ξεκινούν από τον Casanova, περνούν στον Hans Christian Andersen, κάνουν μια στάση στον John Keats για να φτάσουν μέχρι τον Lawrence Ferlinghetti. Αν βέβαια, η Ιταλία και η ίδια η Ρώμη δεν φημίζεται πλέον για την λογοτεχνική της παραγωγή αλλά για τις τάσεις της μόδας που αγκαλιάζει με trendy τρυφερότητα, τότε το Antico Café Greco συνδυάζοντας το χθες με το σήμερα βρίσκεται στη Via Condotti, πατρίδα των μπουτίκ μεγάλων σχεδιαστών. Και, ναι, προσφέρεται για ένα ιδανικό διάλειμμα από μια φωτογράφιση στα σκαλάκια της Piazza di Spagna ή από μια shopping μανία που βρίσκει το therapy της κάπου ανάμεσα σε μαγνητάκια «I love Rome» και φορέματα Gucci.

Αγία Πετρούπολη-Literaturnoe Kafe

Σοφία Γουργουλιάννη

Literaturnoe Kafe
18, Nevsky Prospekt, St. Petersburg

Εάν η παγκόσμια λογοτεχνία χρωστάει μερικά από τα σημαντικότερα έργα της στον Fyodor Dostoevsky, τότε ίσως εκείνος να χρωστάει κομμάτι της έμπνευσης του σε κάποια βράδια με τον Alexander Pushkin και μερικά ποτήρια κρασί στο Literaturnoe Kafe της Αγίας Πετρούπολης.

Αν, λοιπόν, η επίσκεψη σας στο μουσείο Hermitage μεταβληθεί σε καθημερινή ρουτίνα σε μια ενδεχόμενη επίσκεψη στην Αγία Πετρούπολη, ίσως ο ενδεχόμενος καφές για το αναγκαίο ξεμούδιασμα μέσης και ποδιών στο Literaturnoe Kafe να μεταβληθεί κι αυτός σε αναπόσπαστο κομμάτι της ανακάλυψης της πόλης και των μουσείων της.

Με ένα κέρινο ομοίωμα του Alexander Pushkin να σας υποδέχεται και φωτογραφίες και σκίτσα μεγάλων Ρώσων λογοτεχνών να κοσμούν τους τοίχους των δύο ορόφων του, μπορεί να αποτελέσει και το δικό σας μπαρόκ καταφύγιο για κρύα βράδια και ζεστές κουβέντες.

Νέα Υόρκη & Σαν Φραντσίσκο-Cafe Regio & Vesuvio

Café Reggio- Νέα Υόρκη
119 MacDougal St, New York, NY 10012,

Vesuvio Café- Σαν Φρανσίσκο
255 Columbus @ Jack Kerouac Alley, North Beach, San Francisco, California

Ειρήνη Γιαβάση

«Θα πάρω την μηλόπιτα με πάγο και σίγουρα τον καπουτσίνο». Είναι 10 το πρωί σε μία από τις ακοίμητες γειτονιές του κόσμου. Μανχάταν και συγκεκριμένα στη γειτονιά του Greenwich village. Έπρεπε να κάνω μία στάση σε αυτό το καφέ, πριν πάω να δω τις υπόλοιπες θρυλικές συνοικίες, Bronx, Salem, Newark και να γυρίσω πίσω λέγοντας ότι κατέκτησα το ακοίμητο πνεύμα της Νέας Υόρκης.
Το Café Reggio είναι μικρούλι εξωτερικό με ένα χτυπητό πράσινο χρώμα, που θυμίζει χαριτωμένο ξινόμηλο. Δεν είναι ότι έχω φαγωθεί να δοκιμάσω τον καπουτσίνο που φτιάχνεται στην παλαιότερη μηχανή καφέ που έχει η Αμερική, σύμφωνα με τον θρύλο. Είναι που αν το καφέ είχε στόμα και εκφωνούσε το βιογραφικό του θα ανέφερε πως είναι όρθιο από το 1927 και βγάζει χαρτζιλίκι ως κομπάρσος σε ταινίες: Νονός ΙΙ, Serpico, The Kremlin LetterShaft. Εδώ ο Christopher Walken εμφανίζεται στο Next Stop, Greenwich Village.  Ο Oscar Isaac συναντά την Carey Mulligan στο Inside Llewyn Davis. Η  Scarlett Johansson συναντιέται με τον Topher Grace στο In Good Company. Ο Sean Connery εμφανίζεται στην ταινία The Next Man. Στο εσωτερικό τραπεζάκια κολλητά. Το μέρος έχει γίνει πολύ γνωστό και ο ελλιπής φωτισμός, παρά το ότι είναι 10 το πρωί, δίνει στο μαγαζί την αίγλη του άσημου, αλλά αξιόλογου μέρους. Πρόκειται για ένα καφέ το οποίο αποτελεί μια σταθερή αξία σε μία σε μια γειτονιά που όλο αλλάζει. Στην Δυτική Ακτή, τo Vesuvio Café στο San Francisco απέναντι από το βιβλιοπωλείο του Ferlinghetti δεν κρατά την ίδια διακριτικότητα. Η επαναστατική διάθεση των betnik τόνωνε το πνεύμα του μαγαζιού και όταν βαριούνταν τη μυρωδιά του βιβλιοπωλείου έρχονταν να πιούν μια καλή γουλιά κρασί, μπύρας και αλκοόλ.

