Κατέβαινα με το αυτοκίνητο και κοιτούσα το επιβλητικό αυτό ποτάμι , το παιδί του Ωκεανού που εξακολουθεί να ρέει με την παντάνασσα ορμή του, όπως και χθες, όπως και σήμερα( 1) . Ο θαυμαστός ποτάμιος θεός, ο Αχελώος , που είχε για κόρες του Νύμφες και πηγές , μα πόθησε με έρωτα σφοδρό την όμορφη Δηιάνειρα, την κόρη του Οινέα, κι έγινε αιτία για πάλη με τον ημίθεο Ηρακλή . Ο έρωτας και πάλι ο έρωτας , σκληρός μέσα στον κόσμο των αρχαίων, τους καίει τους ανθρώπους , πότε με ένα πουκάμισο που έπεσε από λάθος σ αγαπημένα χέρια , και πότε με ένα φουστάνι νυφικό, δώρο μιας βάρβαρης στου υμέναιου το τραγούδι. Θεοί , θνητοί κι ημίθεοι, κανένας δε γλιτώνει «amor asculo significatur, necessitas nodo» θα πουν οι Λατίνοι , με άλλα λόγια , «ο έρωτας δηλώνεται με το φιλί , η ανάγκη με τον κόμπο». Δυο στρόγγυλες εικόνες σκέφτομαι, το στόμα κι η θηλιά για να τυλίγουν ό, τι υπάρχει… Συχνά, ανάμεσα στον έρωτα και την ανάγκη, μια σκοτεινή ομοιότητα , όπως ανάμεσα, φιλί και κόμπος . Άλλωστε, ο έρωτας νικητής και ανίκητος, ορμάει πάνω από θάλασσες, ως τους πιο απόμερους τόπους και μήτε θεός τού ξεφεύγει , μήτε θνητός, μοναχά τρελός όποιον κατέχει , λέει ο σοφός Σοφοκλής δια στόματος Αντιγόνης , για να το δηλώσει και πάλι με την Δηιάνειρα, ο Έρωτας κυβερνά θεούς κυβερνάει κι εμένα(2)
Φιδίσιο σώμα, ο Αχελώος ποταμός ως εραστής , σα δράκος του παραμυθιού δίπλα σε ωραία πριγκίπισσα , φιδίσιο σώμα , όπως κι ο μικρός Εριχθόνιος που η Αθηνά τον δέχτηκε κι έγινε η προστάτις του, και κεφαλή βοδιού ή ταύρου άλλοτε, σαν τη μορφή που πήρε ο Δίας κλέβοντας την Ευρώπη. Πόσο αγαπούν αλήθεια οι Έλληνες τις μεταμορφώσεις στον θεικό έρωτά τους , άλλοτε κύκνος και αιθέρας, κι άλλοτε ταύρος δίκερως , χρυσόκερως κι αμφίκερως και ανδρόγυνο φεγγάρι. Γνώριζαν φαίνεται καλά οι αρχαίοι, ότι υπερβολή είναι ο θεός, και ο θεός μπορεί να ανατρέπει τη ζωή , όπως κι ο έρωτας . Να τος λοιπόν πώς φιδοσέρνεται ο ποταμός, κει κάτω στη στροφή του δρόμου , πριν στο Ιόνιο πέλαγος με ορμή να ξεχυθεί , και σκέφτομαι τον τρόμο της Δηιάνειρας έτσι όπως τον περιγράφει :
Γιατί σα ζούσα ακόμα στα παλάτια
του πατέρα μου Οινέα στην Πλευρώνα,
δοκίμασα εξαιτίας της παντρειάς μου
τέτοια φριχτή αγωνία, καθώς άλλη
καμιά γυναίκα από την Αιτωλία.
Γιατ᾽ έναν ποταμό μνηστήρα μου είχα,
τον Αχελώο, που σε τρεις μορφές
ήρθε και με ζητούσε απ᾽ το γονιό μου·
τη μια ταύρος πραγματικός, την άλλη
σα στριφτοπαρδαλό γιγάντιο φίδι,
και ξανά πάλι με το σώμα ανθρώπου
και βοδιού κεφαλή κι απ᾽ τη δασιά του
γενειάδα όλο νερά κυλούσαν βρύσες.
Τέτοιος μνηστήρας να με περιμένει,
παρακαλούσα η άθλια να πεθάνω
πριν το κρεβάτι αυτό να πλησιάσω·
ώσπου στερνά και με πολλή χαρά μου
ήρθ᾽ ο τρανός του Δία και της Αλκμήνης
ο γιος, και μπαίνοντας σε αγώνα μάχης
με κείνον, με λευτέρωσε·(3)
Τάχατες θα τον χαρεί η Δηιάνειρα αυτόν τον άλλο γάμο ; Σίγουρα όχι για πολύ , αφού για να τον πάρει από την κλίνη της Ιόλης τον Ηρακλή , και πάλι δικό της να τον έχει , με τα δικά της χέρια δίχως να το θέλει τον σκοτώνει, στέλνοντας τού Κένταυρου τού Νέσσου το χιτώνα . Εκείνη φυσικά άλλο ποθεί, όμως θαρρείς κι αυτή είναι η εκδίκηση του τέρατος, ή αλλιώς της δυσμορφίας . Το τέρας μπορεί να συγχωρήσει εκείνον που τον σκότωσε, ίσως κι εκείνον που το πλήγωσε . Μα δε θα συγχωρήσει ποτέ εκείνον που δε θέλησε να το αγγίξει.