Παρίσι-Les Deux Magots, Café de la Paix και τόσα άλλα

Σοφία Γουργουλιάννη

La Closerie des Lilas,
171 Boulevard du Montparnasse

Les Deux Magots
6 Place Saint-Germain des Prés, 75006 Paris, France

Café de la Paix
12, Blvd des Capucines (δεξιά όχθη)

Αν η λογοτεχνία της κάθε εποχής διαθέτει τη δική της δημιουργική πατρίδα, τότε αυτή του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου είχε βρει το δικό της σπίτι στις δύο όχθες του ποταμού Σηκουάνα.

Η ταξιδιάρα, λοιπόν, ψυχή aka Ernest Hemingway έκανε μια εξάχρονη στάση στο Παρίσι για ρομαντζάδες, έρωτες, τεκνοποιία και κολλητή παρέα με κάποιον Picasso, Sesan ή Sartre. Μια εξάχρονη στάση που σημαδεύτηκε από καφέδες και κυρίως αλκοόλ στα περίφημα La Closerie des Lilas, Les Deux Magots και Le Grand Café Capucines. Τα καφέ αυτά προσφέρουν μέχρι σήμερα grand café, tarines και ουίσκι. Ενώ τα φαντάσματα των Hemingay και Sartre δεν έχουν ποτέ εγκαταλείψει τους τέσσερις παρισινούς τοίχους και την παριζιάνικη φιέστα τους. Αν η ρομαντική ερωτιάρα φύση του Oscar Wilde βρίσκεται πιο κοντά στην ιδιοσυγκρασία σας, τότε στο Café de la Paix θα βρείτε το αντισυμβατικό, εκλεκτό κι εκλεκτικό γούστο ενός, ελεύθερου ,τότε, από τα βρετανικά δεσμά του, Oscar Wilde.

Café de la Paix

Από το Brazilian στο πατάρι του Λουμίδη

Της Ειρήνης Γιαβάση

«Ο καφές δημιουργούσε τον χώρο και ο χώρος δημιουργούσε τις σχέσεις» είπε πολύ σωστά ο Χατζηδάκις. Τα καφενεία, πόσω μάλλον τα λογοτεχνικά καφενεία, είναι κατεξοχήν χώροι συνύπαρξης αναγκαίοι. Διατήρησαν μέσα στον χρόνο την ιστορική τους σημασία, ως κόλλα που έφερε κοντά προσωπικότητες και συνέβαλαν και αυτά στην διασπορά και τον πολλαπλασιασμό των ιδεών. Αποτέλεσαν φωλιές σπουδαίων προσωπικοτήτων και είναι δίκαιο να θεωρούνται κομμάτια της πολιτιστικής κληρονομιάς μιας πόλης.

Το Πατάρι του Λουμίδη

1948. Κρατάς ένα χειρόγραφο που ξενύχτησες να διορθώνεις. Σήμερα είναι η μεγάλη σου μέρα. Τα χέρια σου τρέμουν. Θα διασχίσεις την Σταδίου, θα κάνεις μια στάση στο Πατάρι των Ποιητών και θα βρεις κάποιον να πάρεις μια γνώμη. Το μέρος μυρίζει φρεσκοκομμένο καφέ, και μάλιστα εσπρέσο, που δεν βρίσκεις όπου και όπου. Ανεβαίνεις την σκάλα προς το πατάρι, όπου έχει τραπεζάκια σε σχήμα Π. Ο χώρος δεν είναι κάτι ιδιαίτερο, ούτε ατμοσφαιρικός, είναι απλά βολικός, δίπλα από το βιβλιοπωλείο της Εστίας και πάνω στη μεγάλη οδό των σινεμά. Είναι ακόμη νωρίς, αλλά ξέρεις πως θα πας στο βάθος του παταριού, όπου μαζεύονται οι συγγραφείς και όχι αριστερά που κάνουν μπουλούκι ηθοποιοί και δημοσιογράφοι. Πίνεις τον καφέ σου αμέριμνος αναρωτώμενος αν θα ήταν καλύτερα να πάρεις μια γνώμη από τον Βάρναλη ή ίσως τον Βαλαωρίτη ή τον Σινόπουλο. Ίσως ο Σαχτούρης να ήταν πιο επιεικής μαζί σου. Ο Ελύτης με τίποτα. Μία ώρα αργότερα και ενώ έχει τελειώσει ο καφές σου ακούς τον Γκάτσο να απαγγέλει την μετάφραση του Ματωμένου Γάμου σε ένα κατάμεστο από λογοτέχνες χώρο. Απέναντι σου ο Κουν εξετάζει την μετάφραση ενθουσιασμένος. Ο Χατζηδάκις ήδη εμπνέεται νότες. Διακρίνεις ακόμη την Ελένη Βακαλό, τον Εμπειρίκο, την Λύδια Στεφάνου, και τον αγαπημένο Καρούζος. Σκέφτεσαι ποιες ζυμώσεις, συλλήψεις ιδεών, πνευματικές συναντήσεις, διαφωνίες, διορθώσεις στίχων έγιναν εδώ και ανατριχιάζεις με τη σημαντικότητα του χώρου. Ιδέες, συνεργασίες, φιλίες, μια ανήσυχη φωλιά. Δύο περίεργοι τύποι κάθονται σε ένα τραπεζάκι παραδίπλα. Ρωτάς τον διπλανό ποιοι είναι και μου λέει «χαφιέδες». «Μην ανησυχείς» προσθέτει «οι περισσότεροι εδώ μέσα χαρακτηρίζονται «Σοσιαλ Λουμίδηδες» και πίνει την τελευταία γουλιά από τον καφέ του.  

Brazilian cafe

«Τασία – παρακαλώ έναν καφέ» θα γράψει μεταξύ άλλων στίχων ο Ταχτσής, στο «Η συμφωνία του Brazilian». αναφερόμενος στο παλιό, BRAZILIAN COFFEE STORES, που άνοιξε το 1933 στη Βουκουρεστίου, απ’ τον Ευάγγελο Σαραβάνο, γνώστη του καλού εσπρέσο, γαλουχημένο στην Βραζιλία. Άραγε, ο στίχος «όλα μας φαίνονται ντυμένα ήλιο» να γράφτηκε εκεί μέσα, στα όρθια, πάνω στον ξύλινο πάγκο, ρίχνοντας πανοραμικές ματιές από την τζαμαρία με τις επιγραφές «ΟΙΚΟΣ ΚΑΦΕΔΩΝ ΒΡΑΖΙΛΙΑΣ» προς τον δρόμο, θαυμάζοντας τα συγχρονισμένα πηγαινέλα των Αθηναίων; Βαρύς, εκλεκτός εσπρέσο θα εισχωρούσε στα ρουθούνια και θα κοντραριζόταν με μυρωδιές λεμονόπιτας, κρουασάν, πουτίγκας, και άλλων πρώτης ποιότητας εδεσμάτων. «Φοβού τους ποιητές και ποίησιν φέροντας» θα «συλλάβει» κάπου εκεί ο Ταχτσής και η πόρτα του μαγαζιού θα ανοίξει. Θα εισέλθει ίσως ο Χατζιδάκις, ο Αργυράκης ή ο Σαχτούρης. Μήπως ο Τσαρούχης,  ο Μόραλης, ο  Εγγονόπουλος ή ο Εμπειρίκος; Καλλιτέχνες που αναζητούσαν την εκλεκτή παρέα αυτής της φωλιάς σκέψης, κουβέντας, διανόησης, καλαμπουριού. Μαζί με τον Βασιλικό, τον Γκάτσο, τον Βαλαωρίτη ή τον Σινόπουλο παρεισφρέουν η βαβούρα, η δημιουργική αναρχία της ζωής. Ο καφές ξεχύνεται, μπαίνει στις μύτες, φτάνει στον εγκέφαλο, οι γουλιές τελειώνουν, αλλά όχι και τα λόγια: εκεί οι κουβέντες μετουσιώνονται σε τέχνη. Ο Ταχτσής σκαρώνοντας παραδίπλα στίχους δεν φαντάζεται ίσως πως μια λυπηρή παρένθεση με την ονομασία «χούντα» θα έκανε αυτό το ζωντανό μέρος να μαραθεί. «Οι άνθρωποι, οι άνθρωποι παίρνουν τα γράμματά μας και μ’ αυτά ανάβουν φωτιές τον χειμώνα». Τα γράμματα του Brazilian τα «δανείστηκε» πάλι το 2007 ένα στέκι στην Βαλαωρίτου, υπό την ιδιοκτησία του Κυριάκου Κακριδά, για να κλείσει την σύντομη παρένθεση του το 2015, στα χρόνια της κρίσης, αφήνοντας πίσω ζωντανό τον θρύλο του μυθικού καφέ.

Ο Μαγεμένος Αυλός

Και επειδή οι ιδέες δεν κατεβαίνουν μόνο πίνοντας καφέ, οι διανοούμενοι των Αθηνών είχαν και στέκια για φαγητό. Και αν με το ουζάκι στου Απότσου είχανε κάνει κεφάλι και ήθελαν να φάνε καλά ανέβαιναν στο Παγκράτι, στον «Μαγεμένο Αυλό» για καλό φαγητό, πίτσα (λέγεται πως είναι το πρώτο μαγαζί που την έφερε από την Ευρώπη) και σίγουρα γλυκάκι. Εκεί θα πετύχαιναν σίγουρα τον Χατζιδάκι, που είχε κάνει το μέρος δεύτερο σπίτι του. Αν έπιανες κουβέντα και σας έπαιρνε το βράδυ, δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα: ο Μάνος είχε τα κλειδιά του μαγαζιού, κατέβαζε τους γενικούς, κλείδωνε και έβαζε το κλειδί κάτω από την πόρτα. Δικαίως σήμερα θα δούμε έξω από το μαγαζί την ταμπέλα «Πλατεία Μάνου Χατζηδάκι». Εδώ έχουν φάει και πιει πολιτικοί και διάσημοι ηθοποιοί: από τον Βασιλιά Κωνσταντίνο έως και τον Κωνσταντίνος Καραμανλή και τον Παπανδρέου, την Τζένη Καρέζη την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Όλες τις προσωπικότητες επισκίαζε όμως η αύρα του Μάνου. Οι καλλιτέχνες της εποχής συνέρρεαν για να συνομιλήσουν μαζί του ολονυχτίς μέχρι ο κύριος Πολυχρόνης, ο ιδιοκτήτης, να του πεις «Μάνο, θα κλείσεις εσύ το μαγαζί;» και εκείνος να συνεχίσει ακάθεκτος τη συζήτηση με τους φίλους τους, τον Λάκη Παπαστάθη, τον Αλέξη Μινωτή, τον Μίνω Αργυράκη, τον Νίκο Κυπουργό, τον Γκάτσο, τον Θεοδωράκη και τόσους άλλους, να γελάσει δυνατά, να διηγηθεί ιστορίες, να μιλήσει για τέχνη μέχρι το πρωί, όπου τα βήματά του θα τον οδηγήσουν ένα στενό παραπάνω στο πραγματικό του σπίτι. 

Μαγεμένος Αυλός

Λουμίδης-Σταδίου 42

Tα λογοτεχνικά καφέ του κόσμου

Δυο εμβληματικές ανακοινώσεις έκαναν τον Αμλετ να στρέψει το βλέμμα του και να επισπεύσει την δημοσίευση του αφιερώματος στα λογοτεχνικά καφέ του κόσμου:

  1. Το  επικείμενο  και πολυπόθητο άνοιγμα της εστίασης μετά τα κομμωτήρια και τα καταστήματα περιποίησης άκρων (νυχάδικα… μην μπερδεύεστε)
  2. H  διαδημοτική μετακίνηση και επικοινωνία.