Ο Ηρακλής για λίγο κέρδισε τη μάχη , νίκησε τον ποτάμιο θεό , κόβοντας το δεξί του κέρατο, την ώρα που ο θεός έπαιρνε μορφή ταύρου .Από το αίμα τού Αχελώου γεννήθηκαν μας λέει ο μύθος οι Σειρήνες. Και καθώς ο ήρωας έχει ανάγκη το τέρας για να υπάρξει , ο ποτάμιος θεός, επιβραβεύει τον ημίθεο , χαρίζοντάς του το κέρας της Αμάλθειας, που ο Ηρακλής με τη σειρά του θα το δώσει στον Οινέα επισφραγίζοντας με τον τρόπο αυτό , την ένωσή του με την κόρη.
Μήπως το κέρας δεν είναι άλλο, παρά συμβολισμός για την εύφορη εκείνη γη , που κατά πως λένε καλλιεργούνταν το αμπέλι; Τον τόπο εκείνο όπου μια πόλη, πολύ ισχυρή ως μαρτυρούν τα τείχη, ήκμασε φέροντας το όνομα του βασιλιά της; Εκεί, στην νοτιοδυτική Αιτωλοακαρνανία, λίγο πριν καταλήξει ο ποταμός Αχελώος στο Ιόνιο Πέλαγος και τις Εχινάδες νήσους, βρισκόταν η αρχαία πόλη, Οινιάδες , με αγορά και θέατρο που είναι λαξευμένο πάνω σε φυσικό βράχο, να εποπτεύει τον κάμπο και τις εκβολές του Αχελώου. Μα κι ένα θαυμαστό νεώριο, ναυπηγείο συντήρησης κι επισκευής των πλοίων, το αρχαιότερο, ίσως, καλύτερα σωζόμενο. Ένας ναύσταθμος 3.000 χρόνων. Εκεί , σε αυτή τη στρατηγική θέση-με πρόσβαση στη θάλασσα μέσω του πλωτού Αχελώου και δυνατότητα ελέγχου για την είσοδο στον Πατραϊκό κόλπο και στα περάσματα σε Λευκάδα , Ιθάκη και Κεφαλλονιά- μια αρχαία πόλη άνθισε κάποτε , δημιουργώντας προϋποθέσεις για εμπόριο και πολιτιστική ζωή, μια πόλη, που έδωσε τροφή σε μύθους. Άλλοι είπαν πως ιδρυτής ήταν ο Οινέας , ο βασιλιάς της Αιτωλίας που είχε βοσκό τον Στάφυλο. Άλλοι πως ιδρυτής της ήταν ο μητροκτόνος Αργείος Αλκαίων , που έφτασε ως εκεί τις Ερινύες, να γλιτώσει, κι άλλοι, πως μια αποικία των Κορινθίων ήταν, σα τόσες άλλες, που ιδρύθηκε τον 6οπ.χ αιώνα .
Το αυτοκίνητο έχει σταματήσει . Φαρδιά μεγάλη η γέφυρα και κάτω από τα πόδια μου ο Αχελώος. Στις όχθες του, ψηλά πυκνόφυλλα δέντρα, ίσα που θροΐζουν, λες χαιρετούν το πέρασμά του. Ένα φως καλοκαιρινό , ανελέητα δυνατό , κοφτερό , περνάει ανάμεσα στα φύλλα και βυθίζεται στο ποτάμι. Φωτίζει τους μύθους , τους περιλούζει , τους ξεδιαλύνει, τους περιπλέκει, φανερώνοντας τις πολύσημες συνδέσεις τους . Πού είναι η αλήθεια μέσα στον μύθο; «Ίσως τελικά ο μύθος δεν είναι παρά μια αφήγηση που γίνεται κατανοητή μονάχα καθώς την αφηγείσαι , ίσως τελικά ο αμεσότερος τρόπος για να συλλογιστούμε τους μύθους είναι να διηγηθούμε και πάλι τα παραμύθια»(4) από Αύγουστο χειμώνα, άλλωστε …
Ποτάμι εσύ αδέκαστο(5)
(της αιωνιότητας αρχαία μεταφορά)
που τις διαρκείς του σώματος μεταμορφώσεις
τα νερά σου με φθόνο καθρεφτίζουν
της αντοχής και της αδιαλλαξίας την τέχνη δίδαξέ μου
ώστε τέλος αντάξιο ν’ αξιωθώ του μίσους που μας δένει
στο ερωτικό σου δέλτα μέσα στο άγιο αυτό τρίγωνο του τίποτα για πάντα να χαθώ.
Ανδρέας Εμπειρίκος Αμούρ- Αμούρ/ Γραπτά ή Προσωπική Μυθολογία
3. Σοφοκλή , Τραχίνιαι μετφ. Ι. Γρυπάρης
4. Ρομπέρτο Καλάσσο / Οι Γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας
5.Χάρης Βλαβιανός , Cryme a river / Η Νοσταλγία των Ουρανών