Η υστερία των συγχρόνων homo sapiens, όσον αφορά το πρώτο, θα στραφεί και θα ξεσπάσει στην καφεΐνη σε κάθε γνωστή και άγνωστη μορφή και όσον αφορά το δεύτερο πάντα υπερβολικοί θα ξεπεράσουν τα διαδημοτικά όρια, θα τα παρακάμψουν και θα ριχτούν με λύσσα στα γκισέ των απανταχού αεροδρομίων.
Νομίζω ότι η φυγή των Ελλήνων θα αποκτήσει μορφή μαζικής μετανάστευσης και θα έχουμε ένα νέo brain drain πολύ πιο επώδυνο από το προηγούμενο των μνημονίων.

Ομολογώντας την αδυναμία του ο Αμλετ να σταματήσει τέτοια μαζικά κινήματα, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να αναβαθμίσει την ποιότητα των προτιμήσεων των ενδιαφερομένων και να θυμίσει  ότι ο καφές είναι μια ολόκληρη φιλοσοφία για αιώνες. Έτσι ο Αμλετ έστειλε την Σοφία Γουργουλιάνη και την Ειρήνη Γιαβάση να κάνουν μια γρήγορη βόλτα στον πλανήτη και να μας θυμίσουν τα διασημότερα λογοτεχνικά καφέ του κόσμου και τους διάσημους θαμώνες τους. Καταπληκτική δουλειά, δύσκολη αλλά απολαυστική μια που οι θεριακλήδικες προτιμήσεις μας συναντήθηκαν με εκείνες των  Ernest Hemingway, Jean-Paul Sartre, Oscar  Wilde, Amedeo Modigliani, Samuel Beckett, James Joyce και πολλών άλλων. Ακολουθήστε τα βήματα τους με ένα διπλό Ελληνικό καφέ βουτώντας απαλά για να μην χαλάσετε το καϊμάκι, μερικά μικρά φουρνίσματα (petit-four στην καθομιλουμένη)

Ν.Θ.Κ.

Ο χρόνος παγιδεύεται με μινιατούρες.

Αν η όποια παράδοση θέλει την τέχνη να ταυτίζεται με τα 4 έτη άοκνης εργασίας και τις 300 μορφές που φιλοτέχνησε ο Μιχαήλ Άγγελος στην οροφή της Καπέλα Σιστίνα ή τα 70 μέτρα και τους 2.200 ιππείς της ταπισερί της Μπαγιέ, τότε η πλήρης ανατροπή των καλλιτεχνικών και κοινωνικών κεκτημένων του τελευταίου έτους έδωσε έμπνευση στην Pallant Gallery του Chichester της Μεγάλης Βρετανίας για ένα ξεχωριστό καλλιτεχνικό κάλεσμα. Σε μια, λοιπόν, περίοδο όπου ο χρόνος μοιάζει να διαστέλλεται και να συστέλλεται αυτοβούλως και ερήμην μας, η Pallant Gallery κάλεσε σπουδαίους καλλιτέχνες όπως οι Damien Hirst, Edmund de Waal, Grayson Perry, John Akomfrah and Rachel White read να δημιουργήσουν έργα μινιατούρες τα οποία και θα αποτελέσουν αντικείμενο μίας ολόκληρης έκθεσης με το άνοιγμα του μουσείου στα τέλη Μάϊου.

Η έκθεση θα περιλαμβάνει, λοιπόν, μεταξύ άλλων έναν πίνακα ζωγραφικής 13 εκατοστών, ένα βάζο 6 εκατοστών και ένα πορσελάνινο λευκό μπολ -μόλις- 2 εκατοστών.

Ο διευθυντής της γκαλερί δηλώνει πως με την έκθεση επιχειρεί να παγιδεύσεις τον χρόνο που (μας) πέρασε ανεπιστρεπτί. Ενώ, οι ίδιοι οι καλλιτέχνες δηλώνουν πως βρήκαν επιτέλους τον τρόπο να εκφραστούν δημιουργικά μέσα στα εναπομείναντα τετραγωνικά ενός σπιτιού που έμοιαζε εδώ και ένα χρόνο να έχει χάσει την όποια καλλιτεχνική του χροιά και να έχει μετατραπεί σε παιδική χαρά ή σε εργαστήριο παρασκευής ψωμιού, pancakeή ριζότου με μανιτάρια.

Κι αν, λοιπόν, οι πανδημίες κι οι επιδημίες αγνοούν και προσπερνούν θάλασσες και σύνορα, η τέχνη απαντά περήφανη και αειθαλής ότι εκείνη ξέρει να το κάνει καλύτερα.

Ενα επαναστατικό θεατρικό έργο του Γεωργίου Λασσάνη-ΕΛΛΑΣ

Γνήσιο τέκνο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού  το θεατρικό έργο του Γεωργίου Λασσάνη Ελλάς, παρουσιάστηκε από τον Ελληνικό θίασο, στο θέατρο της Οδησσού, στις 15 Φεβρουαρίου του 1819, με τον ίδιο τον Λασσάνη στο ρόλο του Περιηγητή και τους Γεώργιο Αβραμιώτη και Σπυρίδωνα Δρακούλη, που έπεσε ηρωικά στο Δραγατσάνι, στους άλλους ρόλους.

Η Ελλάς τυπώθηκε ψευδώνυμα και είναι αφιερωμένη στο Ρήγα Βελεστινλή και στους «μετ’ αυτού υπέρ πατρίδος κλεινώς αποθανόντας». Το ψευδώνυμο του Λασσάνη, ΓοργίδαςΛυσανίου, δεν είναι μόνο ένας αρχαιοπρεπής αναγραμματισμός του ονόματός του, αλλά και ένα κρυπτογράφημα που καλύπτει την επαναστατική του δράση.  Πιο συγκεκριμένα τις ακούραστές προσπάθειές που κατέβαλλε στην Οδησσό για την συγκρότηση του Ιερού Λόχου, που πολέμησε ηρωικά στο Δραγατσάνι, αφού ο Γοργίδας ήταν ο δημιουργός του αρχαίου Θηβαϊκού Ιερού Λόχου που πολέμησε εναντίον των τυράννων της πατρίδας του. Έτσι κατόρθωσε, όχι μόνο να συνδέσει το αρχαίο παρελθόν  με το παρόν σε μια ενιαία σημασιοδοτική και ιστορική ενότητα, αλλά να απευθύνει συνάμα, μια κρυπτική έκκληση προς τους συμπατριώτες του να συστρατευθούν μαζί του πυκνώνοντας τις τάξεις του επαναστατικού στρατού. Η γνώση του αρχαίου παρελθόντος στο έργο δεν είναι μια γνώση στείρα , αλλά μια άμεση ηθική και παιδευτική λειτουργία. Είναι η ζωντανή  εθνική κληρονομιά  και δρα πολιτικά.

Περισσότερο ιδεολογικό και επαναστατικό μανιφέστο, με επίκεντρο την Ελλάδα παρελθοντική, παροντική και μέλλουσα, παρά θεατρικό έργο η Ελλάς, διεγήρει, με τις αλληγορικές μορφές της και τον κρυπτικό δραματικό διάλογό του, τον πατριωτισμό, ξυπνά το αίσθημα της αυτοθυσίας και συνυφαίνει, με τέλεια αποτελεσματικότητα, την παλιά με την νέα Ελλάδα που θα προκύψει από την επανάσταση, εκφράζοντας έτσι, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο θεατρικό έργο, το πνεύμα της εποχής.

Το έργο είναι γραμμένο σε πεζό λόγο, αποτελείται από τρεις σκηνές, έχει συνολικά 579 αράδες, ενώ τη  Β΄ σκηνή την κλείνουν  33 ανομοιοκατάληκτοι δεκαπεντασύλλαβοι στίχοι.

Η δράση εκτυλίσσεται νύχτα στον Αρειο Πάγο, που είναι γεμάτος από ερείπια και αγάλματα.  Ένα ρομαντικό σκηνικό που λειτουργεί όμως πολιτικά και εθνικά ζωντανεύοντας το μεγαλείο του παρελθόντος, όχι ως μουσειακή αναπαλαίωση, αλλά  ως παρότρυνση  και έμπνευση για το μέλλον.

Στην Α΄ σκηνή, στην οποία επικρατεί σκότος  εμφανίζεται,  ψηλαφών με τας χείρας, καραβοτσακισμένος ένας Ρώσος Περιηγητής, που είναι λάτρης της ελληνική παιδείας και του αρχαίου πολιτισμού. Είναι ζαλισμένος και δεν ξέρει που βρίκεται.

Στη Β΄ σκηνή, που είναι και το κύριο μέρος του έργο, η Ελλάς εξέρχεται από το σπήλαιο όπου την έχουν φυλακισμένη οι εχθροί της, ημίγυμνος, κατατραυματισμένη, με την κόμην λυτην,χείρας καιπόδας αλυσοδεμένη, με έναν πυρσό στο χέρι και  διεκτραγωδεί στον Περιηγητή τα βάσανά της και τους εξευτελισμούς που υποφέρει από του τυράννους της, και αρχίζει να ξεναγεί τον ξένο στην ιστορία της.  Παρουσιάζει τα ένδοξα τέκνα της, τους νομοθέτες του φιλοσόφους του πολιτικούς τους στρατιωτικούς και τους ρήτορες τους τυραννοκτόνους.

 Η Ελλάδα δεν περιμένει βοήθεια από τους ξένους, αλλά στηρίζεται στα παιδιά της που αγωνίζονται για την αναστήσουν διαδίδοντας τα φώτα της παιδείας, δημιουργώντας  σχολεία, βιβλιοθήκες και θέατρο .

Με εκτενείς   αναφορές στη λειτουργία της Φιλικής Εταιρείας και την οργάνωση του Ιερού Λόχου, η σκηνή διαρθρώνεται με μια σειρά ερωτήσεων και απαντήσεων,   δομή δανεισμένη από τη διδακτική και τα ηθικοπλαστικά αναγνώσματα της εποχής

Η σκηνή κορυφώνεται με μια δραματική έκκληση της Ελλάδας στα παιδιά της να μην υποκύψουν στο δόλιο λόγο των κακόβουλων σοφιστών και να αποφύγουν τον εμφύλιο και τη διχόνοια. Η  μόνη αθάνατος δόξα είναι η αρετή. Η μεγίστη  δε αρετή η φιλοπατρία.

Στην Γ΄ και τελευταία σκηνή,  το θέατρον φωτίζεται και από τον ουρανό κατεβαίνει , ως άλλος από μηχανής θεός, ο Ερμής, , για να αναγγείλει την ανάσταση της Ελλάδας.

Η γλώσσα, του έργου  είναι εκφραστική και παραστατική και  δημιουργεί ένταση και κλιμάκωση.

Η εικόνα της πατρίδας ως γυναικείας μορφής που κινδυνεύει, ταλαιπωρείται και βασανίζεται είναι από τα πιο ισχυρά ψυχολογικά μέσα  της πατριωτικής δραματουργίας. Μια διάχυτη αίσθηση αρχαίας τραγωδίας που υπάρχει στο έργο οφείλεται στο απόσπασμα της Εκάβης, του Ευριπίδη, που προτάσσεται στην  έκδοσή του, το οποίο μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι ο συγγραφέας είδε την πατρίδα του ως κλαίουσα Εκάβη

Κατά την παράσταση ο ενθουσιασμός των θεατών ήταν αφάνταστος και οι εκδηλώσεις τους ήταν κυριολεκτικά παραληρηματικές. Ένας από αυτούς, έγραψε στον Λόγιο Ερμή, «Σε διαβεβαιώ ότι ούτε είδες ποτέ τόσον παθαινόμενον θέατρον. Τα όμματα όλων ήσαν πηγή αέναος δακρύων  φλογερών και τα στήθη κρατήρες στεναγμών»

Ο Λασσάνης, που ανήκε στη ριζοσπαστική ομάδα των Φιλικών, εκείνων δηλ. που ήθελαν  να αρχίσει αμέσως η Επανάσταση, κάνει ένα καθαρά  πολιτικό και πατριωτικό θέατρο. Μεταξιώνει την παράσταση σε επαναστατική πράξη, αγνοεί, σκοπίμως, τις δραματουργικές τεχνικές και τις θεατρικές συμβάσεις και ποντάρει στον κρυπτικό υπαινιγμό, στη συγκίνηση και στην έξαψη του συναισθήματος.   Ηθελημένα συμπλέκει την αρχαία με την νέα Ελλάδα και το θέατρο με την πραγματικότητα. Με το εμπρηστικό του περιεχόμενο, που μοιάζει περισσότερο με αγκιτ-προπ παρά με θεατρικό αισθητικό πρότυπο, ανατρέπει τη θεατρική μορφή και πυροδοτεί τον ενθουσιασμό, προβάλλοντας έτσι τη θέση του για άμεση έναρξη του αγώνα.

Εν  κατακλείδι, είναι λάθος να θεωρήσουμε την Ελλάδα ως άτεχνο θεατρικό έργο, επειδή ο σκοπός του ήταν άλλος και τον πέτυχε μέχρι κεραίας.   Ξεσήκωσε τον πατριωτικό ενθουσιασμό και τόνωσε το ηθικό των Ελλήνων παραμένοντας μέχρι σήμερα ένα σπουδαίο ντοκουμέντο τόσο της προεπαναστατικής εποχής όσο και των διεργασιών για την έναρξη του Αγώνα.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΑΣΣΑΝΗΣ (1793-1870)

Ο λόγιος, φιλικός, δάσκαλος, ιερολοχίτης, αγωνιστής του 21, γραμματέας και σύντροφος του Αλέξανδρου Υψηλάντη στις Αυστριακές φυλακές, ο Γεώργιος Λασσάνης ήταν Κοζανίτης. Πρώτα πήγε στη Βουδαπέστη για γίνει έμπορος αλλά, επηρεασμένος από το ιδέες του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, εγκατέλειψε το εμπόριο και σπούδασε φιλολογία στη Λειψία . Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία και έγινε ένα από τα πιο δραστήρια μέλη της. Πρωτοστάτησε στην ίδρυση και την οργάνωση του Ιερού Λόχου και έλαβε μέρος στη Επανάσταση στις ηγεμονίες. Το 1828 κατεβαίνει στην Ελλά και παίρνει μέρος σε πολλές μάχες του Αγώνα.

Στο ελεύθερο κράτος γίνεται υποστράτηγος και υπουργός. Πεθαίνοντας άφησε όλη την κινητή και ακίνητη περιούσια του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για τη δημιουργία ενός θεατρικού διαγωνισμού, του «Λασανείου Θεατρικού Διαγωνισμού» με σκοπό την ανάπτυξη της Ελληνικής Θεατρικής Τέχνης.

27 Μαρτίου 2021 : Η δική μου Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου.

Αυτή η μεταφυσική άποψη της ψευδαίσθησης , η Μίμηση
Μια ιεροτελεστία.
Η προγονική χειρονομία του ανθρώπου , στο κατώφλι της ιστορίας
προσπάθεια επιβεβαίωσης εαυτού
(T. Kantor)

Ακόμη μια  επέτειος της Παγκόσμιας Ημέρας Θεάτρου που βρίσκει τη θεατρική οικογένεια αμήχανη και παγωμένη .  Έξω από τον φυσικό της  χώρο και μακριά απ τη φωνή της. Δεν θα επιχειρηματολογήσω για τη σημασία της θεατρικής πράξης στον φυσικό χώρο της σκηνής και του θεάτρου. Τη θεωρώ αυτονόητη. Θα ανακαλέσω όμως την αξία ανεπανάλειπτων στιγμών που έχουμε όλοι κάποτε βιώσει  μέσα στη θεατρική αίθουσα. Στιγμές πλήρεις  ήχων και τριγμών επάνω στο σανίδι, γεμάτες από την πολυτονική μουσική εκφορά του λόγου, και της  ανάσας των θεατών , όταν ξάφνου μια εκκωφαντική σιωπή ανθίζει στην πλατεία, σ εκείνες τις στιγμές της σύγκρουσης του πάθους. Κι είναι τότε ακριβώς , όταν χαμένοι στο πού του γεγονότος και στο πότε της αλήθειας, τότε ακριβώς που μπρος τα μάτια μας ομολογούνται οι ανθρώπινες σχέσεις ζητώντας την εξιλέωση.  Είναι στιγμές αυτές πανάκριβες, ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη της εμπειρίας, κι έτσι όπως  άρχισα  αυτές τις ημέρες να τακτοποιώ τα παλιά μου αρχεία, ως δασκάλας θεάτρου υποθηκευμένες στην όσφρηση ξεχύθηκαν μέσα από τις φωτογραφίες η μυρωδιά των ρούχων, του ξύλου, της μπογιάς του σκηνικού, της σκόνης της κουίντας.

Και είναι έργα αυτά, και ρούχα και σκηνικά που φτιάχτηκαν  για παραστάσειςμαθητών, παιδιών αγαπημένων, που  είκοσι τόσα χρόνια μαζί τους  υπήρξα η δασκάλα τους, μέσα στο σχολείο, δασκάλα του  θεάτρου, που το αγαπήσαμε και  απολαύσαμε πολύ, υφαίνοντάς το με τα υλικά της κάθε μας  ημέρας. .  Και τώρα μες το μικρό γραφείο  μου αντικρύζοντας αυτά τα ίχνη σχέσεων μέσα στο χρόνο,  στ αφτιά μου τιτιβίζοντας  έρχεταιη φωνή τους  τότε, που κοιτώντας με στα μάτια μοιράζονταν μαζί μου  θαυμαστά  μυστικά : 
Κυρία, το ρούχο στο θέατρο το λέμε κοστούμι …!
Βήματα που χορεύουν είναι χορογραφία.
Και το φως ; τι δουλειά κάνει  το φως παιδιά ;
Αχ, κυρία, το φως είναι το άπιαστο σκηνικό της παράστασης… !   

Ένα προγονικό μυστικό είναι το θέατρο.  Ένα αρχαίο συμβόλαιο που δεσμεύει τα γνωρίσματα του πραγματικού για να φανερώνει την αλήθεια . Ως ψεύδος.
Και πράγμα παράξενο. Τελικά κάποιες  από τις σημαντικότερες αξίες της Εκπαιδευτικής πράξης  , εδράζονται σε δομικές λειτουργίες του Θεάτρου.
Η  ενσυναίσθηση, η επικοινωνία κι η σύμπραξη, η πειθαρχία κι ο διάλογος, ο σεβασμός του Άλλου, κι  η αποδοχή του διαφορετικού, η περιπέτεια, κι η συγκίνηση, οι προσωπικές κι  οι ομαδικές ανακαλύψεις, η συγκρότηση ταυτότητας, όπως βιώνεται στο παρόν της δράσης, κι ο πολιτιστικός πλουραλισμός η αναγνώριση των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων,  και ο πολιτισμικός οικουμενισμός.

Γιατί μέσα στη φύση αλλά και την ουσία του θεάτρου, ως εμπειρία υπαρξιακή υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι όλων των φυλών και όλων των χρωμάτων… 

O σύγχρονος πολιτισμός προκειμένου για τη γνώση παράγει καταιγισμό πληροφοριών και εικόνων. Όμως το παιδί  διεκδικεί το δικαίωμα να παίξει, (ας σκεφτούμε εδώ την σχέση του ρήματος παίζω με την θεατρική  του υποκρίνομαι / υποκριτής )  για να σκεφτεί με ρήματα,  δηλαδή με δράση . 

Να ανοίξει και να κλείσει, να ανέβει , να κατέβει , να κυλίσει, να μυρίσει, να χοροπηδήσει , να φωνάξει , να κλάψει, να γελάσει, να τραγουδήσει,  να πιάσει, να μιμηθεί εν τέλει, γιατί μόνον έτσι θα χτίσει την επικοινωνία του με τους άλλους. Μόνο έτσι θα γνωρίσει τον κόσμο γύρω του. Για να τον κρίνει , για να τον απορρίψει ίσως,  για να τον αποζητήσει και να τον επαναπροσδιορίσει αργότερα.

Ναι, η εμπειρία του θεάτρου θέτει σε κίνηση τις δράσεις και δίνει στο κάθε παιδί τη δυνατότητα να βιώνει μια εμπειρία που δεν θα του είναι αδιάφορη.

Σε αυτό το πλαίσιο, τόσο η θεατρική Αγωγή όσο γενικότερα οι καλλιτεχνικές δραστηριότητες , η Εικαστική Αγωγή, η Μουσική Αγωγή προβλέπεται να διδάσκονται στο σχολείο – όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλες τις χώρες του προηγμένου κόσμου, αφού όλοι οι παιδαγωγοί αναγνωρίζουν την παιδευτική σημασία της τέχνης,

Έτσι,  τις τελευταίες δυο δεκαετίες πολλοί εκπαιδευτικοί, ενισχυτικά  ενέταξαν τις τέχνες στην εκπαιδευτική διαδικασία.  Κυρίως την τέχνη  του θεάτρου με την πεποίθηση ότι έτσι διευρύνεται η προσέγγιση του εκάστοτε γνωστικού πεδίου .

Και το πέτυχαν .

Όμως διδασκαλία του θεάτρου στο σχολείο σημαίνει πολύ περισσότερα πράγματα από το θέατρο ως εργαλείο στα χέρια του δασκάλου για την ευχάριστη, και δημιουργική γνωριμία των παιδιών με το γνωστικό αντικείμενο. Ή μάλλον κατά την προσωπική μου άποψη , ετούτο , είναι ήσσονος σημασίας. Άλλωστε η τέχνη δε δίνει πλήρεις απαντήσεις, όμως η τέχνη γεννά εικόνες και ερωτήματα που με τη σειρά τους γεννούν σκέψεις .

Επομένως διδασκαλία του θεάτρου στο σχολείο, σημαίνει πρωτίστως όλο εκείνο το κομμάτι που οι παγιωμένες εκπαιδευτικές αντιλήψεις συχνά  υποτιμούν ακριβώς επειδή τα αποτελέσματά του δεν είναι άμεσα.

 Έρχομαι σε επαφή με τους κώδικες του θεάτρου, σημαίνει δίνω στο παιδί τη δυνατότητα να συνομιλήσει με τη φαντασία του, ανατρέποντας το κοινώς παραδεκτό προκειμένου να ψηλαφήσει το θαυμαστό. Που είναι μια άλλη αίσθηση για το άγνωστο. Βιώνοντας και όχι ερευνώντας από απόσταση. Εμπνέοντας   περισσότερο το ταξίδι και λιγότερο τον προορισμό… όταν μέσα από την αναπαραστατική δύναμη της μίμησης, ενός συναισθήματος , μιας ιδέας , έξω από τις συνήθεις συμβάσεις του χώρου και του χρόνου, το παιδί αναζητά το εγώ και το εσύ , το ένα και το όλοι, το διαφορετικό και πάντα ίδιο, το φανερό και τόσο καλά κρυμμένο.

Ας μη ξεχνάμε πως  η θεατρική πράξη  παίρνει τα ερεθίσματα από τη πραγματική ζωή με σκοπό να αφηγηθεί την ανθρώπινη περιπέτεια, και τα μετουσιώνει σε καλλιτεχνική δημιουργία. Μιλά για τη ζωή ,αλλά δεν την αντιγράφει, την αναπαριστά . Άλλωστε κύριο  μέλημα του καλλιτέχνη και βασικό συστατικό της καλλιτεχνικής δημιουργίας είναι η αφήγηση της ιδέας ή η αφήγηση της εμπειρίας  .

Με τον ίδιο τρόπο ,  μέσα στο μάθημα, ή μες τη διαδικασία μιας πρόβας, στην παύση της δράσης μπορεί να φανερωθεί μια μαγική , μια απειροελάχιστη στιγμούλα που εγγράφεται στη σιωπή  και μεταφέρεται στο βλέμμα. Είναι μια στιγμή  αναπαράστασης  που μέσα της κλείνει ιδέες , γνώσεις, εμπειρίες , χρώματα και μυρωδιές και τοπία και ήχους και συναισθήματα  που δυναμώνουν τη μνήμη και χτίζουν το αύριο

Το Θέατρο στο Σχολείο πρέπει να ωθεί το παιδί να ζήσει για λίγο  μέσα σε εκείνο το μικρό σύμπαν που η τέχνη δημιουργεί χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα τη γλώσσα. Τότε τα παιδιά μπορεί σου πουν : Κυρία, τα μάτια της κουζίνας δε βλέπουν…  , τότε ένα σχοινί θα γίνει  μονοπάτι, η καρέκλα  το τέλειο άλογο, τα τέσσερα  πόδια του τραπεζιού οριοθετούν ίσως  τη φυλακή της βασιλοπούλας , ενώ η τσαλακωμένη εφημερίδα γίνεται βράχος . Και είναι ακριβώς τότε που ζητάμε από τα παιδιά να κλείσουν τα μάτια για να δουν και να μυρίσουν τη θάλασσα ,  για  να ακούσουν  τον ήχο της …. Μόνο και μόνο γιατί ο ήχος της θάλασσας δίπλα στο βράχο μας επιτρέπει να  γνωρίσουμε το βράχο καλύτερα και γιατί μόνο αν τον γνωρίσουμε μπορούμε να μιλήσουμε για αυτόν..

  Τι όμορφο να βγαίνεις από το σχολείο παίρνοντας μαζί σου εικόνες ενός πιθανού κόσμου, ενός απώτερου κόσμου , εκείνου  μες τον οποίο ταξίδεψες όταν χάθηκαν  οι τέσσερεις  τοίχοι της σχολικής αίθουσας και είδες  κάτι που δεν υπήρχε, κι όμως ήταν πάντα εκεί …

Βλέπετε, η γνωριμία με τους κώδικες του θεάτρου δίνει την ευκαιρία  συνδιαλλαγής  με  μια γλώσσα που είναι και  συμβολική αλλά και πολύσημη ασκώντας μας στην πρόσληψη  ενός νοήματος ή ενός σήματος που επιδέχεται πολλές και διαφορετικές ερμηνείες.Μας χαρίζει την ευκαιρία της μύησης στη διαδικασία της μεταμόρφωσης, τη ζύμωση, με όλα τα υλικά της σύγκρουσης ,τη διαρκή και γόνιμη σχέση των αντιθέσεων. Κι αν το μοναχικό συμβολικό παιδικό παιχνίδι , αυτός ο πρόδρομος της θεατρικής αναπαράστασης , παιχνίδι κατ εξοχήν χειροποίητο,  όπως άλλωστε και  το θέατρο, παιχνίδι που κανείςαπό κανένα παιδί δε θα μπορέσει ποτέ να κλέψει, αν λοιπόν δεχτούμε πως το παιχνίδι αυτό είναιβαθιά χαραγμένο στο κύτταρο της παιδικής ηλικίας, τότε  θα πρέπει και να ομολογήσουμε πως τελικά, ετούτο,  δεν είναι παιχνίδι μοναχικό, γιατί δεν έχει μόνο ένα πρόσωπο. Μες στις εκφράσεις του υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι , όλων των φυλών και όλων των χρωμάτων. Υπάρχουν ιδέες και γνώσεις και εμπειρίες και τελετουργίες του καθημερινού που εγγράφονται στη μνήμη και απελευθερώνουν την αρχέγονη ανάγκη του ανθρώπου για μίμηση κι αναπαράσταση.

 

Scroll to top